Για πολλές συμπτώσεις υπέρ του βασικού κατηγορουμένου καθώς και για ανεξήγητα κενά στην ανακριτική διαδικασία, σε σημείο τέτοιο που να δικαιολογούν την παρέμβαση της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, κάνουν λόγο νομικοί κύκλοι αναφερόμενοι στη δικαστική διερεύνηση του σκανδάλου των διαχειριστικών και φορολογικών επανελέγχων σε ΟΤΑ, εταιρείες και ιδιώτες, που ζημίωσε το ελληνικό δημόσιο κατά τουλάχιστον 100.000.000 ευρώ.
Για τον φερόμενο ως “εγκέφαλο” της υπόθεσης, πρώην Γενικό Διευθυντή της Οικονομικής Επιθεώρησης του υπουργείου Οικονομικών οι συμπτώσεις λειτούργησαν σχεδόν από τα πρώτα στάδια της ενασχόλησης της Δικαιοσύνης με το σκάνδαλο των επανελέγχων. Συγκεκριμένα, ενώ ήδη από το 2011, που είχαν ασκηθεί οι κακουργηματικές ποινικές διώξεις κατά 14 ατόμων, από την Αντεισαγγελέα Πρωτοδικών Αθήνας, Πόπη Παπανδρέου, είχε εκδοθεί διάταξη της συγκεκριμένης εισαγγελέως για απαγόρευση εξόδου του συγκεκριμένου κατηγορούμενου από την χώρα. Ωστόσο η διάταξη αυτή δεν εισήχθη εμπροθέσμως ενώπιον του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών της Αθήνας, με αποτέλεσμα να μην ισχύσει ποτέ. Όμως, ουδείς έδωσε εξηγήσεις για το ποιος ευθυνόταν γι’ αυτή την παράλειψη.
Επίσης, από πέρυσι την άνοιξη, δηλαδή εδώ και ένα έτος, σε βάρος του εν λόγω κατηγορουμένου επιβλήθηκε ο περιοριστικός όρος της εγγύησης, ύψους 800.000 ευρώ. Η εγγύηση αυτή ποτέ δεν πληρώθηκε με την ανεξήγητη ανοχή της ανακρίτριας κατά της Διαφθοράς, Κυριακής Κατσιβέλη, η οποία του την επέβαλε κι ενώ το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών της Αθήνας είχε απορρίψει την προσφυγή του.
Για οποιονδήποτε άλλο κατηγορούμενο, η επόμενη κίνηση της ανακρίτριας θα ήταν να ενεργοποιήσει ένταλμα σύλληψής του. Αντιθέτως, τελευταίες πληροφορίες αναφέρουν ότι σκανδαλωδώς έγινε δεκτό το αίτημα του κατηγορουμένου, μετά από ένα χρόνο!, να πληρώσει την εγγύηση με υποθήκη ακινήτων, κι ενώ είναι γνωστό στην ανάκριση ότι ο ίδιος είχε μεταβιβάσει όλη την ακίνητη περιουσία του σε τρίτους, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να ικανοποιηθούν τυχόν απαιτήσεις του δημοσίου.
Ένα άλλο σημείο της ανάκρισης που εγείρει ερωτηματικά είναι το γεγονός ότι ενώ οι παράνομοι επανέλεγχοι που έχουν διαταχθεί αγγίζουν ίσως τους 50, κατηγορητήρια έχουν συνταχθεί μόνο για 14 από αυτούς, με την αιτιολογία ότι για τους υπόλοιπους υπήρξαν φωτογραφικές τροποποιητικές διατάξεις από την προηγούμενη κυβέρνηση, και ότι για κάποιους άλλους εκκρεμεί η διαδικασία στο Ελεγκτικό Συνέδριο. Νομικοί κύκλοι επισημαίνουν ότι μια τέτοια αιτιολογία δεν ευσταθεί.
Επίσης, ενώ έχει δηλωθεί παράσταση πολιτικής αγωγής από την Ασπασία Μαλαγάρη, από το καλοκαίρι του 2015, δηλαδή εδώ και 2 χρόνια, δεν της έχουν χορηγηθεί αντίγραφα της δικογραφίας, χωρίς καμία αιτιολογία, και χωρίς να έχει αποβληθεί, δυνατότητα, άλλωστε, που δεν έχει ούτε η ανακρίτρια αλλά ούτε και το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών της Αθήνας, που δεν είναι αρμόδιο για την ουσία της υπόθεσης.
Τέλος, η ποιότητα και η σκοπιμότητα της ανακριτικής διαδικασίας αμφισβητείται από νομικούς γιατί έχει γίνει άρση τραπεζικού απορρήτου μεμονωμένων μόνο κατηγορουμένων – πληροφορίες αναφέρουν ότι έγινε μόνο για 5 εκ των 55 περίπου κατηγορουμένων – ενώ ουδέποτε μέχρι σήμερα έγινε κατ’ οίκον έρευνα στις οικίες τουλάχιστον των βασικών κατηγορουμένων, ώστε να εντοπιστούν ενοχοποιητικά στοιχεία.