Ένας εκ των πρωταγωνιστών της πολύκροτης υπόθεσης, αναδεικνύει πλήθος στοιχείων και αναπάντητων ερωτημάτων
«Ο ίδιος ο Σημίτης την εποχή που ο Οτζαλάν ήταν στην Ιταλία είχε παραχωρήσει συνέντευξη στην τουρκική “Μιλιέτ” δηλώνοντας ότι δεν είναι αντίθετος στο να παραχωρηθεί άσυλο από την Ελλάδα στον Κούρδο ηγέτη». Η αναφορά αυτή του αρχιπλοιάρχου ε.α. Αντώνη Ναξάκη στο βιβλίο του για τις συνθήκες «παράδοσης ενός συμμάχου» φέρνει στο φως της δημοσιότητας νέες πτυχές της σκοτεινής αυτής υπόθεσης, που συγκλόνισε τη χώρα και τη διεθνή κοινότητα, σε βάρος της Ελλάδας, στα τέλη της δεκαετίας του ’90. Δεκαοκτώ χρόνια μετά, ο Αντ. Ναξάκης, εκ των πρωταγωνιστών της πολύκροτης υπόθεσης, αναδεικνύει πλήθος στοιχείων και αναπάντητων ερωτημάτων, όπως τις παρεμβάσεις του τότε υπουργού Εξωτερικών, Θεόδωρου Πάγκαλου, ορισμένων διοικητικών παραγόντων της ΕΥΠ, αλλά και συντρόφων του Αμπντουλάχ Οτζαλάν.
Η ΣΥΛΛΗΨΗ. Το ενδιαφέρον επικεντρώνεται κυρίως στο διάστημα ανάμεσα στα τέλη του Ιανουαρίου έως τις 16 Φεβρουαρίου του 1999, οπότε οι τουρκικές Αρχές συνέλαβαν τον Α. Οτζαλάν στην Κένυα. Ποιος όμως αποφάσισε τη μεταφορά του από ελληνικό αεροδρόμιο στο Ναϊρόμπι, την αφρικανική έδρα των μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ, και γιατί ακυρώθηκε η προγραμματισμένη για τη Νότια Αφρική μετάβασή του, όπου τον περίμενε η ομάδα του Νέλσον Μαντέλα, προκειμένου να του χορηγήσει αμέσως άσυλο; Η παράθεση των γεγονότων από τον κ. Ναξάκη «κουμπώνει» με ένα άρθρο της τουρκικής εφημερίδας «Ραντικάλ», τον Αύγουστο του 2004, το οποίο αναδημοσιεύτηκε εκείνη την περίοδο στην «Ελευθεροτυπία», αλλά πέρασε… σχεδόν απαρατήρητο λόγω των Ολυμπιακών Αγώνων και της θερινής ραστώνης: «Ο τότε πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Αθήνα (1999), Νίκολας Μπερνς, πραγματοποίησε συνάντηση με τον κ. Πάγκαλο, ο οποίος του τόνισε ότι η ελληνική πλευρά επιδιώκει μεν να απομακρύνει από τη χώρα τον Α. Οτζαλάν, αλλά αυτό δεν κατέστη εφικτό μέχρι στιγμής». Σύμφωνα με το άρθρο, «ο Μπερνς πραγματοποίησε μια κρίσιμη επέμβαση: “Φροντίστε να αποστείλετε τον Οτζαλάν στην Κένυα και τα υπόλοιπα είναι δική μας υπόθεση”, φέρεται να είπε στον Θ. Πάγκαλο».
ΤΟ ΡΑΝΤΕΒΟΥ. Ο συγγραφέας του βιβλίου («Οτζαλάν, η παράδοση ενός συμμάχου», Εκδόσεις Μένανδρος) αποκαλύπτει ακόμη ότι οι κ. Σημίτης και Πάγκαλος γνώριζαν επακριβώς για την έλευση και τις κινήσεις του Κούρδου ηγέτη στην Ελλάδα, ενώ αναφέρεται σε ένα ραντεβού με τον υπουργό Εξωτερικών το οποίο δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ. Ηταν Σάββατο 30 Ιανουαρίου 1999. Ο κ. Ναξάκης είχε επικοινωνήσει νωρίτερα με τον κ. Πάγκαλο, τον οποίο γνώριζε από τη δεκαετία του ’50, κι εκείνος του είχε απαντήσει πως θα πήγαινε στο σπίτι του αρχιπλοιάρχου το βράδυ, εκεί όπου διέμενε και ο Α. Οτζαλάν. Ομως, «αντί του Πάγκαλου, εμφανίστηκε στην εξώπορτα του σπιτιού μου ένας υποστράτηγος της Αστυνομίας, ο Ρουμπής, και ο αστυνομικός Τζιοβάρας… Από εκείνη τη στιγμή και μετά άρχισε να λειτουργεί γύρω μας μια τεράστια παγίδα…», σημειώνει. Δύο ημέρες αργότερα, ο Α. Οτζαλάν αναχώρησε από το τότε ανατολικό αεροδρόμιο του Ελληνικού για την Αφρική, ωστόσο λίγο αργότερα το αεροπλάνο του προσγειώθηκε στην Κέρκυρα! «Εδώ βεβαίως είμαι σίγουρος ότι και εσείς δεν θα μπορούσατε να απαντήσετε στην ίδια ερώτηση που απασχολεί και μένα… Τι δουλειά είχαν να προσγειωθούν στην Κέρκυρα… Ποιος ο λόγος μιας ακόμη παράκαμψης…». Εκεί, ένα τζιπ έπεσε πάνω στο φτερό του σκάφους, καθηλώνοντάς το στο έδαφος, με αποτέλεσμα να αποφασιστεί η χρήση άλλου αεροπλάνου, «με γερμανόφωνους Ελβετούς πιλότους», το οποίο τον μετέφερε στην Κένυα. Οι ελληνικές Αρχές (ΕΥΠ και κυβερνητικοί παράγοντες) διαβεβαίωναν τον Α. Οτζαλάν ότι η λύση του Ναϊρόμπι ήταν παροδική και εκείνος πείστηκε, αφού ούτως ή άλλως συνοδευόταν από αξιωματούχο της ΕΥΠ (Σ. Καλεντερίδης).
ΝΑΡΚΩΤΙΚΑ. Κι ενώ τα πράγματα εξελίσσονταν δυσάρεστα τόσο για τον ίδιο όσο και για την κυβέρνηση, αφού έγινε διεθνώς γνωστό ότι ο Α. Οτζαλάν κρυβόταν στην ελληνική πρεσβεία στην Κένυα, «στις 14 Φεβρουαρίου 1999 φθάνουν από την Αθήνα 4 αστυνομικοί για να υλοποιήσουν τη διαταγή (σ.σ.: κυβερνητική εντολή) της βίαιης εξόδου του από την πρεσβεία. Μεταφέρουν μάλιστα μαζί τους και ναρκωτικές ουσίες, για να ναρκώσουν, αν χρειαστεί, τον Οτζαλάν», σημειώνει ο κ. Ναξάκης και συνεχίζει: «Οι εντολές (σ.σ.: από Αθήνα) είναι σαφείς και ωμές… Οι αστυνομικοί που ερευνούν επί τόπου την κατάσταση αντιλαμβάνονται την αδυναμία εκτέλεσης τέτοιων εντολών, που στερούνται παντελώς κάθε λογικής, ενημερώνουν τηλεφωνικά την ΕΥΠ και αποχωρούν, αφού πρώτα λέγεται ότι πέταξαν τα ναρκωτικά στην τουαλέτα». Η τελευταία πράξη του δράματος παίχθηκε λίγες ώρες αργότερα. Ο Α. Οτζαλάν αποφάσισε για μία ακόμη φορά να εμπιστευτεί την ελληνική κυβέρνηση, η οποία τον διαβεβαίωσε πως θα τον μετέφερε στην Ολλανδία. Εξήλθε από την πρεσβεία υπό δρακόντεια μέτρα ασφαλείας, με κατεύθυνση προς το αεροδρόμιο. Οταν έφτασαν στον αεροδιάδρομο, το αυτοκίνητο στο οποίο επέβαινε άλλαξε πορεία και αντί για το ελληνικό αεροσκάφος, που τον περίμενε επί τούτου, κατευθύνθηκε προς έτερο, το οποίο στο μεταξύ είχε αφιχθεί από την Ουγκάντα με πλήρωμα Τούρκους κομάντος.