Η εισαγγελία της Στουτγάρδης διενεργεί έρευνες κατά του διευθυντή της VW Ματίας Μίλερ και άλλων στελεχών της εταιρείας για χειραγώγηση αγοράς.
Ο βασικός λόγος για τον οποίο επιλέχτηκε πριν από δύο χρόνια ο Ματίας Μίλερ για να αναλάβει το τιμόνι της VW ήταν ότι δεν εμπλεκόταν στο σκάνδαλο παραποίησης των στοιχείων εκπομπής ρύπων σε κινητήρες ντίζελ. Τώρα αντιμετωπίζει την κατηγορία ότι συνέβαλε στην απόκρυψη του σκανδάλου.
Μη ενημέρωση των μετόχων
Η βασική κατηγορία της εισαγγελίας της Στουτγάρδης, η οποία δραστηριοποιήθηκε μετά από καταγγελία της Ομοσπονδιακής Αρχής Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας (BaFin), είναι ότι δεν ενημερώθηκαν έγκαιρα οι μέτοχοι της VW για το σκάνδαλο ντίζελ. Βάση της γερμανικής νομοθεσίας, εισηγμένες στο χρηματιστήριο επιχειρήσεις θα πρέπει να ενημερώνουν τους μετόχους άμεσα (ad hoc) για πληροφορίες, οι οποίες θα μπορούσαν να επηρεάσουν σημαντικά τη χρηματιστηριακή τιμή της μετοχής και συνεπώς την απόφαση των μετόχων για αγορά ή πώληση των μετοχών. Σε περίπτωση καταδίκης η ποινή ανέρχεται σε έως και πέντε χρόνια φυλακισης ή σε υψηλή χρηματική ποινή.
Η δε αρμοδιότητα της εισαγγελίας Στουτγάρδης προκύπτει από το γεγονός ότι στην εν λόγω γερμανική πόλη εδρεύει ο όμιλος εταιρειών Porsche SE, ο οποίος είναι κάτοχος του 52% των μετοχών της VW. Η εισαγγελία κατηγορεί τον νυν επικεφαλής της VW, Ματίας Μίλερ, ότι ως μέλος του ΔΣ του ομίλου Porsche γνώριζε για το σκάνδαλο ντίζελ αρκετό καιρό πριν αυτό γίνει γνωστό. Την ίδια κατηγορία αντιμετωπίζουν τόσο ο προκάτοχος του κ. Μύλερ, Μάρτιν Βίντερκορν, όσο και ο νυν επικεφαλής του Εποπτικού Συμβουλίου της VW, Χανς Ντίντερ Πετς. Οι Βίντερκορν και Πετς βρίσκονται στο στόχαστρο των ερευνών και για το σκάνδαλο ντίζελ που ερευνά η εισαγγελία του Μπράουνσβαϊγκ.