Στον απόηχο του πολύκροτου σκανδάλου «ντίζελγκεϊτ», η Volkswagen κινδυνεύει να της επιβληθεί πρόστιμο 19,7 δισ. ευρώ από τις γαλλικές δικαστικές αρχές, οι οποίες έχουν ξεκινήσει έρευνα για το σκάνδαλο παραποίησης των μετρήσεων εκπομπών ρύπων των πετρελαιοκίνητων οχημάτων της, από τον Οκτώβριο του 2015. Σύμφωνα με το πόρισμα της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού, Κατανάλωσης και Καταστολής των Υποθέσεων Απάτης (DGCCRF), το οποίο έφερε στο φως της δημοσιότητας η Le Monde, ο όμιλος Volkswagen κινδυνεύει να τιμωρηθεί με πρόστιμο-μαμούθ, περίπου 20 δισ. δολ., που αντιστοιχεί τουλάχιστον στο 10% του μέσου τζίρου της εταιρείας και αφορά τα διαστήματα 2012, 2013 και 2014. Σημειώνεται ότι η εταιρεία έχει ήδη επιβαρυνθεί με πρόστιμο 22 δισ. δολαρίων από τις αμερικανικές αρχές λόγω πώλησης οχημάτων που διέθεταν το παράνομο λογισμικό υπολογισμού των εκπομπών αερίων. Ωστόσο, οι αρμόδιες γαλλικές αρχές υποστηρίζουν ότι το πρόστιμο θα είναι αντίστοιχο «των κερδών που άντλησε η εταιρεία από την απάτη». Σύμφωνα με το πόρισμα της DGCCRF, τουλάχιστον 946.087 πετρελαιοκίνητα οχήματα που κατασκευάστηκαν από τη Volkswagen ή μία από τις θυγατρικές της, πωλήθηκαν στη Γαλλία, διαθέτοντας παράνομο λογισμικό παραποίησης των εκπομπών αερίων τύπου ΕΑ 189. Συγκεκριμένα, εντός γαλλικού εδάφους πωλήθηκαν 600.000 «πειραγμένα» Volkswagen, 192.000 Audi, 93.000 Seat και 65.000 Skoda.
Υπό αυτό το πρίσμα, το πρόστιμο που προκύπτει από τα κέρδη που έλαβε η εταιρεία από τις πωλήσεις των «πειραγμένων» αυτοκινήτων θα μπορούσε να ανέλθει ακόμη και στα 22 δισ. ευρώ, σε περίπτωση που οι κατηγορίες επιβεβαιωθούν. Ο όμιλος είχε παραδεχθεί στις 20 Σεπτεμβρίου 2015 ότι είχε εγκαταστήσει λογισμικό για την εξαπάτηση των Αρχών σε 11 εκατ. πετρελαιοκίνητα οχήματα παγκοσμίως από το 2009, για να λάβει τη σχετική πιστοποίηση από τα τεστ που διεξάγονταν για τον έλεγχο των εκπομπών ρύπων. Παρότι, όμως, ο όμιλος Volkswagen βρέθηκε στη δίνη σφοδρών επικρίσεων, λόγω της εμπλοκής της στο εν λόγω σκάνδαλο, το 2016 οι πωλήσεις οχημάτων του ομίλου επανήλθαν σε ανοδική πορεία, καταγράφοντας αύξηση 3,8%. Επίσης, το πρώτο τρίμηνο του 2017 τα καθαρά έσοδα του ομίλου αυξήθηκαν κατά 45% στα 3,34 δισ. ευρώ, ενώ τα κέρδη του ομίλου ενισχύθηκαν κατά 10,3% στα 56,2 δισ. ευρώ την ίδια περίοδο.
Η βελτιωμένη εικόνα των οικονομικών στοιχείων του ομίλου αποδεικνύει την εμπιστοσύνη των καταναλωτών για τα οχήματα της Volkswagen, παρά τις κατηγορίες περί χειραγώγησης και εξαπάτησης των Αρχών παγκοσμίως. Εντούτοις, όπως αναφέρεται στο δημοσίευμα της Le Monde, οι υπεύθυνοι ερευνητές για την αντιμετώπιση περιβαλλοντικών και υγειονομικών παραβιάσεων (Oclaesp) σε συνεργασία με το DGCCRF πρέπει να διερευνήσουν και τον μηχανισμό μέσω του οποίου η VW αλλοίωσε τα στοιχεία εκπομπής αερίων. Ωστόσο η VW δεν εμφανίζεται ιδιαίτερα συνεργάσιμη, καθώς σε απάντησή της επισήμανε ότι δεν μπορεί να ανταποκριθεί θετικά στο αίτημα των Αρχών, «επικαλούμενη λόγους απορρήτου». Σημειώνεται ότι κανένα στέλεχος του ομίλου δεν έχει ανακριθεί από τις γαλλικές αρχές, ωστόσο ως πιθανός υπεύθυνος θεωρείται, σύμφωνα με το πόρισμα, ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας, Ματίας Μίλερ.