Το μεγαλύτερο πρόβλημα στις ΗΠΑ και την Κίνα
Κεντρικοί τραπεζίτες και επενδυτές βρίσκονται αυτή τη στιγμή αντιμέτωποι με μία παγκόσμια αγορά ομολόγων αξίας 100 τρισ. δολαρίων, με τις τιμές πληθωρισμού να παραμένουν υπερβολικά χαμηλές στις περισσότερες περιοχές του πλανήτη, παρότι η οικονομική ανάπτυξη επιταχύνεται.
Αυτό συμβαίνει επειδή οι δύο κινητήριοι μοχλοί ανάπτυξης -η μεταποιητική δραστηριότητα στην Κίνακαι η αμερικανική οικονομία- δεν κινούνται με τους αναμενόμενους ρυθμούς. Οι επιμέρους δείκτες της μεταποιητικής δραστηριότητας που αφορούν την παραγωγή και τις τιμές σημείωσαν σημαντική πτώση στην Κίνα. Επίσης, ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ υποσχέθηκε δαπάνες ύψους εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων σε νέα προγράμματα υποδομών, χρηματοδοτούμενα από το δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, καθώς και φορολογικές μεταρρυθμίσεις, δεσμεύσεις που αρχίζουν ωστόσο να αμφισβητούνται τον τελευταίο καιρό.
Από την άλλη πλευρά, το παγκόσμιο χρέος αυξάνεται ολοένα και περισσότερο, ειδικά καθώς οι δύο κορυφαίες οικονομίες του πλανήτη, ΗΠΑ και Κίνα, υφίστανται τεράστιο βάρος. Στις ΗΠΑ, το βάρος των δανείων αυξάνεται σημαντικά για τους δανειολήπτες με χαμηλότερα εισοδήματα.
Ο δανεισμός των αμερικανικών νοικοκυριών έχει εκτιναχθεί στο επίπεδο ρεκόρ των 12,73 τρισ. δολαρίων, με το ποσοστό των δανείων που θεωρούνται «κόκκινα» να έχει αυξηθεί επί δύο διαδοχικά τρίμηνα. Και με την προοπτική περαιτέρω αύξησης των επιτοκίων από τη Φέντεραλ Ριζέρβ, θα είναι ακόμη πιο δύσκολο για τους δανειολήπτες να αναχρηματοδοτήσουν το χρέος τους.
Στη διάρκεια του πρώτου τριμήνου, το 17% των Αμερικανών καταναλωτών δήλωσε ότι πιθανόν δεν θα καταφέρει να αποπληρώσει κάποιο δάνειό του το επόμενο έτος, ποσοστό υψηλότερο από το 12% του τρίτου περσινού τριμήνου, πριν από τις εκλογές στις ΗΠΑ. Επίσης, το ποσοστό των υπερήμερων δανείων τουλάχιστον κατά 90 ημέρες αυξήθηκε στο 3,37% στη διάρκεια του πρώτου τριμήνου, καταγράφοντας αύξηση για δεύτερο συναπτό τρίμηνο, σύμφωνα με στοιχεία της περιφερειακής κεντρικής τράπεζας της Νέας Υόρκης.
Το χρέος αυξάνεται μαζικά και στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη, την Κίνα, κυρίως λόγω των προβλημάτων στην εταιρική αγορά ομολόγων, γι’ αυτό και ο οίκος Moody’s υποβάθμισε την πιστοληπτική ικανότητα της κινεζικής οικονομίας τον προηγούμενο μήνα. Κρατικά στοιχεία έδειξαν ότι το εταιρικό χρέος της Κίνας διογκώθηκε στα 17 τρισ. δολάρια πέρυσι, ήτοι στο 156% του ΑΕΠ.
Επίσης, το χρέος των τοπικών κυβερνητικών αρχών της Κίνας υπολογίζεται στα 17,5 έως 21,3 δισ. γιουάν (2,6 τρισ. έως 3,1 τρισ. δολάρια), με βάση στοιχεία στα τέλη του 2016, τα οποία αντιστοιχούν στο 23% έως 28% του ΑΕΠ της χώρας.
Παρ’ όλα αυτά, η Κίνα ετοιμάζεται τώρα να αυξήσει τη συμμετοχή της σε αμερικανικά κρατικά χρεόγραφα, καθώς Κινέζοι αξιωματούχοι θεωρούν το εν λόγω ενεργητικό πιο ελκυστικό σε σύγκριση με άλλο κρατικό ενεργητικό, αλλά και καθώς το γιουάν σταθεροποιείται, σύμφωνα με πηγές.
Παρότι το Πεκίνο μείωσε το χαρτοφυλάκιό του σε αμερικανικά κρατικά χρεόγραφα πέρυσι περισσότερο από κάθε άλλη φορά από το 2000, στην προσπάθειά του να στηρίξει το γιουάν, άλλαξε έκτοτε στρατηγική και αύξησε τη συμμετοχή του στη διάρκεια του Μαρτίου.
Τον συγκεκριμένο μήνα η Κίνα αύξησε το χαρτοφυλάκιό της σε αμερικανικά κρατικά ομόλογα και έντοκα γραμμάτια κατά 27,9 δισ. δολάρια, στο 1,09 τρισ. δολάρια, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία. Σημειώνεται ότι οι τιμές των 10ετών αμερικανικών κρατικών ομολόγων αυξήθηκαν, με την απόδοση να υποχωρεί στο 2,13%. Πριν από έναν χρόνο η απόδοσή τους κυμαινόταν στο 1,72%.