Στις 28 Ιουνίου, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αποφάσισε να παρατείνει τις οικονομικές κυρώσεις που επιβλήθηκαν στη Ρωσία, μέχρι τις 31 Ιανουαρίου 2018. Αυτές οι κυρώσεις πρώτον περιορίζουν την πρόσβαση στις κεφαλαιαγορές της ΕΕ για τους μεγάλους ρωσικούς κρατικούς χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς και τις ενεργειακές και αμυντικές εταιρείες, δεύτερον απαγορεύουν τόσο την εξαγωγή όσο και την εισαγωγή όπλων, τρίτον απαγορεύουν τις εξαγωγές αγαθών διπλής χρήσης για στρατιωτικούς σκοπούς στη Ρωσία και τέταρτον περιορίζουν την πρόσβαση της Ρωσίας σε συγκεκριμένες ευαίσθητες τεχνολογίες και υπηρεσίες που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την παραγωγή και την έρευνα πετρελαίου.
Όπως αναμενόταν, η Ρωσία απαντά στην απόφαση της ΕΕ με την επιβολή δικών της κυρώσεων. Αυτές περιλαμβάνουν ταξιδιωτικές απαγορεύσεις σε μια λίστα 89 πολιτικών της ΕΕ και στρατιωτικών ηγετών καθώς επίσης και το μπλοκάρισμα των εισαγωγών επιλεγμένων κατηγοριών προϊόντων αγροτικών τροφίμων από την ΕΕ και άλλες χώρες που είχαν προηγουμένως επιβάλλει οικονομικές κυρώσεις στη Ρωσία (π.χ. ΗΠΑ, Αυστραλία και Ιαπωνία). Πιο συγκεκριμένα, το οικονομικό μέρος των αντισταθμιστικών κυρώσεων που επιβλήθηκε από τη Ρωσία, επικεντρωνόταν σε πέντε κατηγορίες δυτικών προϊόντων αγροτικών τροφίμων (φρούτα, λαχανικά, κρέας, ψάρι, και γαλακτοκομικά), οι οποίες αρχικά υιοθετήθηκαν τον Αύγουστο του 2014 για μια περίοδο δύο ετών. Αλλά η Ρωσία προσφάτως επανεισήγαγε αυτές τις αντισταθμιστικές κυρώσεις ως απάντηση στην πρόσφατη επέκταση των ευρωπαϊκών κυρώσεων που αποφασίστηκαν από το Συμβούλιο τον Ιούνιο.
Το άρθρο αυτό είναι μια συνέχεια ενός προηγούμενου άρθρου των Gros και Mustilli του 2016, που βασίζεται σε πιο πρόσφατα στοιχεία για τις εμπορικές ροές και αναλύει πιο στενά την επίδραση των κατηγοριών εξαγωγής προϊόντων αγροτικών τροφίμων, που είναι και ο στόχος των ρωσικών αντισταθμιστικών κυρώσεων.
Χρησιμοποιώντας στοιχεία μέχρι τα μέσα του 2015, οι Gros και Mustilli έδειξαν ότι οι εξαγωγείς της ΕΕ δεν έχασαν μερίδιο της αγοράς στις ρωσικές εισαγωγές. Είναι σημαντικά να κοιτάξουμε πρώτα την εξέλιξη συνολικά των ρωσικών εισαγωγων για να ξεδιπλώσουμε τον αντίκτυπο της ύφεσης που προκλήθηκε από τις χαμηλότερες πετρελαϊκές τιμές λόγω της επίδρασης των κυρώσεων και των αντί-κυρώσεων. Πραγματικά, η πτώση των ρωσικών εισαγωγών συνέπεσε με την εμφάνιση δύο βασικών εξελίξεων: την πτώση των τιμών του πετρελαίου (που προκάλεσε μια ύφεση στη Ρωσία) και την εισαγωγή διμερών κυρώσεων στα μέσα του 2014. Κοιτώντας μόνο την αξία των ρωσικών εξαγωγών από την ΕΕ, θα μας έδινε μία στρεβλωμένη εικόνα της επίδρασης των διμερών κυρώσεων στην ανταγωνιστικότητα της ΕΕ στη ρωσική αγορά.
Ο Πίνακας 1 παρακάτω παρουσιάζει τα βασικά στοιχεία. Στη διετή περίοδο μετά από την εφαρμογή των διμερών κυρώσεων (Ιούλιος 2014-Ιούλιος 2016), συνολικά οι μηνιαίες ρωσικές εισαγωγές υποχώρησαν κατά 44%), ενώ οι εισαγωγές από την ΕΕ μειώθηκαν κατά 48% περίπου. δηλαδή με παρόμοια τάξη μεγέθους. Η πτώση στις συνολικές ρωσικές εισαγωγές τροφίμων ήταν υψηλότερη, πχ. -68,3% το κρέας και -65,4% τα λαχανικά. Αλλά σε αυτές τις κατηγορίες αγροτικών τροφίμων που επηρεάστηκαν από τις ρωσικές αντισταθμιστικές κυρώσεις, οι παραγωγοί της ΕΕ πρακτικά είχαν αποκλειστεί από αυτή την αγορά που βρισκόταν σε κάμψη. Όπως φαίνεται στον Πίνακα 1, οι ρωσικές εισαγωγές των αγροτικών ευρωπαϊκών τροφίμων έχουν μειωθεί σχεδόν στο μηδέν στη διάρκεια της διετούς περιόδου Ιούλιος 2014-Ιούλιος 2016.
Παρόλα αυτά, όπως παρατηρήθηκε παραπάνω, πρέπει κανείς να αναλύσει την κατάσταση με ανάλογους όρους. Οι συνολικές ρωσικές εισαγωγές αυτών των προϊόντων αγροτικών τροφίμων μειώθηκαν κατά περισσότερο από 1 δισ. δολάρια, ενώ οι εισαγωγές από την Ευρώπη μειώθηκαν κατά περίπου 420 εκατ. δολάρια, ή 40% του συνόλου.
Εάν θέλει κανείς να υπολογίσει την επίδραση των αντισταθμιστικών κυρώσεων στις ευρωπαϊκές εξαγωγές, θα μπορούσε να υποθέσει ότι, σε περίπτωση απουσίας των αντισταθμιστικών κυρώσεων, η ΕΕ θα είχε ένα ποσοστό περίπου το ήμισυ των συνολικών ρωσικών εισαγωγών σε αυτές τις κατηγορίες τον Ιούλιο του 2016, ή περίπου 400 εκατ. δολάρια. Αυτό δεν είναι ένα σημαντικό ποσό για μια οικονομία του μεγέθους της ΕΕ.
Επιπλέον, τα τρόφιμα είναι ένα σχετικά ομοιογενές commodity και το τυρί που δεν αποστέλλεται πλέον στη Ρωσία, μπορεί να πουληθεί αλλού. Οι εξαγωγείς της ΕΕ των κατηγοριών τροφίμων που έχουν πληγεί, έχουν στο μεταξύ βρει άλλες αγορές. Οποιαδήποτε ζημιά είχε γίνει αρχικά, πρέπει ως εκ τούτου μέχρι τώρα να έχει επιδιορθωθεί. Στην πραγματικότητα, οι συνολικές εξαγωγές της ΕΕ αυτών των κατηγοριών αγροτικών τροφίμων έχουν αυξηθεί από τα μέσα του 2014. Οι ρωσικές αντισταθμιστικές κυρώσεις δεν φαίνεται να έχουν μεγάλη επίδραση στη συνολική ανάπτυξη αυτών των κλάδων.
Το σχετικά περιορισμένο μερίδιο αυτών των κατηγοριών αγαθών στο καλάθι των ευρωπαϊκών εξαγωγών με προορισμό τη Ρωσία, εξηγεί γιατί η ΕΕ συνολικά, δεν έχει σημαντική απώλεια μεριδίου στη ρωσική αγορά. Στην πραγματικότητα, το μερίδιο της ΕΕ στις συνολικές ρωσικές εισαγωγές μειώθηκε πολύ λίγο και μόνο σταδιακά μετά από την εφαρμογή των διμερών κυρώσεων. Στο έτος πριν από την εφαρμογή των διμερών κυρώσεων, το μερίδιο της ΕΕ στις συνολικές ρωσικές εισαγωγές ήταν κατά μέσο όρο 42%. Αυτό το ποσοστό έχει μειωθεί κατά 4,8 ποσοστιαίες μονάδες όταν συγκρίνεται με το μέσο μερίδιο της αγοράς στην εξάμηνη περίοδο Αυγούστου 2016-ΙΑνουαρίου 2017.
Από την άλλη πλευρά, το μερίδιο των αγαθών της ΕΕ που επηρεάστηκε από τις αντισταθμιστικές κυρώσεις στις συνολικές εισαγωγές τέτοιων κατηγοριών, κατέρρευσε τον Ιούλιο του 2014, και δεν ανέκαμψε έκτοτε. Το Σχήμα 1 δείχνει την εξέλιξη των ευρωπαϊκών και αμερικανικών μεριδίων της αγοράς στις ρωσικές εισαγωγές τόσο των αγαθών που που έχουν υποστεί κυρώσεις και όλων των άλλων αγαθών.
Ο πρόεδρος Putin έχει ισχυριστεί ότι οι αντισταθμιστικές κυρώσεις σχετικά με τις εισαγωγές αγροτικών τροφίμων ήταν καλές για τη Ρωσία. Στην πραγματικότητα ωστόσο θα μπορούσαν να έχουν συμβάλει στη μείωση της αγοραστικής δύναμης του Ρώσου καταναλωτή. Οι τιμές καταναλωτή αυξήθηκαν σημαντικά στο έτος μετά από την εισαγωγή των κυρώσεων, και ακόμη πιο ενδιαφέρον είναι ότι το μέρος εκείνο που περιλαμβάνει μόνο τρόφιμα, έχει αυξηθεί περισσότερο από τον πληθωρισμό εξαιρουμένων των τροφίμων. Οι τιμές τροφίμων αυξήθηκαν 8% περισσότερο από τις τιμές των άλλων αγαθών μεταξύ Ιουλίου 2014-Ιουλίου 2015.
Ότι οι ρωσικές αντισταθμιστικές κυρώσεις είχαν σημαντική επίδραση δεν αποτελεί έκπληξη, δεδομένης της εξάρτησης της Ρωσίας σε εισαγωγές αγροτικών τροφί,ων που προέρχονται από την ΕΕ. Για πραάδειγμα, το 2012, η ρωσική εγχώρια παραγωγή αγαθών που υπόκεινται σε αντί0κυρώσεις, ικανοποίησε περίπου το 75% της κατανάλωσης κτρέατος και γάλακτος της χώρας.
Συνοψίζοντας, είναι προφανές ότι η θέση των Ευρωπαίων εξαγωγών στη ρωσική αγορά δεν έχει περιοριστεί (τουλάχιστον οχι σημαντικά) από την εισαγωγή των διμερών κυρώσεων. Η επίδραση των ρωσικών αντισταθμιστικών κυρώσεων στις εισαγωγές αγροτικών τροφίμων από την ΕΕ, ήταν περιορισμένη. Οι ρωσικές εισαγωγές αυτών των αγαθών έχουν μειωθεί κατά περίπου 400 εκατ. ευρώ, που είναι λιγότερο από το ένα τρίτο του 1% του ΑΕΠ της ΕΕ. Αλλά οι συνολικές εξαγωγές της ΕΕ αυτών των αγαθών έχουν στην πραγματικότητα αυξηθεί, αποδεικνύοντας ότι οι εξαγωγές θα μπορούσαν εύκολα να διοχετευθούν και ότι ο κλάδος δεν έχει υποστεί συνολική ζημιά από τις κυρώσεις.