Ως δεδομένο εκλαμβάνεται το «μποτιλιάρισμα» της ηλεκτρονικής πλατφόρμας υποβολής αιτήσεων για την υπαγωγή των επιχειρήσεων στον εξωδικαστικό συμβιβασμό τις πρώτες ημέρες εφαρμογής του νόμου, δηλαδή από τις 3 Αυγούστου και έπειτα.
Ωστόσο, ο «κίνδυνος» δεν σχετίζεται περισσότερο με μια «κατάρρευση» του συστήματος, κάτι που όπως σημειώνουν στελέχη του υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης δεν πρόκειται να συμβεί, αλλά με μια πιθανή απόρριψη πολλών αιτήσεων για «τυπικούς λόγους».
Και οι «τυπικοί λόγοι» έχουν να κάνουν με τις ελλιπείς από πλευράς δικαιολογητικών αιτήσεων, καθότι η κάθε αίτηση θα πρέπει να περιέχει και συνοδεύεται από δεκάδες δικαιολογητικά. Είτε αυτά σχετίζονται με τις άκρως απαραίτητες πληροφορίες όπως π.χ πλήρη κατάλογο των πιστωτών, είτε πρόκειται για το πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης του οφειλέτη, ή για αντίγραφο του ποινικού μητρώου.
Συνεπώς, η συγκέντρωση και η ορθή υποβολή των απαραίτητων δικαιολογητικών, που όπως προαναφέρθηκε αριθμούν δεκάδες, αποτελεί την πλέον κρίσιμη παράμετρο για την αποδοχή της αίτησης. Εάν επιτευχθεί αυτό, στη συνέχεια η διαδικασία είναι ευκολότερη, αφού η οποιαδήποτε ενέργεια θα εποπτεύεται από τον «συντονιστή» που θα αναλαμβάνει την κάθε υπόθεση αναδιάρθρωσης των οφειλών και θα ενημερώνει τον οφειλέτη για τα επιπλέον στοιχεία που ίσως απαιτηθούν. Ωστόσο, η αρχή είναι το ήμισυ του παντός και για τον λόγο αυτό, οι πολλές χιλιάδες οφειλετών που επιθυμούν να ενταχθούν στον εξωδικαστικό μηχανισμό θα πρέπει ήδη να προετοιμάζονται για την ορθή υποβολή των αιτήσεών τους.
Σήμερα καταγράφουμε τα βασικά σημεία της διαδικασίας, τους δικαιούχους, τα απαραίτητα έγγραφα που θα πρέπει να κατατεθούν και τη μορφή των αναδιαρθρώσεων των οφειλών.
Ποιοι μπορούν να υποβάλουν αίτηση για τον εξωδικαστικό μηχανισμό
Είναι γνωστό, εκ του νόμου, ότι αίτηση για υπαγωγή στη διαδικασία μπορεί να υποβάλει κάθε φυσικό πρόσωπο που μπορεί να υπαχθεί σε πτώχευση και κάθε νομικό πρόσωπο που αποκτά εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, εάν έχει φορολογική κατοικία στην Ελλάδα, εφόσον κατά την 31η Δεκεμβρίου 2016 είχε οφειλή προς χρηματοδοτικό φορέα από δάνειο ή πίστωση σε καθυστέρηση τουλάχιστον 90 ημερών (ή οφειλή που ρυθμίστηκε μετά την 1 Ιουλίου 2016) ή είχε ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τη Φορολογική Διοίκηση ή Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΦΚΑ) ή άλλο ΝΠΔΔ, περιλαμβανομένων των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ή είχε βεβαιωθεί η μη πληρωμή επιταγών εκδόσεώς του λόγω μη επαρκούς υπολοίπου ή είχαν εκδοθεί διαταγές πληρωμής ή δικαστικές αποφάσεις λόγω ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων εις βάρος του.
Ωστόσο, για να υπαχθεί κάποιος στον εξωδικαστικό μηχανισμό, οι συνολικές του οφειλές θα πρέπει να ξεπερνούν το ποσό των 20.000 ευρώ, με την προϋπόθεση ότι η επιχείρηση σε μία τουλάχιστον από τις τελευταίες 3 χρήσεις πριν από την υποβολή της αίτησης είχε: α) θετικό καθαρό αποτέλεσμα προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων, εάν πρόκειται για οφειλέτη που τηρεί απλογραφικό λογιστικό σύστημα ή β) θετικά αποτελέσματα προ τόκων, φόρων και αποσβέσεων ή θετική καθαρή θέση, εάν πρόκειται για οφειλέτη που τηρεί διπλογραφικό λογιστικό σύστημα.
Ποιοι δεν μπορούν να υπαχθούν στη διαδικασία
Στη διαδικασία δεν μπορούν να υπαχθούν:
– πιστωτικά ιδρύματα, χρηματοδοτικά ιδρύματα και πάροχοι επενδυτικών υπηρεσιών, καθώς και υποκαταστήματα αλλοδαπών τέτοιων ιδρυμάτων και παρόχων που λειτουργούν στην Ελλάδα,
– Οργανισμοί Συλλογικών Επενδύσεων σε Κινητές Αξίες, Οργανισμοί Εναλλακτικών Επενδύσεων, και οι διαχειριστές αυτών,
– ασφαλιστικές εταιρείες,
– φυσικά ή νομικά πρόσωπα που έχουν υποβάλει αίτηση στο δικαστήριο για υπαγωγή στις διατάξεις του Ν. 4307/2014 (αναφορικά με την έκτακτη διαδικασία ρύθμισης υποχρεώσεων εμπόρων) ή του Πτωχευτικού Κώδικα, ή έχουν υπαχθεί στις ως άνω διαδικασίες, ή έχουν διακόψει την επιχειρηματική τους δραστηριότητα, ή βρίσκονται σε διαδικασία λύσης/εκκαθάρισης, ή έχουν καταδικαστεί με αμετάκλητη δικαστική απόφαση για ένα από τα προβλεπόμενα στον νόμο αδικήματα (π.χ. φοροδιαφυγή, νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, υπεξαίρεση, εκβίαση, πλαστογραφία, κ.λπ.).
Ποιες οφειλές εξαιρούνται
Από τη διαδικασία εξαιρούνται οι οφειλές που έχουν γεννηθεί μετά την 31η Δεκεμβρίου 2016, απαιτήσεις από ανακτήσεις κρατικών ενισχύσεων λόγω παραβίασης των σχετικών διατάξεων της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 6 του ΚΕΔΕ πιστωτές της επιχείρησης, των οποίων οι απαιτήσεις δεν υπερβαίνουν τα προβλεπόμενα από τον νόμο ποσά ή/και ποσοστά (μικροί πιστωτές).
Επίσης, εκτός διαδικασίας τίθεται και μια επιχείρηση στην οποία οι απαιτήσεις ενός πιστωτή υπερβαίνουν το 85% των συνολικών απαιτήσεων κατά του οφειλέτη. Η αίτηση υπαγωγής στη διαδικασία προωθείται στον εν λόγω πιστωτή για διμερή διαπραγμάτευση.
Ποιος μπορεί να εκκινήσει τη διαδικασία για την υπαγωγή στον μηχανισμό
Κατ’ αρχάς, ο οφειλέτης, ο οποίος μπορεί να υποβάλει αίτηση για υπαγωγή στη διαδικασία ηλεκτρονικά στην Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (ΕΓΔΙΧ) έως την 31η Δεκεμβρίου 2018 με τη χρήση ειδικής ηλεκτρονικής πλατφόρμας που θα τηρείται στην ιστοσελίδα της ΕΓΔΙΧ. Τη διαδικασία μπορούν να εκκινήσουν ως πιστωτές το Ελληνικό Δημόσιο, οι ΦΚΑ ή άλλο ΝΠΔΔ (περιλαμβανομένων των ΟΤΑ), ή οι χρηματοδοτικοί φορείς μπορούν κοινοποιώντας στον οφειλέτη έγγραφη πρόσκληση να υπαχθεί στον νόμο. Στην περίπτωση που ο οφειλέτης δεν ανταποκριθεί, χάνει το δικαίωμα να κινήσει ο ίδιος τη διαδικασία μεταγενέστερα, χωρίς να προσκληθεί εκ νέου από τους πιστωτές.
Τι πρέπει να περιέχει η αίτηση
Η αίτηση του οφειλέτη περιέχει υποχρεωτικά τα εξής:
α) πλήρη στοιχεία της επιχείρησης (επωνυµία, διεύθυνση, Α.Φ.Μ., ΚΑΔ, τηλέφωνο, ηλεκτρονική διεύθυνση), αναφορά στον κύκλο εργασιών του κατά την τελευταία χρήση πριν από την υποβολή της αίτησης και στις συνολικές υποχρεώσεις του έναντι των πιστωτών του,περιγραφή της δραστηριότητάς του, της οικονοµικής του κατάστασης, των λόγων της οικονοµικής του αδυναµίας και των προοπτικών της επιχείρησής του,
β) κατάλογο όλων των πιστωτών του µε πλήρη στοιχεία (επωνυµία, διεύθυνση, Α.Φ.Μ., τηλέφωνο, ηλεκτρονική διεύθυνση), των οφειλοµένων ποσών ανά πιστωτή και των συνοφειλετών που ευθύνονται έναντι κάθε πιστωτή,
γ) την πρότασή του για τον τρόπο ρύθµισης των οφειλών του, όπου αναφέρει τουλάχιστον το ποσό που είναι σε θέση να καταβάλει σε µηνιαία ή ετήσια βάση για την αποπληρωµή των οφειλών του, βασίζεται στα εκτιµώµενα έσοδα και έξοδα του οφειλέτη κατά τις επόµενες τρεις τουλάχιστον χρήσεις.
Από τι πρέπει να συνοδεύεται
Η αίτηση συνοδεύεται υποχρεωτικά και από:
α) κατάλογο των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη µε αναφορά στην εκτιµώµενη εµπορική αξία τους, έτσι ώστε να µπορεί να προσδιορισθεί η αξία ρευστοποίησης της περιουσίας του,
β) πλήρη περιγραφή των βαρών και λοιπών εξασφαλίσεων (είδος βάρους ή εξασφάλισης, πιστωτής, ασφαλιζόµενο ποσό, σειρά, δηµόσιο βιβλίο) που είναι εγγεγραµµένα επί των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη,
γ) πλήρη στοιχεία κάθε συνοφειλέτη (επωνυµία, πλήρη διεύθυνση, Α.Φ.Μ., τηλέφωνο, ηλεκτρονική διεύθυνση).
Τι θα πρέπει να συνυποβληθεί
Με την αίτηση συνυποβάλλονται υποχρεωτικά και τα εξής:
α) δήλωση για κάθε µεταβίβαση ή επιβάρυνση περιουσιακού στοιχείου του οφειλέτη που έγινε εντός των τελευταίων πέντε (5) ετών πριν από την υποβολή της αίτησης και για κάθε καταβολή µερίσµατος από τον οφειλέτη προς τους µετόχους ή εταίρους ή άλλη συναλλαγή, εκτός των τρεχουσών συναλλαγών της επιχείρησης, που έγινε εντός των τελευταίων 24 µηνών πριν από την υποβολή της αίτησης,
β) στοιχεία κάθε νοµικού προσώπου συνδεδεµένου µε τον οφειλέτη µε ηµεροµηνία σύστασης µεταγενέστερητης 1ης Ιανουαρίου 2012, καθώς και πλήρη στοιχεία ακινήτων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων που τυχόν µεταβιβάστηκαν από τον οφειλέτη ή τους συνοφειλέτες σε πρόσωπα συνδεδεµένα µε τον οφειλέτη µετά την 1η Ιανουαρίου 2012,
γ) κατάλογος των προσώπων που αµείβονται από τον οφειλέτη και τα οποία αποτελούν συνδεδεµένα πρόσωπα µε αυτόν, καθώς και ανάλυση των αµοιβών αυτών κατά τους τελευταίους 24 µήνες πριν από την υποβολή της αίτησης.
Στο σημείο αυτό, θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο οφειλέτης µπορεί να συνοδεύει την αίτησή του µε οποιοδήποτε άλλο έγγραφο, στοιχείο ή πληροφορία, την οποία θεωρεί σηµαντική για την επιτυχία της διαδικασίας.
Υπογραμμίζεται επίσης ότι η αξία των ακινήτων τα οποία δηλώνονται στην αίτηση καθορίζεται µε βάση έκθεση εκτιµητή ακινήτων, την οποία συνυποβάλλει ο οφειλέτης µε την αίτησή του. Αν ο οφειλέτης δεν προσκοµίσει έκθεση από εκτιµητή, ως αξία των ακινήτων στην αίτηση δηλώνεται η αξία που λαµβάνεται υπόψη για τον υπολογισµό του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ν. 4223/2013, Α΄ 287).
Ποια έγγραφα πρέπει να τη «συνοδεύουν» υποχρεωτικά
Η αίτηση συνοδεύεται υποχρεωτικά και από τα ακόλουθα έγγραφα:
α) δήλωση εισοδήµατος φυσικών προσώπων (E.1) ή δήλωση φορολογίας εισοδήµατος νοµικών προσώπων και νοµικών οντοτήτων (Ν ή Ε.5 ή Φ01.010 ή Φ01.013) των τελευταίων πέντε (5) φορολογικών ετών,
β) κατάσταση οικονοµικών στοιχείων από επιχειρηµατική δραστηριότητα (Ε.3) των τελευταίων πέντε φορολογικών ετών,
γ) συγκεντρωτικές καταστάσεις πελατών και προµηθευτών των τελευταίων πέντε φορολογικών ετών,
δ) δήλωση στοιχείων ακινήτων (Ε.9), εφόσον προβλέπεται η υποχρέωση υποβολής της,
ε) πράξη διοικητικού προσδιορισµού του φόρου εισοδήµατος (εκκαθαριστικό) του τελευταίου φορολογικού έτους,
στ) πράξη διοικητικού προσδιορισµού του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.) του τελευταίου φορολογικού έτους,
ζ) τελευταία περιοδική δήλωση ΦΠΑ (Φ2), εφόσον προβλέπεται η υποχρέωση υποβολής της,
η) καταστάσεις βεβαιωµένων οφειλών προς τη Φορολογική Διοίκηση και προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, οι οποίες πρέπει να έχουν εκδοθεί εντός των τελευταίων τριών (3) µηνών πριν από την ηµεροµηνία υποβολής της αίτησης,
θ) χρηµατοοικονοµικές καταστάσεις του άρθρου 16 του ν. 4308/2014 (Α’ 251) των τελευταίων πέντε (5) περιόδων, οι οποίες πρέπει να είναι δηµοσιευµένες, εφόσον προβλέπεται αντίστοιχη υποχρέωση,
ι) προσωρινό ισοζύγιο τελευταίου µηνός τεταρτοβάθµιων λογαριασµών του αναλυτικού καθολικού της γενικής λογιστικής, εφόσον προβλέπεται η κατάρτισή του,
ια) αντίγραφο ποινικού µητρώου γενικής χρήσης του οφειλέτη ή του πρόεδρου του διοικητικού συµβουλίου και του διευθύνοντος συµβούλου για ανώνυµες εταιρείες, του διαχειριστή για εταιρείες περιορισµένης ευθύνης και ιδιωτικές κεφαλαιουχικές εταιρείες, των οµόρρυθµων εταίρων και των διαχειριστών για προσωπικές εταιρείες,
ιβ) πιστοποιητικό περί µη πτώχευσης από το αρµόδιο Πρωτοδικείο,
ιγ) πιστοποιητικό περί µη κατάθεσης αίτησης πτώχευσης από το αρµόδιο Πρωτοδικείο,
ιδ) πιστοποιητικό περί µη λύσης της εταιρείας από το Γ.Ε.ΜΗ., εφόσον ο οφειλέτης είναι νοµικό πρόσωπο,
ιε) πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης του οφειλέτη ή του πρόεδρου του διοικητικού συµβουλίου και του διευθύνοντος συµβούλου για ανώνυµες εταιρείες, του διαχειριστή για εταιρείες περιορισµένης ευθύνης και ιδιωτικές κεφαλαιουχικές εταιρείες, των οµόρρυθµων εταίρων και των διαχειριστών για προσωπικές εταιρείες.
Ποια είναι η διαδικασία που ακολουθείται μετά την υποβολή της αίτησης;
Με την υποβολή της αίτησης, η ΕΓΔΙΧ ορίζει έναν συντονιστή από το ειδικό μητρώο που έχει συστήσει και ο οποίος καλείται να φέρει σε επαφή τον οφειλέτη και τους πιστωτές και να επιβλέψει έως το τέλος τη διαδικασία αναδιάρθρωσης των οφειλών. Για να προχωρήσει η διαδικασία απαιτείται να συμμετέχουν δικαιούχοι τουλάχιστον του 50% του συνόλου των απαιτήσεων κατά του οφειλέτη (μη λαμβανομένων υπόψη των απαιτήσεων προσώπων συνδεδεμένων με τον οφειλέτη).
Πού θα γίνονται οι συναντήσεις των εμπλεκομένων σε υποθέσεις αναδιάρθρωσης (οφειλετών, συντονιστών, πιστωτών);
Οπουδήποτε κρίνεται σκόπιμο. Ο νόμος δεν ορίζει συγκεκριμένο χώρο. Εκτιμάται ότι πολλές συναντήσεις θα γίνονται στα επιμελητήρια, αλλά αυτό δεν είναι δεσμευτικό.
Πώς διαχωρίζονται οι επιχειρήσεις σε μικρές και μεγάλες για τις ανάγκες του νόμου
Ως «μεγάλες επιχειρήσεις» νοούνται όσες κατά την τελευταία χρήση πριν από την υποβολή της αίτησης είχαν κύκλο εργασιών μεγαλύτερο 2.500.000 ευρώ ή έχουν συνολικές υποχρεώσεις (ληξιπρόθεσμες ή μη) υψηλότερες των 2.000.000 ευρώ.
Ως «μικρές επιχειρήσεις» νοούνται όσες κατά την τελευταία χρήση πριν από την υποβολή της αίτησης είχαν κύκλο εργασιών έως 2.500.000 ευρώ και συνολικές υποχρεώσεις (ληξιπρόθεσμες ή μη) 2.000.000 ευρώ.
Ποιος εκπονεί την αξιολόγηση βιωσιμότητας των μικρών επιχειρήσεων
Η εκπόνηση αξιολόγησης βιωσιμότητας του οφειλέτη μπορεί να ανατεθεί σε εμπειρογνώμονα, εφόσον υποβάλεται σχετικό αίτημα από συμμετέχοντες πιστωτές που είναι δικαιούχοι τουλάχιστον του ενός τρίτου του συνόλου των απαιτήσεων που συμμετέχουν στη διαδικασία.
Ποιος εκπονεί την αξιολόγηση βιωσιμότητας για τις μεγάλες επιχειρήσεις
Η εκπόνηση αξιολόγησης βιωσιμότητας και του σχεδίου αναδιάρθρωσης οφειλών του οφειλέτη που αποτελεί μεγάλη επιχείρηση ανατίθεται υποχρεωτικά σε εμπειρογνώμονα (υποχρεωτικός διορισμός εμπειρογνώμονα). Η επιλογή και ο διορισμός του εμπειρογνώμονα γίνεται με κοινή απόφαση του οφειλέτη και της απόλυτης πλειοψηφίας των συμμετεχόντων πιστωτών.
Σημειώνεται ότι η ανάθεση σε εμπειρογνώμονα της αξιολόγησης βιωσιμότητας του οφειλέτη μπορεί να παραλειφθεί, εφόσον έχει εκπονηθεί από οποιονδήποτε πιστωτή αξιολόγηση βιωσιμότητας του οφειλέτη εντός των τελευταίων 12 μηνών πριν από την υποβολή της αίτησης.
Τι ποσοστό απαιτείται για την έγκριση αναδιάρθρωσης των οφειλών
Για την έγκριση πρότασης αναδιάρθρωσης οφειλών απαιτείται συμφωνία του οφειλέτη και πλειοψηφία των 3/5 των συμμετεχόντων πιστωτών, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται τα 2/5 των συμμετεχόντων πιστωτών με ειδικό προνόμιο, ήτοι υποθήκη, προσημείωση, ενέχυρο ή άλλο προνόμιο του άρθρου 976 του ΚΠολΔ. Εφόσον εγκριθεί η πρόταση αναδιάρθρωσης υπογράφεται η σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών από τον οφειλέτη και τους συναινούντες πιστωτές, διαφορετικά η διαδικασία θεωρείται περαιωθείσα ως άκαρπη.
Πώς διαμορφώνεται η σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών
Οι πιστωτές και ο οφειλέτης μπορούν να διαμορφώνουν ελεύθερα το περιεχόμενο της σύμβασης αναδιάρθρωσης.
Οι περιορισμοί και οι εξαιρέσεις
Από τη σύμβαση αναδιάρθρωσης:
α) Δεν επιτρέπεται πιστωτής να περιέλθει σε χειρότερη οικονομική θέση από αυτή που θα βρισκόταν σε περίπτωση ρευστοποίησης της περιουσίας του οφειλέτη.
β) Οι πιστωτές λαμβάνουν ποσά και άλλα ανταλλάγματα τουλάχιστον ισάξια με τα ποσά που θα ελάμβαναν σε περίπτωση ρευστοποίησης της περιουσίας των συνοφειλετών και των βεβαρημένων υπέρ τους περιουσιακών στοιχείων τρίτων.
γ) Ποσά και άλλα ανταλλάγματα που απομένουν προς διανομή μετά τη διανομή των προβλεπόμενων στις ως άνω δύο περιπτώσεις διανέμονται στους πιστωτές συμμέτρως κατά το μέρος των απαιτήσεών τους που απομένει ανεξόφλητο.
Πώς προαφαιρούνται τα πρόστιμα και οι προσαυξήσεις
Εάν από τη διαδικασία αναδιάρθρωσης των χρεών μιας επιχείρησης, οι πιστωτές δεν έρχονται σε χειρότερη οικονομική θέση από αυτή στην οποία θα βρίσκονταν σε περίπτωση ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη, τότε προαφαιρούνται:
– το σύνολο των τόκων υπερημερίας των πιστωτών του ιδιωτικού τομέα,
– ποσοστό 95% των απαιτήσεων του Δημοσίου από πρόστιμα που έχουν επιβληθεί από τη φορολογική διοίκηση και ποσοστό 85% των απαιτήσεων του Δημοσίου και των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης από προσαυξήσεις ή τόκους εκπρόθεσμης καταβολής.
Πότε πληρώνονται και πότε διαγράφονται
Τα παραπάνω ποσά συνυπολογίζονται στη διανομή μόνο στην περίπτωση και κατά την έκταση που το επιτρέπει η ικανότητα αποπληρωμής του οφειλέτη και αποπληρώνονται, εν όλω ή εν μέρει, μόνο εφόσον έχουν αποπληρωθεί πλήρως οι λοιπές απαιτήσεις των πιστωτών. Δηλαδή, αν η επιχείρηση έχει δυνατότητα αποπληρωμής και αυτών των οφειλών, θα τις αποπληρώνει.
Σε αντίθετη περίπτωση, δηλαδή αν η επιχείρηση δεν μπορεί, τα παραπάνω ποσά διαγράφονται μετά την ολοσχερή εξόφληση όλων των οφειλών, με βάση τη σύμβαση αναδιάρθρωσης.
Ποιες οφειλές μπορούν να διαγραφούν
Όλες οι οφειλές μπορούν να διαγραφούν, με εξαίρεση την κύρια οφειλή που έχει προκύψει από τη μη απόδοση παρακρατούμενων οφειλών για φορείς κοινωνικής ασφάλισης.
Πόσο δεσμευτική είναι η απόφαση επικύρωσης;
Η απόφαση επικύρωσης καταλαμβάνει το σύνολο των απαιτήσεων του οφειλέτη που ρυθμίζονται στη σύμβαση αναδιάρθρωσης και δεσμεύει τον οφειλέτη και το σύνολο των πιστωτών, ανεξαρτήτως της συμμετοχής τους στη διαπραγμάτευση ή τη σύμβαση. Η απόφαση επικύρωσης δεν υπόκειται σε ένδικο μέσο. Αντίθετα, κατά της απορριπτικής απόφασης επιτρέπεται η άσκηση έφεσης.
Πότε καταπίπτει η συμφωνία αναδιάρθρωσης
Αν ο οφειλέτης δεν καταβάλει οποιοδήποτε ποσό σε πιστωτή σύμφωνα με τη σύμβαση αναδιάρθρωσης για διάστημα μεγαλύτερο των 90 ημερών, ο πιστωτής δικαιούται να ζητήσει από το δικαστήριο την ακύρωση της συμφωνίας ως προς όλους. Επίσης, επέρχεται αυτοδικαίως ανατροπή της σύμβασης αναδιάρθρωσης έναντι του Δημοσίου ή των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης (ΦΚΑ) και αναβίωση των απαιτήσεών τους στις εξής περιπτώσεις:
– Μη καταβολή ή μερική καταβολή δόσεων προς τη Φορολογική Διοίκηση ή τους ΦΚΑ, όπως προσδιορίζονται στη σύμβαση αναδιάρθρωσης, έως τη συμπλήρωση του ποσού που αντιστοιχεί σε 3 δόσεις.
– Παράλειψη του οφειλέτη να υποβάλει τις προβλεπόμενες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, ΦΠΑ και ΑΠΔ εντός 3 μηνών από την παρέλευση της προθεσμίας υποβολής τους, και
– Παράλειψη του οφειλέτη να εξοφλήσει ή να τακτοποιήσει με νόμιμο τρόπο, με αναστολή είσπραξης ή ρύθμιση τμηματικής καταβολής, τις οφειλές του είτε προς το Δημόσιο ή υπέρ τρίτων που εισπράττονται από τη Φορολογική Διοίκηση ή προς τους ΦΚΑ, οι οποίες βεβαιώθηκαν μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2016, εντός 90 ημερών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της σύμβασης ή, σε περίπτωση δικαστικής επικύρωσης, από την ημερομηνία επικύρωσης της σύμβασης, ή προκειμένου για οφειλές που κατέστησαν ληξιπρόθεσμες μετά την έναρξη ισχύος ή την επικύρωση της σύμβασης, εντός 60 ημερών από τη λήξη της νόμιμης προθεσμίας καταβολής τους.
Πότε είναι άκυρη η σύμβαση αναδιάρθρωσης για το Δημόσιο;
Άκυρη είναι για το Δημόσιο όταν όρος της σύμβασης αναδιάρθρωσης προβλέπει:
– Την αποπληρωμή οφειλών προς το Δημόσιο σε περισσότερες από 120 δόσεις.
– Την τμηματική αποπληρωμή οφειλών προς το Δημόσιο ανά διαστήματα που υπερβαίνουν τον μήνα.
– Την καταβολή μηνιαίας δόσης μικρότερης των 50 ευρώ.
Την παροχή περιόδου χάριτος για την αποπληρωμή οφειλών προς το Δημόσιο.
– Την ικανοποίηση απαιτήσεών του με άλλα ανταλλάγματα αντί χρηματικού ποσού.