Χρηματική αποζημίωση συνολικού ύψους 38,3 εκατ. ευρώ διεκδικεί από την τράπεζα Eurobank Ergasias, με αγωγή, που υπέβαλε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ρόδου, η εταιρεία «Μαρίνες Ρόδου ΑΕ», που διαχειρίζεται την μαρίνα της Ρόδου, υποστηρίζοντας ότι έχει υποστεί οικονομική ζημία από αντισυμβατική συμπεριφορά της τράπεζας, η οποία μάλιστα έφτασε στο σημείο να καταγγείλει τις δανειακές της συμβάσεις.
Η υπόθεση αναμένεται να απασχολήσει για μεγάλο χρονικό διάστημα την δικαιοσύνη αφού η ένδικη διαφορά είναι εξαιρετικά σύνθετη και τα όσα καταγγέλλονται είναι εξαιρετικά σοβαρά.
Η τράπεζα συγκεκριμένα είχε πωλήσει τον Ιούνιο του 2009 το 60% του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας «Μαρίνες Ρόδου ΑΕ» έναντι 5 εκατ. ευρώ σε μια άλλη ανώνυμη εταιρεία.
Η «Μαρίνες Ρόδου ΑΕ» είχε τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους αναλάβει την κατασκευή του τουριστικού λιμένα και την χρηματοδότηση του έργου έως τον Σεπτέμβριο του 2041, ενώ το έργο όφειλε να έχει ολοκληρωθεί έως τον Σεπτέμβριο του 2009. Η διάρκεια της μίσθωσης παρατάθηκε στην πορεία για το έτος 2061 ενώ η τράπεζα πέραν της θέσεως της ως μετόχου είχε αναλάβει και την δανειοδότηση της επένδυσης.
Οταν πώλησε τις μετοχές της σε μια άλλη ΑΕ είχε ήδη χρηματοδοτήσει το έργο με 3,3 εκατ. ευρώ περίπου, ενώ είχε εκδώσει δύο εγγυητικές επιστολές ύψους ενός εκατ. ευρώ περίπου.
Η Ανώνυμη Εταιρεία, που αγόρασε τις μετοχές της τράπεζας της είχε παραχωρήσει ως ενέχυρο το 62,5% των μετοχών της εταιρείας «Μαρίνες Ρόδου ΑΕ».
Η ενάγουσα διατείνεται ότι η τράπεζα δεν άσκησε την προσήκουσα επιμέλεια για την εμπρόθεσμη εκτέλεση του έργου με κίνδυνο η «Μαρίνες Ρόδου ΑΕ» να βρεθεί έκπτωτη και για τον λόγο αυτό πώλησε τις μετοχές της σε άλλη ΑΕ.
Εν πάση περιπτώσει η «Μαρίνες Ρόδου ΑΕ» αποπεράτωσε μερικώς το έργο της κατασκευής του τουριστικού λιμένα, πλην του μεγαλύτερου κτηρίου λόγω διακοπής της χρηματοδότησης από την τράπεζα, τον Ιούνιο του 2015.
Υποστηρίζει ότι η τράπεζα δεν της χορήγησε ένα μέρος του δανείου, ύψους περίπου 500.000 ευρώ και παρά την αντισυμβατική συμπεριφορά της κατόρθωσε να ξεκινήσει την δοκιμαστική λειτουργία του έργου τον Ιούλιο του 2015.
Η ενάγουσα διατείνεται ότι κατά τη πώληση του 60% των μετοχών της εταιρείας σε άλλη ΑΕ από την τράπεζα η τελευταία παρέστησε παραπλανητικά πως δήθεν η αξία κάθε πωλούμενης μετοχής ήταν 1,2728 ευρώ. Ισχυρίζεται ότι τα οικονομικά στοιχεία που είχαν παρουσιαστεί στον ισολογισμό της χρήσης του 2006 δεν ήταν αληθή γιατί κανένα απολύτως κατασκευαστικό έργο είχε εκτελεσθεί μέχρι τον Ιούλιο του 2009 στο τουριστικό λιμένα και τα πάγια στοιχεία του ενεργητικού της Μαρίνες Ρόδου ΑΕ ήταν παντελώς ανακριβή.
Ισχυρίζεται ότι το 2008 με τη συναίνεση της τράπεζας είχε χορηγηθεί στον εργολάβο που θα κατασκεύαζε τον τουριστικό λιμένα, μια ανώνυμη τεχνική εταιρεία, προκαταβολή δανείου ποσού 3,3 εκατ. ευρώ καθώς και το μεγαλύτερο μέρος του μετοχικού κεφαλαίου ύψους 4,4 εκατ. ευρώ.
Εκτέλεσε ωστόσο έργο αξίας μόλις 510.000 ευρώ, όπως διατείνεται η ενάγουσα!
7,7 εκατ. ευρώ έτσι φέρονται, όπως ισχυρίζεται η ενάγουσα, να χαρακτηρίστηκαν επισφαλής απαίτηση μη δυνάμενη να εισπραχθεί.
Υποστηρίζει δε ότι αντί να διαγράψουν την απαίτηση της άνω προκαταβολής, αφού τη χαρακτήρισαν ως επισφαλή, μεταφέροντας την ως ζημία της εταιρείας, την παρουσίασαν ως δήθεν έξοδο λειτουργίας και πρώτης εγκατάστασης προκειμένου να αποσβεστεί εντός 5ετίας, εις βάρος βεβαίως της Μαρίνες Ρόδου ΑΕ.
Διατείνεται μάλιστα ότι σε γενική συνέλευση οι ορισθέντες ελεγκτές της χρήσης του 2008, αρνήθηκαν να εγκρίνουν τις ως άνω εγγραφές και παραιτήθηκαν. Η τράπεζα, όπως υποστηρίζει η ενάγουσα, είχε αποκρύψει τα ανωτέρω από την ανώνυμη εταιρεία στην οποία πώλησε τις μετοχές.
Στον ισολογισμό χρήσης 2009 αποτυπώθηκε η πραγματική κατάσταση με αποτέλεσμα τα απομένοντα ίδια κεφάλαια να καταστούν αρνητικά και ανεδείχθη η ακάλυπτη από το μετοχικό κεφάλαιο ζημία ύψους 1,2 εκατ. ευρώ, περίπου. Η ενάγουσα έτσι υποστηρίζει ότι η πραγματική αξία των πωληθεισών μετοχών κατά το χρόνο της πωλήσεως τους ήταν μηδενική και μάλιστα η εταιρεία που αγόρασε τις μετοχές από την τράπεζα έχει ασκήσει άλλη αγωγή. Ακολούθησε μάλιστα αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου κατά το ποσό των 6.,2 εκατ. ευρώ το οποίο καλύφθηκε εξολοκλήρου από την ανώνυμη εταιρεία που είχε αγοράσει από την τράπεζα την πλειοψηφία των μετοχών.
Η ενάγουσα υποστηρίζει παραπέρα ότι η τράπεζα αρνήθηκε να ανταποκριθεί στην συμβατική της υποχρέωση έναντι της και να συμπράξει στην έκδοση ομολογιακού δανείου ενώ την επιβάρυνε με την καταβολή υπέρογκων τόκων.
Ειδικότερα, η κάλυψη του ομολογιακού δανείου δεν έχει πραγματοποιηθεί μέχρι σήμερα, οκτώ χρόνια από την σχετική υπόσχεση της τράπεζας κι ενώ έχει ολοκληρωθεί η κατασκευή του έργου. Επιπλέον, όπως διατείνεται η ενάγουσα, η τράπεζα προέβη σε καταγγελία των δανειακών της συμβάσεων!