Αντιμέτωπες με την προοπτική συρρίκνωσης είναι οι ελληνικές τράπεζες, καθώς θα εντείνεται τα προσεχή χρόνια η προσπάθεια μείωσης των «κόκκινων» δανείων, που θα οδηγήσει σε απομόχλευση των δανειακών χαρτοφυλακίων.
Αυτό επισημαίνει σε έκθεσή της η Bank of America, παραπέμποντας στο παράδειγμα χωρών όπως η Ισπανία και η Ιρλανδία, οι τράπεζες των οποίων οδηγήθηκαν σε συρρίκνωση μετά και την επιτάχυνση του προγράμματος μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Οι αναλυτές του διεθνούς οίκου εκτιμούν πως μια δημόσια «κακή τράπεζα» που θα αγόραζε στοιχεία ενεργητικού στη λογιστική τους αξία, θα βοηθούσε και θα είχε θετική επίπτωση στην εμπιστοσύνη.
Σύμφωνα με την Bank of America, ο ιδιωτικός τομέας στην Ελλάδα έχει περιθώρια να περιορίσει τον δανεισμό του προς τις τράπεζες. Αν και ο δείκτης δανεισμού προς το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν είναι χαμηλός σε σχέση με τις άλλες υπό σύγκριση χώρες (Ιρλανδία, Ισπανία, Ιταλία και Κύπρο), στην Ελλάδα η πραγματική επιβάρυνση του ιδιωτικού τομέα επιδεινώνεται λόγω της υψηλής φορολογίας, που μειώνει τα περιθώρια δανεισμού των ελληνικών επιχειρήσεων και των νοικοκυριών. Η δημοσιονομική προσαρμογή, που βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στα μεγάλα φορολογικά βάρη, αναμένεται να κρατήσει χαμηλά το ενδιαφέρον για προσφυγή σε δανεισμό, τη στιγμή μάλιστα που τα επιτόκια παραμένουν σε υψηλά επίπεδα.
Ετσι ο όγκος των δανείων που θα χορηγηθούν τα προσεχή χρόνια δεν θα αντισταθμίσει τη μείωση του χαρτοφυλακίου από τα «κόκκινα» δάνεια. Μικρότερα δανειακά χαρτοφυλάκια σημαίνει χαμηλότερα κέρδη για τις τράπεζες και ως εκ τούτου μικρότερη λογιστική αξία. Κατά συνέπεια, οι αναλυτές του διεθνούς οίκου είναι πιο αρνητικοί και αξιολογούν και τις τέσσερις ελληνικές τράπεζες με «Underperform», ενώ η τρίτη αξιολόγηση που αναμένεται το φθινόπωρο, θα είναι δύσκολη, όπως σημειώνουν, και θα αυξήσει την αβεβαιότητα. Οσον αφορά τα έσοδα από τόκους και τα προ φόρων κέρδη, οι προβλέψεις τους είναι 10%-15% και 10%-35% κάτω από τον μέσο όρο των αναλυτών.
Η Bank of America Merill Lynch υποβαθμίζει την τιμή-στόχο της μετοχής της Αlpha σε 1,83 ευρώ από 2,33 και της Εθνικής σε 0,32 ευρώ από 0,36. Την ίδια στιγμή αναβαθμίζει την τιμή-στόχο για τη μετοχή της Πειραιώς σε 4,62 ευρώ από 4 ευρώ και της Eurobank σε 0,94 από 0,8 ευρώ. Παράλληλα υποβαθμίζει τη σύσταση της μετοχής των Alpha και Εθνική σε «Underpeform» από «Neutral».
Σύμφωνα με την ανάλυση της Bank of America Merill Lynch, τα νέα δάνεια δεν θα αντισταθμίσουν τον αντίκτυπο της απομόχλευσης, κυρίως γιατί τα επιτόκια στα νέα δάνεια είναι πολύ υψηλά και θα περιορίσουν το μέγεθος των νέων όγκων. Επιπλέον, το spread των επιτοκίων αυτών σε σχέση με την Ισπανία, την Ιταλία ή άλλες χώρες της Ευρωζώνης βρίσκεται στο υψηλότερο επίπεδο μετά την κρίση. Είναι χαρακτηριστικό ότι σύμφωνα με τα στοιχεία του διεθνούς οίκου το επιτοκιακό περιθώριο των τεσσάρων συστημικών ελληνικών τραπεζών είναι από τα υψηλότερα μεταξύ των 27 τραπεζών που εξετάζει, ενώ τα στοιχεία από την Πειραιώς δείχνουν πως τα επιτόκια στα νέα δάνεια είναι αρκετά υψηλότερα σε σχέση με τα παλιότερα σε όλες τις κατηγορίες δανείων.
Αν και τα υψηλότερα επιτόκια είναι θετικά για τα περιθώρια κέρδους, αναμένεται να αποθαρρύνουν τη λήψη νέων δανείων. Ιδίως από τη στιγμή που κατά τη διάρκεια του κύκλου ανάκαμψης των ελληνικών αναμένεται αύξηση των επιτοκίων και τα στοιχεία της ΕΚΤ δείχνουν ότι σχεδόν όλα τα νέα δάνεια του ιδιωτικού τομέα είναι με κυμαινόμενο επιτόκιο.