Οσοι αναμένουν κάποια συνταρακτική είδηση από τον Μάριο Ντράγκι για την πορεία του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης των 2,3 τρισ. ευρώ, μετά τη συνεδρίαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) την προσεχή Πέμπτη, μάλλον θα απογοητευθούν. Για να μάθουν κάτι νεότερο, θα πρέπει να περιμένουν έως τον Οκτώβριο. Αναλυτές προβλέπουν ότι θα ανακοινωθεί τον επόμενο μήνα η παράταση του προγράμματος, αλλά με λιγότερες αγορές κρατικών ομολόγων (40 δισ. ευρώ από 60 δισ. ευρώ) κάθε μήνα από τις αρχές του 2018. Ο κεντρικός τραπεζίτης της Αυστρίας και μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Ευρωτράπεζας Εβαλντ Νοβότνι είπε χθες ότι δεν τίθεται ζήτημα «απότομου» τερματισμού του προγράμματος αλλά σταδιακής μείωσή του. «Το ερώτημα δεν είναι αν θα πρέπει να πατήσει η ΕΚΤ απότομα φρένο. Το ερώτημα είναι πώς θα εισέλθουμε σε φάση εξομάλυνσης», δήλωσε ο κεντρικός τραπεζίτης, στο πλαίσιο των εργασιών ενός οικονομικού συνεδρίου που έγινε στην Αυστρία.
Δημοσκόπηση την οποία έκανε το πρακτορείο Reuters και πήραν μέρος 66 οικονομολόγοι, καταλήγει στην εκτίμηση ότι η ΕΚΤ θα αναγγείλει μείωση των μέτρων ποσοτικής χαλάρωσης και ειδικότερα των μηνιαίων αγορών κρατικών ομολόγων της Ευρωζώνης τον Οκτώβριο, με στόχο να ματαιωθεί εξ ολοκλήρου το πρόγραμμα έως τα τέλη του 2018. Oι περισσότεροι αναλυτές διαβλέπουν, ως εκ τούτου, πτώση των μηνιαίων αγορών κρατικών ομολόγων από τα 60 δισ. ευρώ που ισχύουν σήμερα στα 40 δισ. ευρώ, από τις αρχές του 2018.
Τα σενάρια για παράταση των αγορών κρατικών ομολόγων οδήγησαν σε άνοδο τις τιμές τους στην Ευρωζώνη και κατ’ επέκταση σε πτώση τις αποδόσεις τους. Το κόστος δανεισμού για την Ιταλία, την Ισπανία και την Πορτογαλία υποχώρησε χθες κατά 2 με 3 μονάδες βάσης.
Καθοριστικό ρόλο στα σενάρια για τη συνέχιση του προγράμματος αγοράς κρατικών ομολόγων από την ΕΚΤ παίζει η άνοδος του ευρώ, που διατηρεί σε χαμηλά επίπεδα τον πληθωρισμό και έτσι δυσχεραίνει την άνοδό του κοντά στο 2%, που είναι και ο επιθυμητός στόχος. Την Πέμπτη ανακοινώθηκε από τη Eurostat ότι ο πληθωρισμός διαμορφώθηκε τον Αύγουστο στο 1,5%, δηλαδή υψηλότερα από το 1,3% του Ιουλίου αλλά και πάλι αρκετά χαμηλότερα από τον στόχο για ενίσχυση των τιμών κοντά στο 2%.
Το ευρώ έχει αναρριχηθεί 14% έναντι του δολαρίου από τις αρχές του έτους, γεγονός που αποθαρρύνει τους αξιωματούχους της Ευρωτράπεζας να προχωρήσει σε αύξηση των επιτοκίων. Σήμερα, τα επιτόκια της ΕΚΤ κινούνται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα. Ο κ. Νοβότνι δήλωσε ότι «δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια για αύξηση όσο ο πληθωρισμός είναι χαμηλός». «Η ΕΚΤ δεν μπορεί να προβλέψει με σαφήνεια την πορεία του πληθωρισμού», σχολιάζει ο Ντάνιελ Λεζ, στρατηγικός αναλυτής της DZ Bank. Ενας από τους λόγους που οι τιμές διατηρούνται σε χαμηλά επίπεδα είναι η πτώση των τιμών του πετρελαίου, αν και η ΕΚΤ παρακολουθεί στενά και τον δομικό πληθωρισμό (εξαιρείται το κόστος ενέργειας και τροφίμων). Η ΕΚΤ έχει, ούτως ή άλλως, δεσμευθεί να διατηρήσει το βασικό της επιτόκιο στο μηδέν και το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων των εμπορικών τραπεζών στο -0,4%, αν κριθεί αναγκαίο και μετά τον τερματισμό του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης.
Στην τελευταία συνεδρίαση, ο κ. Ντράγκι υποστήριξε ότι «δεν υπάρχει καμία βιασύνη για να προχωρήσουμε σε μείωση των μέτρων ποσοτικής χαλάρωσης». Πρόσθεσε, επίσης, ότι το διοικητικό συμβούλιο έχει αποδείξει στο παρελθόν ότι βρίσκει τις κατάλληλες λύσεις αν οι τιμές καταναλωτή εξακολουθήσουν να κινούνται εκτός πλαισίου του καταστατικού της ΕΚΤ. H Γερμανία ασκεί πιέσεις για τον τερματισμό της χαλαρής νομισματικής πολιτικής στην Ευρωζώνη. Το Βερολίνο υποστηρίζει με κάθε ευκαιρία ότι τα αρνητικά επιτόκια πλήττουν τις αποταμιεύσεις των πολιτών.