Το ποσό των 27 δισ. στερλινών, δηλαδή των 30 δισ. ευρώ, που θα λείψουν από τον κοινοτικό προϋπολογισμό χωρίς τη συνδρομή της Βρετανίας, είναι διατεθειμένη να καταβάλει στην Ε.Ε. η Βρετανίδα πρωθυπουργός, προκειμένου να ξεμπλοκάρει τις συνομιλίες για την επόμενη μέρα μετά το Brexit. Αναμένεται να το ανακοινώσει σε ομιλία της στη Βενετία στις 22 Σεπτεμβρίου, οπότε και θα αναφερθεί στο αίτημά της για μεταβατικό διάστημα από το 2019 έως το 2021. Στελέχη της κυβέρνησης χαρακτηρίζουν βαρυσήμαντη την αναμενόμενη ομιλία, καθώς η Τερέζα Μέι αναμένεται να αναφερθεί στην προοπτική να εξακολουθήσει να καταβάλλει η Βρετανία εισφορές στον κοινοτικό προϋπολογισμό κατά τη μεταβατική περίοδο.
Σύμφωνα με σχετικό δημοσίευμα των Financial Times, είναι ήδη κοινό μυστικό στη Βρετανία ότι η Τερέζα Μέι είναι διατεθειμένη να καλύψει το κενό των 30 δισ. ευρώ, κάτι που, άλλωστε, σχολίασε ο πρώην αντιπρόεδρος της βρετανικής κυβέρνησης, Νικ Κλεγκ. Εχουν προηγηθεί επανειλημμένως προειδοποιήσεις από τις Βρυξέλλες ότι δεν πρόκειται να αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις για τη μελλοντική σχέση της Βρετανίας με την Ε.Ε., εάν δεν σημειωθεί πρώτα σημαντική πρόοδος σε ό,τι αφορά τους όρους του «διαζυγίου», συμπεριλαμβανομένου του οικονομικού σκέλους. Αξιωματούχοι της Ε.Ε. έχουν, άλλωστε, προειδοποιήσει στελέχη της κυβέρνησης Μέι πως οποιαδήποτε μεταβατική περίοδος συνεπάγεται πρόσθετες εισφορές, προκειμένου να διατηρήσει η Βρετανία πρόσβαση στην ενιαία αγορά. Σύμφωνα, πάντως, με τον Γάλλο πρωθυπουργό Εντουάρ Φιλίπ, πρόθεση της Ε.Ε. δεν είναι να υιοθετήσει σκληρή στάση απέναντι στη Βρετανία στις συνομιλίες για τους όρους του Brexit, αλλά το ζητούμενο είναι να προχωρήσει η διαδικασία με συντεταγμένο τρόπο και βάσει προγράμματος.
Μιλώντας από το Βερολίνο, ο κ. Φιλίπ τόνισε ότι «η αλήθεια είναι ότι πρόκειται για δύσκολες διαπραγματεύσεις». Το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βρετανίας αναφέρει στις τελευταίες εκτιμήσεις του ότι ακόμη και μετά το Brexit η χώρα θα επιβαρύνεται με κόστος ίσο με εκείνο της παραμονής της στην Ε.Ε. Ειδικότερα προβλέπει πως το Λονδίνο θα καταβάλλει από 16 δισ. έως 17 δισ. στερλίνες ετησίως από το 2019 έως το 2021.
Αν, πάντως, η κυβέρνηση είναι διατεθειμένη να εξακολουθήσει να καταβάλλει στην Ε.Ε. τις εισφορές της για τη γεωργία, την ανάπτυξη της υπαίθρου και την έρευνα, τότε θα μειωθούν οι καθαρές εισφορές περίπου στα 9 δισ. στερλίνες τον χρόνο, ποσό αντίστοιχο των 10 δισ. ευρώ. Εν τω μεταξύ, η στερλίνα σημείωσε χθες άνοδο στα υψηλότερα επίπεδα από τον Ιούνιο του 2016 και το δημοψήφισμα του Brexit, και υπερέβη το 1,36 δολ. όταν ο Γκέρταν Βλίγκε, στέλεχος της Τράπεζας της Αγγλίας, δήλωσε ότι επίκειται αύξηση των επιτοκίων. Αργότερα υποχώρησε στο 1,3581 δολ.