Τo δημοψήφισμα της 1ης Οκτωβρίου για την ανεξαρτητοποίηση της Καταλονίας διχάζει. Μερίδα ευρωβουλευτών, του Τύπου, αλλά και το κίνημα για την ανεξαρτητοποίηση της Καταλονίας κατηγορούν την ΕΕ ότι αντιδρά ασθενώς στα γεγονότα της περασμένης Κυριακής. Έχει όμως το δικαίωμα να επέμβει στο συγκεκριμένο ζήτημα;
Ο Στέφεν Μπλόκμανς, καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και εταίρος στο think tank Center for European Policy Studies στις Βρυξέλλες, μιλώντας στην DW, εφιστά την προσοχή στο “απαραβίαστο της εδαφικής κυριαρχίας και την ταυτότητα του ίδιου του ισπανικού κράτους, τα οποία προστατεύονται από επεμβάσεις μέσω των ευρωπαϊκών συνθηκών. Και ως εκ τούτου διαπίστωσε η Κομισιόν ότι δεν θα αναμειχθεί στα εσωτερικά ζητήματα της Ισπανίας. Διότι σε αυτήν την περίπτωση έχουμε να κάνουμε με τη συνταγματική τάξη στην Ισπανία”.
Όπως υπογραμμίζει ο βέλγος καθηγητής, “σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο κανείς δεν έχει το δικαίωμα απόσχισης από ένα κράτος. Αυτό είναι εφικτό μόνον εφόσον υπάρχει μια αμοιβαία συμφωνία πάνω σε μια τέτοια διαδικασία. Και μία τέτοια δεν υφίσταται μεταξύ Μαδρίτης και Βαρκελώνης. Από τη διεθνή οπτική γωνία, μια μονομερής ανακήρυξη ανεξαρτησίας εκ μέρους της Καταλονίας δεν θα αναγνωριζόταν ούτε από την Ισπανία ούτε από οποιοδήποτε άλλο κράτος του κόσμου”.
Διαφορετική η περίπτωση της Σκωτίας
Ο Στέφεν Μπλόκμανς εξηγεί ότι διαφέρει η περίπτωση του αντίστοιχου δημοψηφίσματος που είχε οργανωθεί το 2014 στη Σκωτία, με την κυβέρνηση του Ντέιβιντ Κάμερον στο Λονδίνο να δηλώνει τότε ότι θα σεβαστεί το αποτέλεσμα της κάλπης. Στην Ισπανία δεν υπήρχε αντίστοιχη βάση μεταξύ Μαδρίτης και Βαρκελώνης, όπου η περιφερειακή κυβέρνηση επιρρίπτει στην κεντρική κυβέρνηση στη Μαδρίτη ότι καταπατά βάναυσα τα θεμελιώδη δικαιώματα και τα δικαιώματα των μειονοτήτων.
Το αν αυτές οι κατηγορίες ευσταθούν “σηκώνει συζήτηση, ειδικά μετά τη δράση της αστυνομίας την Κυριακή κατά της απόπειρας να διεξαχθεί το δημοψήφισμα. Είδαμε βίαιες εικόνες και θα μπορούσαμε να πούμε ότι εκεί καταπατήθηκαν τα δικαιώματα των ανθρώπων. Ωστόσο, πρέπει να δούμε επίσης το γεγονός ότι ήθελαν να συμμετάσχουν σε ένα παράνομο δημοψήφισμα και έπρεπε να γνωρίζουν ότι θα παρεμποδίζονταν από την αστυνομία να το πράξουν. Σε αυτή την περίπτωση θα μπορούσαμε να πούμε ότι η αστυνομία αντέδρασε με τρόπο δυσανάλογο”.
Σύμφωνα με τον Στέφεν Μπλόκμανς, οι Καταλανοί χρησιμοποιούν τη δράση της αστυνομίας ως επιχείρημα “για να νομιμοποιήσουν εν μέρει το κάλεσμά τους για ανεξαρτησία. Λένε “κοιτάξτε εδώ πώς μας μεταχειρίζεται η Μαδρίτη! Είναι εμφανές ότι πρόκειται για καθαρή καταστολή”. Το Άρθρο 2 των ευρωπαϊκών συνθηκών ορίζει ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα και τα δικαιώματα των μειονοτήτων πρέπει να προστατεύονται. Και σε αυτό το σημείο θα μπορούσε να πει κανείς ότι η Κομισιόν θα έπρεπε να ενεργήσει εφόσον ένα κράτος μέλος πράγματι τα παραβιάζει”.
Η Κομισιόν δεν μπορεί να εξωθήσει τη Μαδρίτη σε διάλογο
Πάντως, σύμφωνα με τον βέλγο καθηγητή, είναι αδύνατο για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να εξαναγκάσει την ισπανική κυβέρνηση να προσέλθει στο τραπέζι του διαλόγου με την καταλανική πλευρά. Όπως εξηγεί, “η κυβέρνηση στη Μαδρίτη πρέπει να αποφασίσει μόνη της εάν θα αναζητήσει έναν πιο εποικοδομητικό τρόπο να διαχειριστεί τα συναισθήματα που έχουν αναζωπυρωθεί σε μια από τις σημαντικότερες περιφέρειές της”.
Κατά τον Στέφεν Μπλόκμανς, απαιτείται μια πολιτική λύση του ζητήματος. Με περισσότερη αυτονομία για την Καταλονία, ίσως ακόμη και με μια συνταγματική τροποποίηση, όπως λέει. “Εδώ βλέπουμε μια κλιμάκωση που πρέπει να σταματήσει μέσω διεθνούς διαμεσολάβησης. Η Κομισιόν δεν μπορεί να το κατορθώσει διότι δεν έχει αξιοπιστία στους Καταλανούς, αν και αυτοί της ζητούν τώρα βοήθεια. Το ζητούμενο είναι αρχικά να κερδηθεί χρόνος για συνομιλίες μεταξύ των δύο πλευρών”.
Το πολιτικό ρίσκο για την Κομισιόν είναι σύμφωνα με τον βέλγο αναλυτή να πλήξει την αξιοπιστία της ως ανεξάρτητου θεσμού και εγγυήτριας των ευρωπαϊκών συνθηκών. Και το νομικό της δίλημμα είναι ότι καλείται να συμβιβάσει δύο διαφορετικές θεμελιώδεις αρχές της Συνθήκης της Λισαβόνας. “Την υποχρέωση προστασίας των μειονοτήτων και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τη μία και την εδαφική ακεραιότητα των κρατών μελών από την άλλη πλευρά”, τονίζει στην DW ο Στέφεν Μπλόκμανς.