Η νομολογία του ΣτΕ έχει δεχθεί ότι η μεταφορά του συντελεστή δόμησης δεν είναι συνταγματικώς επιτρεπτή – Τι λέει η Επιστημονική Επιτροπή Βουλής για τα αυθαίρετα ακίνητα του Δημοσίου που βρίσκονται σε δάση, αιγιαλούς, αρχαιολογικούς χώρους
Σωρεία Συνταγματικών και νομοτεχνικών προβληματισμών για τις προωθούμενες διατάξεις του νομοσχεδίου «Έλεγχος και Προστασία του Δομημένου Περιβάλλοντος» με το οποίο το υπουργείο Ενέργειας και Περιβάλλοντος επιχειρεί να θεσπίσει νέα ρύθμιση νομιμοποίησης αυθαίρετων κτισμάτων, εκφράζει η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής.
Το σχέδιο νόμου εισάγεται σήμερα το απόγευμα στην Ολομέλεια για συζήτηση και αναμένεται να ψηφιστεί αύριο ενώ η έκθεση της επιστημονικής υπηρεσία του κοινοβουλίου, μεταξύ άλλων, παρατηρεί:
– Για την επαναφορά του θεσμού μεταφοράς συντελεστή δόμησης, η επιστημονική επιτροπή υπενθυμίζει ότι το ΣτΕ έχει κρίνει τις δύο αντίστοιχες νομοθετικές απόπειρες του παρελθόντος (1994 και 2002) ως αντισυνταγματικές. «Συγκεκριμένως, η νομολογία του ΣτΕ έχει δεχθεί ότι η μεταφορά του συντελεστή δόμησης «….δεν είναι συνταγµατικώς επιτρεπτή σύµφωνα µε το άρθρο 24 παρ. 1 και 2 Σ, εφόσον πραγµατοποιείται σε περιοχές που δεν έχουν ειδικώς προκαθορισθεί και οργανωθεί µε αντικειµενικά κριτήρια χωροταξικής και πολεοδοµικής φύσεως ως κατάλληλες ζώνες για το σκοπό αυτό, όπως συµβαίνει µε τις Ζώνες Αγοράς Συντελεστών (ΖΑΣ)» (ΣτΕ 1781-1783/1991)» επισημαίνει η έκθεση και προσθέτει μεταξύ άλλων: ««(…) Γενικότερα, η θέσπιση και διαφοροποίηση των όρων δόµησης και χρήσης των ακινήτων που περιλαµβάνονται στη χωροταξική ρύθµιση δεν επιτρέπεται να γίνεται κατά τρόπο περιστασιακό, αλλά επιβάλλεται να εντάσσεται στον πολεοδοµικό σχεδιασµό, να υπηρετεί τους στόχους του και να εναρµονίζεται µε τις κατευθύνσεις του..». (ΣτΕ Ολ 6070/1996, ΣτΕ 2874/2015)». Για τους λόγους αυτούς η επιστημονική επιτροπή της Βουλής εξηγεί πως «θα ήταν ίσως σκόπιµο να αναφέρεται ρητώς στις προτεινόµενες διατάξεις ο επιτρεπόµενος µέγιστος συντελεστής υλοποίησης δόµησης, χωρίς πάντως να είναι επιτρεπτή η εν λόγω πραγµατοποίηση της µεταφοράς συντελεστή δόµησης σε όµορους δήµους (άρθρο 68 νσχ). Επίσης, πρέπει να τίθενται οι κανόνες καθορισµού ζωνών υποδοχής συντελεστή από τους δήµους, του ανώτατου ύψους Σ.Δ. του οποίου δεν πρέπει να γίνεται υπέρβαση (άρθρο 72), καθώς και οι κανόνες καθορισµού της αποζηµίωσης προς τον δικαιούχο τίτλου µεταφοράς συντελεστή µέσω της Τραπέζης ΔΔΚΧ (άρθρο 79 του νσχ)».
– Σχετικά με τα άρθρα που αφορούν τις «άδειες νομιμοποίησης» επισημαίνεται «γίνεται λόγος για «άδεια νοµιµοποίησης», χωρίς να δίδεται ορισµός του προτεινόµενου όρου «άδεια νοµιµοποίησης» ούτε να ορίζεται ότι προβλέπεται η έκδοση τέτοιου τύπου άδειας από το αρµόδιο διοικητικό όργανο µετά την περάτωση των διαδικασιών υπαγωγής. Εξ άλλου, στο άρθρο 106 παρ. 1, ορίζεται ότι «άδεια νοµιµοποίησης µπορεί να εκδοθεί και για κατασκευές των οποίων η οικοδοµική άδεια ακυρώθηκε για τυπικό λόγο, µε αµετάκλητη δικαστική απόφαση, µε την προϋπόθεση ότι δεν παραβιάζονται οι πολεοδοµικές διατάξεις που ίσχυαν κατά το χρόνο κατασκευής τους και εξακολουθούν να ισχύουν και µετά την έναρξη ισχύος του παρόντος»» και υπενθυμίζεται πως «Επί της προτεινόµενης διάταξης, η σχετική νοµολογία έχει αποφανθεί ότι «οι διατάξεις του άρθρου 23 παρ. 6 του ν. 4178/2013 «κατά το µέρος τους, στο οποίο περιλαµβάνονται και οι περιπτώσεις αδειών που ακυρώθηκαν µε αµετάκλητη δικαστική απόφαση είναι ανίσχυρες, διότι έρχονται σε αντίθεση µε την αρχή της διακρίσεως των λειτουργιών (άρθρο 26 του Συντάγµατος), το δικαίωµα παροχής αποτελεσµατικής δικαστικής προστασίας (άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγµατος) και την υποχρέωση της Διοικήσεως να συµµορφώνεται προς το περιεχόµενο ακυρωτικών δικαστικών αποφάσεων (άρθρο 95 παρ. 5 του Συντάγµατος)». Ο ίδιος προβληµατισµός διατυπώνεται και ως προς τις ρυθµίσεις των άρθρων 97 και 110 παρ. 1, 2 και 3, β’ εδάφιο µε τις οποίες παρέχεται η δυνατότητα υπαγωγής στις διατάξεις περί αναστολής και εξαιρέσεως από την κατεδάφιση κτισµάτων, των οποίων οι οικοδοµικές άδειες ή και αναθεωρήσεις αυτών ακυρώθηκαν µε αµετάκλητη απόφαση του αρµόδιου διοικητικού δικαστηρίου».
– Επίσης, για το άρθρο που εντάσσει στην ισχύ των προωθούμενων διατάξεων, αυθαίρετα ακίνητα του Δημοσίου που βρίσκονται σε δάση, αιγιαλούς, αρχαιολογικούς χώρους κ.α. επισημαίνεται «Οι κατηγορίες των υπαγόµενων περιπτώσεων, που εξαιρούνται από τη γενική απαγόρευση του άρθρου 89 (δάση, δασικές και αναδασωτέες εκτάσεις, αιγιαλός, αρχαιολογικοί χώροι, ρέµατα κ.λπ.) είναι πλείονες και περιλαµβάνουν κατασκευές και εγκαταστάσεις χιονοδροµικών κέντρων και ορεινών καταφυγίων δηµόσιου ενδιαφέροντος, λιµενικές εγκαταστάσεις παντός είδους και κτήρια εντός χερσαίας ζώνης λιµένα, που ανήκουν στο Δηµόσιο ή σε δηµόσια αρχή ή έχουν παραχωρηθεί στους δήµους, κατασκευές και εγκαταστάσεις καθ’ υπέρβαση νόµιµης άδειας σε εγκεκριµένους χώρους οργανωµένης υπαίθριας δασικής αναψυχής, οι οποίες έχουν κατασκευασθεί από Ο.Τ.Α ή άλλη δηµόσια αρχή, χωρίς την έγκριση της αρµόδιας για την έκταση δασικής υπηρεσίας. Στην ανωτέρω περιπτωσιολογία, και προκειµένου οι σχετικές διατάξεις να µην προσκρούουν στο άρθρο 24 του Συντάγµατος, σκόπιµο είναι να ερευνάται κάθε φορά το ειδικό καθεστώς το οποίο διέπει το προς ρύθµιση ακίνητο, ώστε να αποφευχθεί η αθρόα νοµιµοποίηση ακινήτων σε βάρος όχι µόνο του πολεοδοµικού κεκτηµένου, αλλά και περιβαλλοντικώς ευαίσθητων τόπων όπου δεν φαίνεται να υποβάλλεται συγκεκριµένος τύπος µελετών ούτε για προστατευόµενα είδη ούτε για προστατευόµενες περιοχές.
Διαβάστε ολόκληρη την έκθεση της Επιστημονικής Επιτροπής της Βουλής για το νομοσχέδιο περί των αυθαιρέτων: