ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Αγωγή αποζημίωσης κατ’ άρθρα 105 – 106 ΕισΝΑΚ και 931 ΑΚ σε βάρος νοσοκομείου ν.π.δ.δ. λόγω ιατρικού σφάλματος στο πλαίσιο χειρουργικής επέμβασης ολικής θυρεοειδεκτομής – Συζήτηση κατόπιν προδικαστικής αποφάσεως με την οποία διατάχθηκε πραγματογνωμοσύνη – Υφιστάμενη παραδρομή ως προς την ώρα και την ημερομηνία στην αναγραφόμενη στην εξώδικη γνωστοποίηση προς λήψη ένορκης μαρτυρικής κατάθεσης ενώπιον συμβολαιογράφου δεν την καθιστά άκυρη, εφόσον η ενάγουσα θα μπορούσε, επιδεικνύοντας τη δέουσα επιμέλεια για υπόθεσή της, να απευθυνθεί είτε στη δικηγόρο του εξωδίκως γνωστοποιούντος και καλούντος είτε στην ανωτέρω συμβολαιογράφο και να πληροφορηθεί την ακριβή ημερομηνία (και ώρα) λήψης αυτής – Απαραδέκτως αμφισβητούνται από την ενάγουσα χωρίς να ορίσει τεχνικό σύμβουλό οι κρίσεις και τα συμπεράσματα των πραγματογνωμόνων, καθόσον οι σχετικές ιατρικές εκτιμήσεις και η επιστημονική τεκμηρίωση αυτών είναι δυνατόν να γίνει μόνο με τον ορισμό τεχνικού συμβούλου – Βάσει των πορισμάτων των πραγματογνωμόνων, τα οποία λαμβάνονται ιδιαιτέρως υπ’ όψιν από το δικαστήριο, εφόσον τυγχάνουν αιτιολογημένα και βασισμένα σε ισχύοντα – αναφερόμενα με σαφήνεια – σχετικά επιστημονικά ή τεχνικά και πραγματικά στοιχεία και δεδομένα, κρίνεται ότι το σύνολο των χειρισμών των εμπλεκομένων ιατρών σε όλα τα στάδια (προεγχειρητικά, διεγχειρητικά και μετεγχειρητικά) έλαβε χώρα σύμφωνα με τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης και εμπειρίας (de lege artis), η δε ενάγουσα, φέρουσα το σχετικό βάρος απόδειξης, δεν τεκμηριώνει τη στοιχειοθέτηση ιατρικού σφάλματος εκ μέρους του χειρουργού ιατρού του εναγομένου ν.π.δ.δ. – Παρόλο που δεν αποδεικνύεται η πλήρης ενημέρωση της ενάγουσας πριν τη διενέργεια της θυρεοειδεκτομής δεν στοιχειοθετείται παράνομη συμπεριφορά του οργάνου (ιατρού) του εναγομένου, κατά την επιλογή της θεραπευτικής μεθόδου και την εν γένει αντιμετώπιση του προβλήματος υγείας της ενάγουσας, διότι η μόνη ενδεδειγμένη αντιμετώπιση της πολυοζώδους βρογχοκήλης από την οποία έπασχε ήταν η ολική θυρεοειδεκτομή και δεν υπήρχε εναλλακτική θεραπευτική μέθοδος, οτιδήποτε δε άλλο θα αποτελούσε κακή χειρουργική πρακτική – Δεν στοιχειοθετείται παράνομη πράξη ή παράλειψη των οργάνων του εναγομένου νοσοκομείου κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους και, συνακόλουθα, δεν θεμελιώνεται ευθύνη του κατ’ άρθρα 105 – 106 Εισ.Ν.Α.Κ., 932 και 931 του Α.Κ., 5 Διεθνούς Σύμβασης του Οβιέδο 13 και 24 του α.ν. 1565/1939, 47 του ν. 2071/1992, καθώς και κατ’ άρθρα 11 και 12 του ν. 3418/2005 – Απορρίπτει την αγωγή – Καταλογίζει στην ενάγουσα τα δικαστικά έξοδα των πραγματογνωμόνων, του εναγομένου και του απαραδέκτως εναχθέντος ιατρού του εναγόμενου ν.π.δ.δ. – Διατάσσει τη διαγραφή ανάρμοστων από το δικόγραφο και το υπόμνημα της ενάγουσας κατ’ άρθρο 43 ΚΔΔ.
TO
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΤΜΗΜΑ Δ΄
ΤΡΙΜΕΛΕΣ
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 6 Μαρτίου 2024, με δικαστές τις: Αικατερίνη Μωυσιάδου, Πρόεδρο Πρωτοδικών Δ.Δ., Σωτηρία Φουντουκοπούλου, Πρωτοδίκη Δ.Δ. και Αντωνία Δαγγίλα, Πρωτοδίκη Δ.Δ. (εισηγήτρια) και με γραμματέα τη Σοφία Χατζηπασχάλη, δικαστική υπάλληλο,
για να δικάσει την αγωγή με αριθμό και ημερομηνία καταχώρισης ΑΓ2537/1.12.2020,
της Λ… Η… του …, κατοίκου … του Δήμου … της Περιφερειακής Ενότητας Πέλλας, για την οποία παραστάθηκε ο πληρεξούσιος δικηγόρος Νικόλαος Κοντάκος,
κατά του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου (ν.π.δ.δ.) με την επωνυμία «ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ «Γ. ΓΕΝΝΗΜΑΤΑΣ – Ο ΑΓΙΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ»», που εδρεύει στη Θεσσαλονίκη (οδός Εθνικής Αμύνης αρ. 41) και εκπροσωπείται νομίμως, για το οποίο παραστάθηκε η πληρεξούσια δικηγόρος Γεωργία Ζώη.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι διάδικοι αναφέρθηκαν στα στοιχεία του φακέλου της δικογραφίας.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη.
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα.
Σκέφθηκε κατά τον νόμο.
Η κρίση του είναι η εξής:
1. Επειδή, η κρινόμενη αγωγή νομίμως φέρεται προς περαιτέρω συζήτηση και κρίση, μετά την έκδοση της 3294/2023 εν μέρει οριστικής και εν μέρει προδικαστικής απόφασης του Θ΄ Τμήματος (σε τριμελή σύνθεση) του Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης και την εκτέλεση όσων διατάχθηκαν με αυτή. Με την εν λόγω απόφαση το Δικαστήριο, μεταξύ άλλων, με οριστική κρίση απέρριψε την κρινόμενη αγωγή ως απαράδεκτη, ελλείψει δικαιοδοσίας του ιδίου και συλλήβδην των διοικητικών δικαστηρίων, προς εκδίκασή της, κατά το μέρος που αυτή στρεφόταν κατά φυσικού προσώπου, ήτοι του Ι…Κ… του …, ιατρού υπηρετούντος κατά τον κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο στο εναγόμενο ν.π.δ.δ.. Επιφυλάχθηκε δε το Δικαστήριο να κρίνει επί του υποβληθέντος από τον ως άνω ιατρό αιτήματος να καταλογιστούν σε βάρος της ενάγουσας τα δικαστικά έξοδα αυτού.
2. Επειδή, με την κρινόμενη αγωγή, όπως το αίτημα αυτής τράπηκε παραδεκτώς, με το νομίμως κατατεθέν στις 8.11.2022 υπόμνημα, από καταψηφιστικό σε έντοκο αναγνωριστικό ως προς όλα τα ζητούμενα ποσά, η ενάγουσα ζητεί να αναγνωριστεί, με απόφαση που θα κηρυχθεί προσωρινώς εκτελεστή, η υποχρέωση του εναγομένου, να καταβάλει σ’ αυτήν, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, το συνολικό ποσό των 160.225,00 ευρώ, κατ’ εφαρμογή των άρθρων 105 και 106 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα (Εισ.Ν.Α.Κ., α.ν. 2783/1941, όπως μεταγλωττίστηκε στη δημοτική με το π.δ. 456/1984, Α΄ 164), λόγω παράνομων, κατά τους ισχυρισμούς της, ενεργειών του προαναφερθέντος I… K…, ιατρού εργαζομένου στο εναγόμενο νοσοκομείο, στα πλαίσια της χειρουργικής επέμβασης ολικής θυρεοειδεκτομής στην οποία υπεβλήθη η ίδια στο εν λόγω νοσοκομείο και, ειδικότερα: α) το ποσό των 225,00 ευρώ που αφορά έξοδα για συνεδρίες λογοθεραπείας – φωνητικής θεραπείας, ήτοι προς αποκατάσταση θετικής ζημίας, β) το ποσό των 80.000,00 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη και γ) το ποσό των 80.000,00 ευρώ, ως αποζημίωση κατ’ άρθρο 931 του Αστικού Κώδικα (Α.Κ.- π.δ. 456/1984, Α΄ 164), ήτοι λόγω προξενηθείσας στην ίδια – όπως υποστηρίζει – μόνιμης αναπηρίας από την ως άνω αιτία.
3. Επειδή, ο Εισ.Ν.Α.Κ. διαλαμβάνει στο άρθρο 105 ότι: «Για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του δημοσίου κατά την άσκηση της δημόσιας εξουσίας που τους έχει ανατεθεί, το δημόσιο ενέχεται σε αποζημίωση, εκτός αν η πράξη ή η παράλειψη έγινε κατά παράβαση διάταξης που υπάρχει για χάρη του γενικού συμφέροντος. […]» και στο άρθρο 106 ότι: «Οι διατάξεις των δύο προηγούμενων άρθρων εφαρμόζονται και για την ευθύνη των δήμων, των κοινοτήτων ή άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου από πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων που βρίσκονται στην υπηρεσία τους». Κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, ευθύνη του Δημοσίου ή του ν.π.δ.δ. προς αποζημίωση γεννάται όχι μόνον από την έκδοση μη νόμιμης εκτελεστής διοικητικής πράξης των οργάνων τους ή από την παράνομη παράλειψη έκδοσης τέτοιας πράξης, αλλά και από μη νόμιμες υλικές ενέργειες των εν λόγω οργάνων ή από παραλείψεις οφειλομένων νόμιμων υλικών ενεργειών αυτών, εφ’ όσον αυτές τελέστηκαν σε συνάρτηση προς την οργάνωση και λειτουργία των δημόσιων υπηρεσιών ή των υπηρεσιών του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου και δεν συνάπτονται με την ιδιωτική διαχείριση της περιουσίας τους ούτε οφείλονται σε προσωπικό πταίσμα οργάνου που ενήργησε εκτός του κύκλου των υπηρεσιακών του καθηκόντων (βλ. ΣτΕ 15/2018, 3292/2017 και ΑΕΔ 5/1995). Εξάλλου, συντρέχει ευθύνη του Δημοσίου ή του ν.π.δ.δ., τηρουμένων και των λοιπών προϋποθέσεων του νόμου, όχι μόνο όταν με πράξη ή παράλειψη οργάνου των νομικών αυτών προσώπων παραβιάζεται συγκεκριμένη διάταξη νόμου, αλλά και όταν παραλείπονται τα ιδιαίτερα καθήκοντα και υποχρεώσεις που προσιδιάζουν στη συγκεκριμένη υπηρεσία και προσδιορίζονται από την κειμένη εν γένει νομοθεσία, τα διδάγματα της κοινής πείρας και τις αρχές της καλής πίστης (βλ. ΣτΕ 1943/2020, 2112/2019, 15/2018, 1414/2017, 2669/2015, 2271/2013 7μ., 4133/2011 7μ.). Περαιτέρω, ο κατά τα ανωτέρω παράνομος χαρακτήρας της ζημιογόνου πράξης, παράλειψης ή υλικής ενέργειας αρκεί για να στοιχειοθετηθεί η ευθύνη του Δημοσίου ή του ν.π.δ.δ. χωρίς να απαιτείται και η διαπίστωση εν στενή εννοία υποκειμενικής υπαιτιότητας του οργάνου του (βλ. ΣτΕ 2473/2019, 15/2018, 2668/2015, 4737/2014), αρκεί η παράνομη συμπεριφορά του τελευταίου υπό την έννοια ακόμη και της εξωτερικά – αντικειμενικά αμελούς (σε σχέση με την δυνάμενη να επιδειχθεί και επιδεικτέα τοιαύτη συμπεριφορά προς επίτευξη εφικτού αποτελέσματος ή σκοπού κατά την αρμοδιότητα και τα καθήκοντά του) και όχι απαραιτήτως και της εσωτερικά ενδιάθετης – ενσυνείδητης αμέλειας του οικείου οργάνου. Απαραίτητη, πάντως, προϋπόθεση για την επιδίκαση ή αναγνώριση δικαιώματος αποζημίωσης είναι η ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της παράνομης πράξης ή παράλειψης ή υλικής ενεργείας ή παράλειψης υλικής ενεργείας του οργάνου του Δημοσίου ή του ν.π.δ.δ. και της ζημίας που επήλθε (βλ. ΣτΕ 1943/2020, 2112/2019, 2271/2013 7μ., 4133/2011 7μ.). Αιτιώδης σύνδεσμος υπάρχει, δε, όταν, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, η πράξη ή η παράλειψη ή η υλική ενέργεια ή η παράλειψή της είναι επαρκώς ικανή (πρόσφορη) και μπορεί αντικειμενικά, κατά τη συνήθη και κανονική πορεία των πραγμάτων, να επιφέρει τη ζημία την οποία και επέφερε στη συγκεκριμένη περίπτωση (βλ. ΣτΕ 2112/2019, 15/2018, 596/2017, 877/2013 7μ. κ.ά.).
4. Επειδή, περαιτέρω, στο άρθρο 932 του Α.Κ. ορίζεται ότι: «Σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Αυτό ισχύει ιδίως για εκείνον που έπαθε προσβολή της υγείας […]». Κατά την έννοια της ανωτέρω διάταξης, η οποία εφαρμόζεται αναλόγως και στην περίπτωση ευθύνης του Δημοσίου ή άλλου ν.π.δ.δ. σύμφωνα με τα άρθρα 105 και 106 του Εισ.Ν.Α.Κ., επί αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για περιουσιακή ζημία, παρέχεται στο Δικαστήριο η εξουσία, αφού εκτιμήσει τους ειδικότερους ισχυρισμούς των διαδίκων και τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης [συνθήκες γενικά της προσβολής, είδος, ένταση και συνέπειες της βλάβης του παθόντος, ηλικία, οικονομική και κοινωνική κατάσταση αυτού, βαρύτητα του πταίσματος του οργάνου του υπόχρεου κ.λπ., συνεκτιμώντας και το τυχόν συντρέχον πταίσμα του παθόντος στην πρόκληση της ζημίας ή την έκταση αυτής (βλ. ΣτΕ 2447/2021, 3292/2017)] και με βάση τους κανόνες της κοινής πείρας και της λογικής, να επιδικάσει ή να αναγνωρίσει ότι οφείλεται στον παθόντα εύλογη χρηματική ικανοποίηση και να καθορίσει το εκάστοτε ανάλογο και προσήκον ποσό αυτής, αν κρίνει ότι επήλθε στον αδικηθέντα ηθική βλάβη (βλ. ΣτΕ 2447/2021, 764/2021, 1774/2020, 842/2019, 4737/2014 κ.ά).
5. Επειδή, άλλωστε, στο άρθρο 931 του Α.Κ. ορίζεται ότι «Η αναπηρία ή η παραμόρφωση που προξενήθηκε στον παθόντα λαμβάνεται ιδιαίτερα υπόψη κατά την επιδίκαση της αποζημίωσης, αν επιδρά στο μέλλον του». Από τη διάταξη του άρθρου 931 του Α.Κ., σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 298, 299, 929 και 932 αυτού, συνάγεται ότι η αναπηρία ή η παραμόρφωση που προξενείται στον παθόντα, εκτός από την επίδραση που μπορεί να ασκήσει στις παροχές των άρθρων 929 και 932 του Α.Κ., είναι δυνατό να θεμελιώσει και αυτοτελή αξίωση για αποζημίωση, αν επιδρά στο μέλλον του, δηλαδή στην επαγγελματική, οικονομική και κοινωνική εξέλιξη, πορεία και κατάστασή του. Για τη θεμελίωση της αυτοτελούς αξίωσης κατά το άρθρο 931 του Α.Κ. απαιτείται να συντρέξουν επιπρόσθετα και ιδιαίτερα περιστατικά και συνθήκες (ήτοι εκτός και πέραν εκείνων που απαιτούνται για τη στοιχειοθέτηση αξιώσεων κατά τα άρθρα 929 και 932 του Α.Κ.), βάσει των οποίων (περιστατικών και συνθηκών) να δύναται ευλόγως και βασίμως να συναχθεί, κατά τη λογική και την κοινή πείρα και κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, η ύπαρξη δυσμενών συνεπειών ως προς την περαιτέρω μελλοντική ζωή, πορεία και, συλλήβδην, κατάσταση του παθόντος. Ως εκ τούτου, κατά το άρθρο 931 του Α.Κ., επιδικάζεται ή αναγνωρίζεται ότι οφείλεται σε εκείνον στον οποίον προκλήθηκε αναπηρία ή παραμόρφωση εύλογο χρηματικό ποσό, χωρίς σύνδεση με συγκεκριμένη περιουσιακή ζημία, το ύψος δε αυτού καθορίζεται με βάση το είδος και τις συνέπειες της αναπηρίας ή της παραμόρφωσης, την ηλικία του παθόντος, καθώς και με συνεκτίμηση του ποσοστού συνυπαιτιότητας του τελευταίου στην πρόκληση της αναπηρίας ή της παραμόρφωσης. Για τον υπολογισμό της εν λόγω χρηματικής παροχής δεν έχουν εφαρμογή τα ισχύοντα για την αξίωση του άρθρου 929 του Α.Κ., αφού η χρηματική παροχή του άρθρου 931 του Α.Κ. δεν αποτελεί αποζημίωση προς ανόρθωση συγκεκριμένης μελλοντικής περιουσιακής ζημίας, αλλά παρέχεται για το γεγονός και μόνο της αναπηρίας ή παραμόρφωσης και καθορίζεται κατά την εύλογη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας με βάση τους αναφερόμενους ως άνω προσδιοριστικούς παράγοντες (βλ. ΣτΕ 2604/2021, 2447/2021, 1636/2017).
6. Επειδή, εξάλλου, ο α.ν. 1565/1939 «Περί κώδικος ασκήσεως του ιατρικού επαγγέλματος» (Α΄ 16), όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο (διενέργειας της χειρουργικής επέμβασης της ενάγουσας), πριν από την κατάργησή του με τη διάταξη του άρθρου 341 του ν. 4512/2018 (Α΄ 5), όριζε στο άρθρο 13 ότι: «Ο ιατρός οφείλει να ασκή ευσυνειδήτως το επάγγελμα αυτού και να συμπεριφέρηται τόσον εν τη ενασκήσει του επαγγέλματος όσον και εκτός αυτής κατά τρόπον αντάξιον της αξιοπρεπείας και εμπιστοσύνης τας οποίας απαιτεί το ιατρικόν επάγγελμα» και στο άρθρο 24 ότι: «Ο ιατρός οφείλει να παρέχη μετά ζήλου, ευσυνειδησίας και αφοσιώσεως την ιατρικήν αυτού συνδρομήν, συμφώνως προς τας θεμελιώδεις αρχάς της ιατρικής επιστήμης και της κτηθείσης πείρας, τηρών τας ισχυούσας διατάξεις περί διαφυλάξεως των ασθενών […]». Στο δε άρθρο 1 του ν. 3418/2005 «Κώδικας Ιατρικής Δεοντολογίας» (Α΄ 287) προβλέπεται ότι: «1. Ιατρική πράξη είναι εκείνη που έχει ως σκοπό τη με οποιαδήποτε επιστημονική μέθοδο πρόληψη, διάγνωση, θεραπεία και αποκατάσταση της υγείας του ανθρώπου. […] 5. Οι διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται κατά την άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος και την παροχή υπηρεσιών πρωτοβάθμιας, δευτεροβάθμιας ή τριτοβάθμιας φροντίδας υγείας στον δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα και ανεξάρτητα από τον τρόπο ή τη μορφή άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος, ατομικά, ομαδικά ή με τη μορφή ιατρικής εταιρείας, ως ελεύθερο επάγγελμα ή όχι», στο άρθρο 2 ότι: «1. […] 2. Ο ιατρός […] ασκεί το έργο του σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία και πρέπει, κατά την άσκηση του επαγγέλματός του, να αποφεύγει κάθε πράξη ή παράλειψη η οποία μπορεί να βλάψει την τιμή και την αξιοπρέπεια του ιατρού και να κλονίσει την πίστη του κοινού προς το ιατρικό επάγγελμα.[…] 3. Το ιατρικό λειτούργημα ασκείται σύμφωνα με τους γενικά αποδεκτούς και ισχύοντες κανόνες της ιατρικής επιστήμης. Διέπεται από απόλυτο σεβασμό στην ανθρώπινη ζωή και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια […]», στο άρθρο 3 ότι: «1. […] 2. Ο ιατρός ενεργεί με βάση: α) την εκπαίδευση που του έχει παρασχεθεί κατά τη διάρκεια των προπτυχιακών του σπουδών, την άσκησή του για την απόκτηση τίτλου ιατρικής ειδικότητας και τη συνεχιζόμενη ιατρική του εκπαίδευση, β) την πείρα και τις δεξιότητες που αποκτά κατά την άσκηση της ιατρικής και γ) τους κανόνες της τεκμηριωμένης και βασισμένης σε ενδείξεις ιατρικής επιστήμης. 3. Ο ιατρός, κατά την άσκηση της ιατρικής, ενεργεί με πλήρη ελευθερία, στο πλαίσιο των γενικά αποδεκτών κανόνων και μεθόδων της ιατρικής επιστήμης, όπως αυτοί διαμορφώνονται με βάση τα αποτελέσματα της εφαρμοσμένης σύγχρονης επιστημονικής έρευνας. Έχει δικαίωμα για επιλογή μεθόδου θεραπείας, την οποία κρίνει ότι υπερτερεί σημαντικά έναντι άλλης, για τον συγκεκριμένο ασθενή, με βάση τους σύγχρονους κανόνες της ιατρικής επιστήμης, και παραλείπει τη χρήση μεθόδων που δεν έχουν επαρκή επιστημονική τεκμηρίωση», στο άρθρο 10 ότι: «1. Η άσκηση της ιατρικής γίνεται σύμφωνα με τους γενικά παραδεκτούς κανόνες της ιατρικής επιστήμης. […]», στο άρθρο 11 ότι: «1. Ο ιατρός έχει καθήκον αληθείας προς τον ασθενή. Οφείλει να ενημερώνει πλήρως και κατανοητά τον ασθενή για την πραγματική κατάσταση της υγείας του, το περιεχόμενο και τα αποτελέσματα της προτεινόμενης ιατρικής πράξης, τις συνέπειες και τους ενδεχόμενους κινδύνους ή επιπλοκές από την εκτέλεσή της, τις εναλλακτικές προτάσεις, καθώς και για τον πιθανό χρόνο αποκατάστασης, έτσι ώστε ο ασθενής να μπορεί να σχηματίζει πλήρη εικόνα των ιατρικών, κοινωνικών και οικονομικών παραγόντων και συνεπειών της κατάστασής του και να προχωρεί, ανάλογα, στη λήψη αποφάσεων. 2. […]», στο δε άρθρο 12 ότι: «1. Ο ιατρός δεν επιτρέπεται να προβεί στην εκτέλεση οποιασδήποτε ιατρικής πράξης χωρίς την προηγούμενη συναίνεση του ασθενή. 2. Προϋποθέσεις της έγκυρης συναίνεσης του ασθενή είναι οι ακόλουθες: α) Να παρέχεται μετά από πλήρη, σαφή και κατανοητή ενημέρωση, σύμφωνα με το προηγούμενο άρθρο. β) Ο ασθενής να έχει ικανότητα για συναίνεση. […] Σε κάθε περίπτωση, ο ιατρός πρέπει να προσπαθήσει να εξασφαλίσει την εκούσια συμμετοχή, σύμπραξη και συνεργασία του ασθενή, και ιδίως εκείνου του ασθενή που κατανοεί την κατάσταση της υγείας του, το περιεχόμενο της ιατρικής πράξης, τους κινδύνους, τις συνέπειες και τα αποτελέσματα της πράξης αυτής. γ) Η συναίνεση να μην είναι αποτέλεσμα πλάνης, απάτης ή απειλής και να μην έρχεται σε σύγκρουση με τα χρηστά ήθη. δ) Η συναίνεση να καλύπτει πλήρως την ιατρική πράξη και κατά το συγκεκριμένο περιεχόμενό της και κατά το χρόνο της εκτέλεσής της. 3. Κατ’ εξαίρεση δεν απαιτείται συναίνεση: α) στις επείγουσες περιπτώσεις, κατά τις οποίες δεν μπορεί να ληφθεί κατάλληλη συναίνεση και συντρέχει άμεση, απόλυτη και κατεπείγουσα ανάγκη παροχής ιατρικής φροντίδας, β) […]». Συναφώς, ο ν. 2071/1992 «Εκσυγχρονισμός και Οργάνωση Συστήματος Υγείας» (Α΄ 123) διαλαμβάνει στο άρθρο 47 υπό τον τίτλο «Τα δικαιώματα του νοσοκομειακού ασθενούς» ότι: «1. Ο ασθενής έχει το δικαίωμα προσεγγίσεως στις υπηρεσίες του νοσοκομείου, τις πλέον κατάλληλες για τη φύση της ασθένειάς του. 2. […] 3. Ο ασθενής έχει το δικαίωμα να συγκατατεθεί ή να αρνηθεί κάθε διαγνωστική ή θεραπευτική πράξη που πρόκειται να διενεργηθεί σε αυτόν […] 4. Ο ασθενής δικαιούται να ζητήσει να πληροφορηθεί ό,τι αφορά την κατάστασή του. Το συμφέρον του ασθενούς είναι καθοριστικό και εξαρτάται από την πληρότητα και ακρίβεια των πληροφοριών που του δίνονται. Η πληροφόρηση του ασθενούς πρέπει να του επιτρέπει να σχηματίσει πλήρη εικόνα των ιατρικών, κοινωνικών και οικονομικών παραμέτρων της καταστάσεώς του και να λαμβάνει αποφάσεις ο ίδιος ή να μετέχει στη λήψη αποφάσεων που είναι δυνατό να προδικάσουν τη μετέπειτα ζωή του. 5. […]». Στο δε άρθρο 5 της Σύμβασης της 4ης Απριλίου 1997 του Συμβουλίου της Ευρώπης «Για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της αξιοπρέπειας του ατόμου σε σχέση με τις εφαρμογές της βιολογίας και της ιατρικής: Σύμβαση για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη Βιοϊατρική» (Σύμβαση του Οβιέδο), η οποία κυρώθηκε με το πρώτο άρθρο του ν. 2619/1998 (Α΄ 132), ορίζεται ότι: «Επέμβαση σε θέματα υγείας μπορεί να υπάρξει μόνο αφότου το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δώσει την ελεύθερη συναίνεσή του, κατόπιν προηγούμενης σχετικής ενημέρωσής του. Το πρόσωπο αυτό θα ενημερώνεται εκ των προτέρων καταλλήλως ως προς τον σκοπό και τη φύση της επέμβασης, καθώς και ως προς τα επακόλουθα και τους κινδύνους που αυτή συνεπάγεται».
7. Επειδή, κατά τις παρατεθείσες στην προηγούμενη σκέψη διατάξεις, σε συνδυασμό με τα άρθρα 330, 652 και 914 του Α.Κ. και 105 – 106 του Εισ.Ν.Α.Κ., δύναται να θεμελιωθεί ευθύνη νοσοκομείου, ως νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, προς αποζημίωση για τη ζημία που υπέστη ασθενής από κάθε αμέλεια του ιατρικού προσωπικού αυτού, ακόμη και ελαφρά, αν το όργανο του νοσοκομείου, κατά την εκτέλεση των ιατρικών του καθηκόντων, παρέβη την υποχρέωσή του να ενεργήσει σύμφωνα με τις θεμελιώδεις αρχές και τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης, δηλαδή αν παρέλειψε να επιδείξει τη δέουσα επιμέλεια, που αναμένεται από τον μέσο εκπρόσωπο του κύκλου του (βλ. ΣτΕ 2224/2014, 572/2013), σε περίπτωση που, συνεπεία τούτου, προσβλήθηκε το συνδεόμενο με την προσωπικότητα του ασθενούς αγαθό της υγείας ή της σωματικής ακεραιότητας. Συντρέχει τοιαύτη (αδικοπρακτική) ευθύνη, εφ’ όσον στοιχειοθετείται παρανομία οργάνων του νοσοκομείου, μεταξύ των οποίων κατεξοχήν του ιατρικού προσωπικού του, υπό την εκδοχή (ως προεκτέθηκε στην τρίτη σκέψη) ακόμη και της επιδείξεως από τους θεράποντες ιατρούς αμέλειας όχι τόσο ως έκφανσης υποκειμενικής υπαιτιότητας, αλλά ως εκδήλωσης απτής και συγκεκριμένης εξωτερικής συμπεριφοράς (συνδυασμού πράξεων και παραλείψεων) παράνομης, και δη τοιαύτης που δεν συνάδει προς τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης, της τελευταίας εκλαμβανόμενης ως εκείνης που ασκείται και πρέπει να ασκείται στον καλύτερο δυνατό και αναμενόμενο (προς θεραπεία του ασθενούς) βαθμό και μέτρο και με τα ανάλογα μέσα (προληπτικά και κατασταλτικά) καθ’ όλη τη διάρκεια νοσηλείας ή παρακολούθησης του ασθενούς με τη δέουσα εφικτή αποτελεσματικότητα. Στην περίπτωση τέτοιας παρανομίας το νοσοκομείο ευθύνεται αναλόγως και για καταβολή χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης του παθόντος κατά τους όρους του άρθρου 299 και 932 Α.Κ. (βλ. ΣτΕ 621/2021, 1943/2020, 15/2018, 1253/2017, 1608/2016 κ.α.). Αντιθέτως, ουδεμία ευθύνη υπέχει το νοσοκομείο, εάν ο ιατρός άσκησε τα καθήκοντα του με ζήλο και αφοσίωση και ενήργησε σύμφωνα με τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης και εμπειρίας (de lege artis) και ειδικότερα, όπως θα ενεργούσε υπό τις ίδιες ή παρόμοιες κατά τον εκάστοτε κρίσιμο χρόνο συνθήκες, περιστάσεις και παραμέτρους (ιστορικό ασθενούς, κλινική συμπτωματολογία και υλικοτεχνική υποδομή σε επίπεδο μέσων εργαστηριακής διάγνωσης, φαρμακευτικής και εν γένει θεραπευτικής επέμβασης και αγωγής, συσσωρευμένη και τρέχουσα εγχώρια και διεθνή εμπειρία, βιβλιογραφία, στατιστική, επιστημονικά δεδομένα, μελέτες, επαληθευμένα πορίσματα, υφιστάμενες δυνατότητες, εγκεκριμένες και δοκιμασμένες θεραπείες ή τεχνικές ή επεμβάσεις, τυχόν εναλλακτικές θεραπείες, αρχή κόστους – οφέλους κ.λπ.) και έχοντας στη διάθεσή του τα ίδια μέσα, ένας συνετός και επιμελής ιατρός και πιο συγκεκριμένα ένας αντίστοιχης ειδικότητας μέσος εκπρόσωπος του κύκλου του (πρβλ. ΑΠ 1381/2022, 1270/1989, 1286, 230/1976, 252/1974, ΔΕφΠειρ 2413/2022, 1272/2018). Περαιτέρω, από τις ανωτέρω διατάξεις του άρθρου 5 της προπαρατεθείσας υπερνομοθετικής ισχύος Διεθνούς Σύμβασης του Οβιέδο, ερμηνευόμενες σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 13 και 24 του α.ν. 1565/1939, του άρθρου 47 του ν. 2071/1992, καθώς και των άρθρων 11 και 12 του ν. 3418/2005, συνάγεται ότι ο ιατρός υποχρεούται να λαμβάνει τη συναίνεση του ασθενούς πριν από τη διενέργεια ιατρικών πράξεων σ’ αυτόν. Η εν λόγω συναίνεση είναι έγκυρη και ισχυρή μόνο εφ’ όσον έχει προηγηθεί πλήρης ενημέρωση αυτού από τον θεράποντα ιατρό για την κατάσταση της υγείας του και την ενδεδειγμένη θεραπευτική αγωγή (βλ. ΣτΕ 621/2021, 252/2020, 717/2018, πρβλ. ΑΠ 424/2012, 687/2013). Συγκεκριμένα, ο ιατρός υποχρεούται να ενημερώνει τον ασθενή για το είδος, την εξέλιξη και τη σοβαρότητα της ασθένειας, καθώς και τις μεθόδους αντιμετώπισης και θεραπείας της, τόσο υπό γενικό πρίσμα σύμφωνα με τα επικρατούντα (τυχόν πάγια και επικαιροποιημένα) δεδομένα ως προς συγκεκριμένη νόσο ή πάθηση και τα μέσα αντιμετώπισής της (π.χ. τα κατά το δυνατόν ακριβή ή κατά προσέγγιση στατιστικά ποσοστά επιτυχίας μιας εγχείρησης) όσο και από εξατομικευμένη άποψη, ήτοι όσον αφορά ειδικώς τις αφορώσες τον συγκεκριμένο ασθενή τυχόν ιδιαιτερότητες και συνεκτιμητέες παραμέτρους (ιατρικό ιστορικό κ.λπ.). Ειδικότερα, στο πλαίσιο της υποχρέωσης ενημέρωσης, ο ιατρός υποχρεούται ιδίως να πληροφορεί τον ασθενή για τους πιθανούς κινδύνους επιπλοκών, τις παρενέργειες, το επώδυνο ή μη και τις πιθανότητες αποτυχίας της προτεινόμενης θεραπευτικής μεθόδου. Επίσης, υφίσταται υποχρέωσή του να ενημερώνει για την ύπαρξη ενδεχομένως άλλων θεραπευτικών μεθόδων, καθώς και για τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα αυτών σε σχέση με την προτεινόμενη θεραπευτική μέθοδο, μεταξύ άλλων, και ως προς τους πιθανούς κινδύνους επιπλοκών (βλ. ΣτΕ 621/2021, 252/2020, 717/2018, πρβλ. ΑΠ 424/2012, 687/2013). Εξάλλου, η έλλειψη προσήκουσας ενημέρωσης και έγκυρης συναίνεσης του ασθενούς δύναται, κατ’ αρχάς, να έχει ως συνέπεια τη στοιχειοθέτηση αστικής ευθύνης του νοσοκομείου προς αποζημίωση και εύλογη χρηματική ικανοποίηση κατά τις διατάξεις των άρθρων 105 και 106 του Εισ.Ν.Α.Κ. και 932 του Α.Κ. (βλ. ΔΕφΑθ 2560/2021). Το τελευταίο, όμως, ισχύει, εφ’ όσον συντρέξουν και οι λοιπές σωρευτικές προϋποθέσεις, κατά τα ήδη εκτεθέντα, ιδίως αν προκύπτει επαρκώς ή δύναται να συναχθεί ευλόγως και με τη δέουσα ασφάλεια (όχι κατά τρόπο εκ των υστέρων αυθαίρετο ή εικοτολογικό ή αόριστο) ότι ο ασθενής θα επέλεγε άλλον τρόπο αντιμετώπισης της ασθενείας του, αν είχε ενημερωθεί για συγκεκριμένα ισχύοντα δεδομένα και πιθανότητες έκβασης της μεθόδου θεραπείας που ακολουθήθηκε όσον αφορά τον ίδιο, των οποίων τη σαφή και ακριβή αναφορά προς το πρόσωπό του παρέλειψε ο θεράπων ιατρός ή κάποιος εντεταλμένος ή αρμόδιος συνεργάτης ή συνάδελφός του, λαμβανομένου υπ’ όψιν και κατά πόσο η περίπτωσή του μπορούσε να αντιμετωπισθεί διαφορετικά με την ίδια ή παρεμφερή ή τουλάχιστον ικανή προοπτική ή πιθανότητα ή δυνατότητα επιτυχίας.
8. Επειδή, περαιτέρω, ο Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας (Κ.Δ.Δ. – ν. 2717/1999, Α΄ 97) διαλαμβάνει στην παρ. 1 του άρθρου 145 ότι: «1. Κάθε διάδικος υποχρεούται να αποδείξει τα πραγματικά γεγονότα που επικαλείται για να στηρίξει τους ισχυρισμούς του, εκτός αν ο νόμος που διέπει τη σχέση ορίζει διαφορετικά. Οι άλλοι διάδικοι έχουν δικαίωμα να ανταποδείξουν», στο άρθρο 146 ότι: «Η απόδειξη στηρίζεται στα στοιχεία του, κατά το άρθρο 149, διοικητικού φακέλου, καθώς και σε εκείνα που προέκυψαν από την ενώπιον του δικαστηρίου διαδικασία.», στο άρθρο 147 ότι: «1. Αποδεικτικά μέσα είναι: α) […] β) η πραγματογνωμοσύνη, γ) τα έγγραφα, […]», στο άρθρο 148 ότι: «Το δικαστήριο χρησιμοποιεί τα αποδεικτικά μέσα κατά την κρίση του και τα εκτιμά ελευθέρως, αυτοτελώς ή σε συνδυασμό μεταξύ τους, εκτός αν ειδική διάταξη νόμου ορίζει διαφορετικά.», στο δε άρθρο 159 του ίδιου Κώδικα ορίζεται ότι: «1. Το δικαστήριο, αν κρίνει ότι ανακύπτουν ζητήματα για τη διάγνωση των οποίων απαιτούνται ειδικές γνώσεις επιστήμης ή τέχνης, διατάζει πραγματογνωμοσύνη και διορίζει, για τη διεξαγωγή της, έναν ή περισσότερους πραγματογνώμονες. […] 2. Οι πραγματογνώμονες διορίζονται από τον κατάλογο πραγματογνώμων που, σύμφωνα με το άρθρο 371 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, τηρείται στο πολιτικό δικαστήριο της έδρας του διοικητικού δικαστηρίου. […]», στο άρθρο 161 ότι: «1. Οι πραγματογνώμονες γνωμοδοτούν για τα θέματα που τους τίθενται από το δικαστήριο. […]», στο άρθρο 162 ότι: «Οι πραγματογνώμονες ορκίζονται ενώπιον του δικαστηρίου που τους διόρισε ή του εισηγητή-δικαστή […]», στο άρθρο 163 ότι: «1. […] 2. Οι πραγματογνώμονες μπορούν: α) να λαμβάνουν γνώση των στοιχείων της δικογραφίας και να λαμβάνουν απλά αντίγραφα των έγγραφων στοιχείων της τα οποία θεωρούν απαραίτητα για τη διεξαγωγή της πραγματογνωμοσύνης και β) να ζητούν πληροφορίες από τους διαδίκους ή από τους φορείς που ανήκουν στο δημόσιο τομέα, να λαμβάνουν φωτογραφίες, απεικονίσεις ή εικόνες, να συντάσσουν σχεδιαγράμματα και να προβαίνουν σε κάθε αναγκαία ενέργεια. 3. […]». Όπως παγίως κρίνεται, ο διάδικος φέρει το δικονομικό βάρος να αποδείξει τα πραγματικά περιστατικά στα οποία στηρίζονται οι ισχυρισμοί του, διαφορετικά αυτοί απορρίπτονται ως αναπόδεικτοι (βλ.ΣτΕ 1897/2018 σκ.9, ΔΕφ Θες 1451/2023 σκ.5). Περαιτέρω, από την συνδυαστική ερμηνεία των άρθρων 146, 148, 149 παρ. 1, 2, 171 παρ. 1, 3 και 176 παρ. 1 και 2 του Κ.Δ.Δ. συνάγεται ότι το δικαστήριο εκτιμά ελεύθερα όλα τα προσκομιζόμενα ενώπιόν του στοιχεία, αυτοτελώς ή σε συνδυασμό μεταξύ τους (βλ.ΣτΕ 204/2021 σκ.7), χωρίς όμως να είναι ανάγκη να γίνει ειδική μνεία και αξιολόγηση του καθενός από αυτά (βλ.Α.Π. 461/2021).Το δικαστήριο δύναται, αφού συνεκτιμήσει όλα τα νόμιμα αποδεικτικά μέσα να στηρίξει την κρίση του σε ορισμένα στοιχεία, στα οποία αποδίδει, κατά την ανέλεγκτη αναιρετικά ουσιαστική του κρίση, μείζονα αποδεικτική βαρύτητα. Η αποδεικτική δύναμη κάθε αποδεικτικού στοιχείου, δηλαδή η αξιοπιστία του και η βαρύτητα που πρέπει να του αποδοθεί, κρίνεται με βάση τους κανόνες της λογικής και της, κατά περίπτωση, κοινής ή ειδικής και τεχνικής πείρας και υπό το φως τον λοιπών αποδεικτικών στοιχείων και περιστάσεων και εξαρτάται από την ευλογοφάνεια της πρωτογενούς πληροφορίας που παρέχει (βλ.ΣτΕ 106/2022 σκ.5, 204/2021 σκ.7). Ειδικότερα, οι επιστημονικές κρίσεις του διορισθέντος σε κάθε συγκεκριμένη υπόθεση από το δικαστήριο της ουσίας ιατρού πραγματογνώμονα, ως τεχνικές κρίσεις που απαιτούν ειδικές ιατρικές γνώσεις, δεν δεσμεύουν μεν το δικαστήριο απολύτως, αλλά συνεκτιμώνται μετά των λοιπών δεδομένων και στοιχείων της δικογραφίας ελευθέρως μεν πλην όμως όχι αυθαιρέτως αλλά αιτιολογημένως. Συγχρόνως, όμως, οι εξενεχθείσες από τον πραγματογνώμονα κρίσεις, κατά την οικεία επιστήμη και τυχόν συναφή τεχνική, δεν μπορούν να αμφισβητηθούν ευθέως, αναιτιολογήτως και άνευ ετέρου ή αυθαιρέτως και επιλεκτικώς ή αβασάνιστα από το δικαστήριο, που στερείται των σχετικών γνώσεων, οπότε εκ των πραγμάτων οι επιστημονικές διαπιστώσεις και εκτιμήσεις του πραγματογνώμονα λαμβάνονται ιδιαιτέρως υπ’ όψιν από το δικαστήριο, εφ’ όσον και αυτές, με τη σειρά τους, τυγχάνουν αιτιολογημένες και βασισμένες σε – αναφερόμενα με σαφήνεια – σχετικά (ισχύοντα και μη ανατραπέντα) επιστημονικά ή τεχνικά και πραγματικά στοιχεία και δεδομένα. Και τούτο, διότι, άλλωστε, οι εκτιμήσεις του πραγματογνώμονα εκφέρονται, κατά κανόνα, ως απαντήσεις επί τεθέντων ζητημάτων ή ερωτημάτων προς διευκρίνιση από το ίδιο το δικαστήριο που τους ορίζει με αντίστοιχη προδικαστική του απόφαση (έχοντας προηγουμένως κρίνει αναγκαίο και σκόπιμο κάτι τέτοιο, ήτοι την προσφυγή σε πραγματογνωμοσύνη προς διαλεύκανση της υπόθεσης).
9. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας και τα ιστορούμενα στην κρινόμενη αγωγή, όπως συμπληρώνεται με το από 8.11.2022 υπόμνημα, προκύπτουν τα εξής: Το έτος 2017 διαπιστώθηκε, κατόπιν υπερηχογραφήματος θυρεοειδούς και τραχηλικής χώρας, ότι η ενάγουσα έπασχε από πολυοζώδη βρογχοκήλη. Προς αντιμετώπιση της κατάστασης απευθύνθηκε στο εναγόμενο νοσοκομείο, όπου την εξέτασε ο ιατρός Ι… Κ…, που κατά τον χρόνο εκείνο ήταν αναπληρωτής καθηγητής Χειρουργικής στη …΄ Χειρουργική κλινική του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (Α.Π.Θ.) στο εν λόγω νοσοκομείο, με εξειδίκευση στη χειρουργική των ενδοκρινών αδένων, δηλαδή στη χειρουργική των παθήσεων του θυρεοειδούς, των παραθυρεοειδών, των επινεφριδίων και των νευροενδοκρινών όγκων παγκρέατος, και την προέτρεψε να υποβληθεί σε ολική θυρεοειδεκτομή. Για τον λόγο αυτόν ζητήθηκε από την Ωτορινολαρυγγολογική (ΩΡΛ) κλινική του νοσοκομείου προεγχειρητική λαρυγγοσκόπηση της ενάγουσας, η οποία, ακολούθως, εισήχθη στη …΄ Χειρουργική κλινική του εναγομένου νοσοκομείου στις 12.10.2017 και η επέμβαση θυρεοειδεκτομής πραγματοποιήθηκε από τον ως άνω χειρουργό την επόμενη ημέρα. Μετά το πέρας της επέμβασης ζητήθηκε εκ νέου λαρυγγοσκόπηση κατόπιν ολικής θυρεοειδεκτομής, με σημείωμα την υποκινησία αριστερής φωνητικής χορδής. Τελικώς, η ενάγουσα έλαβε εξιτήριο από το εναγόμενο νοσοκομείο στις 14.10.2017, με διάγνωση «Μη τοξική πολυοζώδης βρογχοκήλη», ιατρικές πράξεις «θυρεοειδεκτομή ολική» και έκβαση «βελτίωση». Στο πλαίσιο αυτό, η ενάγουσα ισχυρίζεται ότι μετά τη θυρεοειδεκτομή δεν μπορούσε να μιλήσει σωστά και κουραζόταν κατά την ομιλία, αλλά ο ανωτέρω χειρουργός την καθησύχασε λέγοντας ότι μετά από λίγους μήνες θα αποκαθίστατο πλήρως η φωνή της, της δόθηκε δε ενημερωτικό σημείωμα στο οποίο αναφερόταν ότι παρουσίασε ομαλή μετεγχειρητική πορεία και εξήλθε απύρετη σε καλή κλινική κατάσταση. Μετά την πάροδο του χρόνου αναμονής, όμως, όπως εξιστορείται στο αγωγικό δικόγραφο, εξακολουθούσε να μην μπορεί να μιλήσει σωστά ούτε και να καταπιεί, ενώ λαχάνιαζε και συχνά πνιγόταν και για αυτό επισκέφθηκε το εναγόμενο νοσοκομείο, όπου της δόθηκε παραπεμπτικό από τον ιατρό Ν… Α… για ωτορινολαρυγγολογική εκτίμηση λόγω πάρεσης αριστερής φωνητικής χορδής και υποκινησίας δεξιάς. Στις 2.7.2018 διενεργήθηκε η εν λόγω εξέταση από τον ωτορινολαρυγγολόγο Π… Κ… και διαπιστώθηκε ότι η ενάγουσα έπασχε από παράλυση αριστερής φωνητικής χορδής. Στις 13.7.2018 επισκέφθηκε την ΩΡΛ κλινική του Γενικού Νοσοκομείου Νάουσας, όπου και διαπιστώθηκε ότι έπασχε από πάρεση αριστερής φωνητικής χορδής και ελαττωμένη κινητικότητα της δεξιάς, ενώ στην αυτή διαπίστωση – εκτίμηση ήχθη και η χειρουργός ωτορινολαρυγγολόγος Κ…Α…, η οποία την εξέτασε στις 16.7.2018. Μετά τις ανωτέρω γνωματεύσεις και, αφού είχε ήδη παρέλθει ένα έτος από τη θυρεοειδεκτομή, η ενάγουσα επισκέφθηκε εκ νέου το εναγόμενο νοσοκομείο και ζήτησε εκτίμηση της κατάστασής της, ενημερωτικό σημείωμα και πρακτικό χειρουργείου. Στην από 19.9.2018 γνωμάτευση και το πρακτικό χειρουργείου που φέρει υπογραφή του διενεργήσαντος τη θυρεοειδεκτομή ιατρού δεν αναφέρεται κανένα πρόβλημα κατά την επέμβαση. Στη δε από 29.8.2018 γνωμάτευση, υπογεγραμμένη από τον ωτορινολαρυγγολόγο Ο… Κ…, διαπιστώθηκε ικανοποιητική κινητικότητα φωνητικών χορδών, ενώ η ενάγουσα παραπέμφθηκε σε γαστρεντερολόγο, προκειμένου να διερευνηθεί αν τα λοιπά προβλήματα για τα οποία παραπονούνταν (βράγχος φωνής και δυσκαταποσία – δυσφαγία) οφείλονταν σε γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση. Κατόπιν εξέτασής της από τον γαστρεντερολόγο Α… Μ…, αποκλείστηκε η γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση ως αιτιολογικός παράγων των εν λόγω προβλημάτων. Στις 26.9.2018 η ενάγουσα επισκέφθηκε το Γενικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης «Παπαγεωργίου», όπου και διαπιστώθηκε με ενδοσκόπηση «ακινησία της αριστερής φωνητικής χορδής σε παράμεση προς μέση θέση και ήπια υποκινησία της δεξιάς φωνητικής χορδής» και της συνεστήθη η διενέργεια συνεδριών λογοθεραπείας – φωνητικής θεραπείας για βελτίωση της χρήσης του λάρυγγα, χωρίς, πάντως, να προκύπτει κατά πόσο οι εν λόγω συνεδρίες είχαν κάποιο αισθητό ουσιαστικό αποτέλεσμα ως προς αποκατάσταση ή βελτίωση της κατάστασης των φωνητικών της χορδών, η δε ενάγουσα διατείνεται ότι δεν βοηθήθηκε καθόλου σχετικώς. Με βάση τα ανωτέρω, και κατ’ επίκληση των διατάξεων των άρθρων 297 εδ. α΄, 298, 299, 330, 914, 929, 931 και 932 του Α.Κ., 13 και 24 του α.ν. 1565/1939, η ενάγουσα ισχυρίζεται ότι συμφώνησε να υποβληθεί σε ολική θυρεοειδεκτομή, διότι εμπιστεύτηκε τον συγκεκριμένο ανωτέρω χειρουργό, ο οποίος τη διαβεβαίωσε ότι η επέμβαση θα ήταν επιτυχής, ότι η νοσηλεία της θα διαρκούσε λίγες μόνο ημέρες και ότι μετά την έξοδό της από το νοσοκομείο δεν θα αντιμετώπιζε κανένα πρόβλημα, αλλά, εξαιτίας βαρειάς αμέλειας και ακατάλληλων χειρουργικών ενεργειών του ως άνω ιατρού κατά τη διάρκεια της επέμβασης της ολικής θυρεοειδεκτομής, οι οποίες διενεργήθηκαν κατά παράβαση των κοινώς αναγνωρισμένων κανόνων της ιατρικής επιστήμης, τελικώς, επήλθε τρώση των νεύρων των φωνητικών της χορδών με περαιτέρω επακόλουθο τη μόνιμη πάρεση αυτών αμφοτερόπλευρα, καθώς η αριστερή χορδή είναι ακίνητη σε παράμεση – μέση θέση ενώ η δεξιά παρουσιάζει ελαττωμένη κινητικότητα. Κατά τα αναφερόμενα με την αγωγή, λόγω της πάθησης και της εν γένει παθολογικής κατάστασης αυτής η ίδια αντιμετωπίζει τεράστια προβλήματα στην καθημερινότητα της, ήτοι παρουσιάζει δυσκαταποσία (ειδικότερα στις στερεές τροφές), δυσκολεύεται να μιλήσει φυσιολογικά, λαχανιάζει γρήγορα και πνίγεται κατά την κατάποση τροφής (στερεών και υγρών) ή σιέλου, κατάσταση που θα διαρκέσει εφ’ όρου ζωής, αφού, όπως διατείνεται, αποκλείεται κάθε ενδεχόμενο αποκατάστασης της βλάβης της. Μάλιστα – πάντα κατά τους ισχυρισμούς της – δεν πληροφορήθηκε ούτε η ίδια ούτε οι οικείοι της που βρίσκονταν στον χώρο του νοσοκομείου, την υποκινησία αριστερής φωνητικής χορδής αμέσως μετά τον εντοπισμό της. Αναπτύσσοντας, περαιτέρω, τους ισχυρισμούς της, η ενάγουσα αναφέρει ότι κατά τον χρόνο της χειρουργικής επέμβασης ήταν εξήντα ενός ετών (γεννηθείσα το έτος 1956, κατά το προσκομιζόμενο από 8.11.2022 πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης του Δημάρχου Αλμωπίας), σε άριστη σωματική αλλά και ψυχολογική κατάσταση, ενώ συμμετείχε ενεργά σε χορευτικό σύλλογο και, δεδομένου ότι έτρεφε ιδιαίτερη αγάπη για το τραγούδι, ήταν μέλος σε χορωδία και τραγουδούσε ερασιτεχνικά μαζί με τον υιό της σε χορούς και γιορτές. Πλέον, λόγω του βαρύτατου τραυματισμού της και της επακόλουθης αναπηρίας της δεν μπορεί, όπως επισημαίνει, να απολαύσει τις ανωτέρω δραστηριότητες και αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα υγείας, αλλά και ψυχολογικά. Συγκεκριμένα, παρουσιάζει τάσεις εσωστρέφειας, απομόνωσης και συχνά περιέρχεται σε κατάσταση μελαγχολίας, ενώ, καθώς πάσχει από πάρεση των φωνητικών της χορδών, αποφεύγει να τρώει ενώπιον ετέρων προσώπων λόγω της δυσκολίας που έχει στην κατάποση και ενόψει ενδεχόμενου κινδύνου ακόμη και πνιγμού της. Κατά την άποψή της, η προκύπτουσα από τα ανωτέρω ευθύνη του εναγομένου νοσοκομείου επιτείνεται λόγω του ότι ο χειρουργός παρουσιάστηκε ως ειδικός και έμπειρος σε τέτοιου είδους επεμβάσεις και έτσι κέρδισε την εμπιστοσύνη της. Ένεκα όλων των προαναφερομένων και λόγω μεγέθους της προσβολής της προσωπικότητάς της, η ενάγουσα ζητεί να αναγνωριστεί η υποχρέωση του εναγομένου νοσοκομείου να της καταβάλει, ως εύλογη χρηματική ικανοποίηση για την ηθική της βλάβη, βάσει του άρθρου 932 του Α.Κ., το ποσό των 80.000,00 ευρώ, λαμβάνοντας υπ’ όψιν: α) την ισόβια αναπηρία της, η οποία αποτελεί, για αυτήν, μια σκληρή νέα πραγματικότητα, β) το ότι μέχρι πρόσφατα υποβαλλόταν σε ελέγχους και προσπάθειες αποκατάστασης της βλάβης αυτής, που, όπως ισχυρίζεται, είναι απότοκη της πλημμελούς, εσφαλμένης και αντιδεοντολογικής συμπεριφοράς του οργάνου του εναγομένου νοσοκομείου, γ) το ισχυρό μετατραυματικό σοκ που υπέστη και που έχει επιφέρει μέχρι σήμερα τρομακτική μείωση της αυτοπεποίθησής της, δ) την ηλικία της κατά τον χρόνο διενέργειας της θυρεοειδεκτομής της και το ότι ήταν, κατά τους ισχυρισμούς της, υγιής και ικανή προς εργασία. Περαιτέρω, διατείνεται ότι η αναπηρία ή παραμόρφωση, ανάλογα με τον βαθμό της και τις λοιπές συντρέχουσες περιστάσεις, όπως η ηλικία, το φύλο, οι κλίσεις και επιθυμίες του παθόντος, οπωσδήποτε δύναται να έχει δυσμενή επίδραση στην κοινωνική και οικονομική εξέλιξη αυτού κατά τρόπο που δεν δύναται επακριβώς να προσδιοριστεί, αλλά, πάντως, το εύλογο χρηματικό ποσό που επιδικάζεται λόγω της αναπηρίας ή παραμόρφωσης, χωρίς σύνδεση με συγκεκριμένη περιουσιακή ζημία, εξευρίσκεται κατ’ αρχήν με βάση το είδος και τις συνέπειες της αναπηρίας και παραμόρφωσης και την ηλικία του παθόντος. Εν προκειμένω, κατά την ενάγουσα, για τον προσδιορισμό του είναι ληπτέα υπ’ όψιν η μόνιμη σωματική αναπηρία που της προκάλεσε η παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά του οργάνου του εναγομένου νοσοκομείου, η μόνιμη φοβία που της προκάλεσε το πλήθος των ιατρικών ελέγχων στους οποίους υποβλήθηκε, ένεκα της ως άνω αδικοπρακτικής συμπεριφοράς και το πραγματικό γεγονός ότι έχει παραμορφωθεί το σώμα της, αφού έχει προσβληθεί το φωνητικό σύστημά της και έχει καταστεί προβληματική η διαδικασία κατάποσης και αναπνοής. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η ενάγουσα ζητεί να αναγνωριστεί η υποχρέωση του εναγομένου νοσοκομείου να της καταβάλει το ποσό των 80.000,00 ευρώ, ως αποζημίωση για την αποκατάσταση της μειωμένης από την προαναφερθείσα αναπηρία προσωπικότητάς της και για να αντιμετωπίσει τις οικογενειακές, κοινωνικές και συναισθηματικές δυσκολίες που αυτή (η αναπηρία) θα επιφέρει στην υπόλοιπη ζωή της. Τέλος, αναφέρει ότι, κατόπιν σχετικής γνωμάτευσης ληφθείσας από το νοσοκομείο «Παπαγεωργίου» Θεσσαλονίκης, παρακολούθησε δεκαπέντε (15) συνεδρίες φωνητικής θεραπείας για βελτίωση της χρήσης του λάρυγγα και της κατάποσης, στο Κέντρο Λογοθεραπείας της Ε…Γ… στην Α…, και κατέβαλε για το σύνολο αυτών το ποσό των 225,00 ευρώ, το οποίο ζητεί να αναγνωριστεί ότι οφείλει να της καταβάλει το εναγόμενο ν.π.δ.δ., ως αποζημίωση για θετική ζημία. Ζητεί, επίσης, να κηρυχθεί η εκδοθησόμενη απόφαση προσωρινώς εκτελεστή λόγω του αντικειμένου της διαφοράς, αλλά και διότι συντρέχει εξαιρετικός προς τούτο λόγος, αφού η καθυστέρηση εκτέλεσης θα της επιφέρει σημαντικότατη βλάβη στην πορεία της υγείας της αλλά και στην εν γένει οικονομική της κατάσταση, η οποία είναι, κατά τους ισχυρισμούς της, πολύ κακή. Προς απόδειξη των ισχυρισμών της επικαλείται με το υπόμνημα και προσκομίζει ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, μεταξύ άλλων,: 1. το από 14.10.2017 εξιτήριο από το εναγόμενο νοσοκομείο (…΄ Χειρουργική κλινική), όπου αναφέρεται ότι η ενάγουσα έπασχε από μη τοξική πολυοζώδη βρογχοκήλη και υπεβλήθη σε ολική θυρεοειδεκτομή, χωρίς καταστροφικές (συστηματικές) ή σοβαρές συνυπάρχουσες και εξήλθε με έκβαση νοσηλείας «βελτίωση», 2. το από 14.10.2017 ενημερωτικό σημείωμα από το εναγόμενο νοσοκομείο (…΄ Χειρουργική κλινική), όπου αναφέρεται ότι στις 13.10.2017 η ασθενής υποβλήθηκε σε ολική θυρεοειδεκτομή και ότι παρουσίασε ομαλή μετεγχειρητική πορεία, εξερχόμενη απύρετη σε καλή κλινική κατάσταση εν αναμονή πορίσματος παθολογοανατομικής εξέτασης χειρουργικού παρασκευάσματος και με οδηγίες του θεράποντος ιατρού, 3. την ως άνω παθολογοανατομική εξέταση, όπου, μεταξύ άλλων, αναφέρεται ότι δεν βρέθηκαν στοιχεία κακοήθειας, 4. α) έγγραφο της …΄ Χειρουργικής κλινικής του εναγομένου νοσοκομείου προς την ΩΡΛ κλινική του (χωρίς ευδιάκριτη ημερομηνία), με το οποίο ζητείται να γίνει μετεγχειρητική λαρυγγοσκόπηση στην ενάγουσα που υπεβλήθη σε ολική θυρεοειδεκτομή και στο οποίο (έγγραφο) υφίσταται χειρόγραφη σημείωση περί υποκινησίας αριστερής φωνητικής χορδής και β) παραπεμπτικό (από τον Ν… Α…, επιμελητή …΄ ΩΡΛ) για ωτορινολαρυγγολογική εκτίμηση της ενάγουσας για πάρεση της αριστερής φωνητικής χορδής και υποκινησία της δεξιάς, 5. την από 2.7.2018 γνωμάτευση του χειρουργού ωτορινολαρυγγολόγου Π… Κ…, στην οποία αναφέρεται ότι η ενάγουσα εξετάστηκε στο ιδιωτικό ιατρείο του κατά την ως άνω ημερομηνία και βρέθηκε να πάσχει από παράλυση αριστερής φωνητικής χορδής, 6. την 1119/13.7.2018 ιατρική βεβαίωση – γνωμάτευση του Διευθυντή της ΩΡΛ κλινικής του Γενικού Νοσοκομείου Νάουσας, Δ… Μ…. κατά την οποία η ενάγουσα πάσχει από πάρεση αριστερής φωνητικής χορδής και ελαττωμένη κινητικότητα δεξιάς, 7. την …/29.8.2018 ιατρική βεβαίωση – γνωμάτευση του συντονιστή διευθυντή της ΩΡΛ κλινικής του εναγόμενου νοσοκομείου, Ο… Κ…, σύμφωνα με την οποία, μεταξύ άλλων, η ενάγουσα υποβλήθηκε σε «ολική θυρεοειδεκτομή προ 10μήνου. Αναφερόμενη δυσκαταποσία. Λαρυγγοσκοπικώς προκύπτει μικρό οίδημα Ranke άμφω και ικανοποιητική κινητικότητα φωνητικών χορδών. […] Από τον ενδοσκοπικό έλεγχο δεν προκύπτει στάση σιέλου στους απιοειδείς βόθρους. Συνιστάται εκτίμηση από γαστρεντερολόγο.», 8. το ενημερωτικό σημείωμα – πρακτικό χειρουργείου για την επέμβαση της ενάγουσας, από το οποίο, κατά την ίδια, προκύπτει ότι ο ιατρός είχε στη διάθεσή του τον πλέον κατάλληλο και σύγχρονο εξοπλισμό και στο οποίο μνημονεύεται, μεταξύ άλλων, ότι «[…] αναγνωρίζεται το δεξί πνευμονογαστρικό νεύρο με χρήση νευροδιεγέρτη. […] Αναγνωρίζεται και διαφυλάσσεται το παλίνδρομο λαρυγγικό δεξιά με τη βοήθεια του νευροδιεγέρτη […] Κατά τον έλεγχο της φώνησης δεν παρατηρείται βράγχος φωνής.», 9. την από …/27.9.2018 ιατρική γνωμάτευση του Διευθυντή της …΄ ΩΡΛ κλινικής του Γενικού Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης «Παπαγεωργίου», Α… Χ…, κατά την οποία «η ασθενής εξετάστηκε στα εξωτερικά ιατρεία της κλινικής στις 13.9.2018 και 25.9.2018. Αναφέρει δυσχέρεια κατάποσης ιδία σε ξηρά τροφή και εύκολη κόπωση φωνής. Εκ του ιστορικού αναφέρεται θυρεοειδεκτομή για πολυοζώδη βρογχοκήλη στις 13.10.2017. Εκ της ενδοσκόπησης ακινησία αριστερής φωνητικής χορδής σε παράμεση προς μέση θέση, ήπια υποκινησία δεξιάς φωνητικής χορδής. Συνιστάται διενέργεια συνεδριών λογοθεραπείας για βελτίωση χρήσης λάρυγγα» και την …/26.9.2018 ιατρική γνωμάτευση του ίδιου ιατρού, που αναφέρει (χειρογράφως) τα ανωτέρω και ορίζει ότι οι συνεδρίες της λογοθεραπείας θα είναι δεκαπέντε (15), 10. την από 22.11.2018 ιατρική γνωμάτευση του γαστρεντερολόγου Α… Μ…, κατά την οποία η ενάγουσα «αναφέρει συμπτωματολογία με βράγχος φωνής και δυσφαγία σε στερεά μετά από θυρεοειδεκτομή. Στα πλαίσια της διερεύνησης ως προς το ενδεχόμενο γαστροοισοφαγικής παλινδρόμησης έλαβε αγωγή με PPIs χωρίς αποτέλεσμα, ενώ υποβλήθηκε και σε ενδοσκόπηση ανωτέρου πεπτικού, χωρίς ιδιαίτερα ευρήματα πλην μίας ήπιας γαστρίτιδας στο θόλο του στομάχου (με αρνητική εξέταση για το ελικοβακτηρίδιο), οπότε η πιθανότητα της γαστροοισοφαγικής παλινδρόμησης ως αιτιολογικού παράγοντα για τη συμπτωματολογία της είναι μηδαμινή», 11. το …/9.10.2018 ιατρικό σημείωμα του Διευθυντή της …΄ Χειρουργικής κλινικής του εναγομένου νοσοκομείου, Ε… Χ…, κατά το οποίο «όπως φαίνεται από το βιβλίο της κλινικής η ασθενής νοσηλεύτηκε στη …΄ Χειρουργική κλινική από 12.10.2017 έως 14.10.2017 λόγω πολυοζώδους βρογχοκήλης. Έγινε προεγχειρητική λαρυγγοσκόπηση, η οποία ανέδειξε φυσιολογική κινητικότητα των φωνητικών χορδών. Χειρουργήθηκε στις 13.10.2017 και εκτελέστηκε ολική θυρεοειδεκτομή, όπου έγινε και χρήση μηχανήματος νευροπαρακολούθησης, όπου αναγνωρίστηκαν τα παλίνδρομα λαρυγγικά νεύρα άμφω και τα πνευμονογαστρικά νεύρα άμφω, με φυσιολογική λειτουργικότητα προ και μετά την αφαίρεση του θυρεοειδούς αδένα. Η μετεγχειρητική πορεία της ασθενούς ήταν ανεπίπλεκτη. Η μετεγχειρητική λαρυγγοσκόπηση ανέδειξε υποκινησία αριστερής φωνητικής χορδής. […] συστήθηκε έλεγχος από ΩΡΛ σε 1, 3, 6 και 12 μήνες μετεγχειρητικά», 12. την από 23.11.2019 γνωμάτευση της λογοπαθολόγου-λογοπεδικού Ε… Γ…, στην οποία αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι παρά τις δεκαπέντε (15) θεραπευτικές συνεδρίες που πραγματοποίησε η ενάγουσα δεν σημειώθηκε καμία εξέλιξη της κατάστασής της, και τη σχετική 90/23.11.2019 απόδειξη παροχής υπηρεσιών της ανωτέρω προς την ενάγουσα, ποσού 225,00 ευρώ, 13. την …/12.8.2020 ιατρική βεβαίωση-γνωμάτευση του Διευθυντή της ΩΡΛ κλινικής του Γενικού Νοσοκομείου Νάουσας, Δ… Μ…, κατά την οποία η ενάγουσα πάσχει από πάρεση αριστερής φωνητικής χορδής και ελαττωμένη κινητικότητα δεξιάς και παρουσιάζει δυσφαγία, η οποία δεν δύναται να αποκατασταθεί, 14. την από 12.9.2020 ιατρική βεβαίωση – γνωμάτευση του ίδιου ως άνω ιατρού, κατά την οποία η ενάγουσα πάσχει από πάρεση αριστερής φωνητικής χορδής, με καλή κινητικότητα της δεξιάς φωνητικής χορδής και φυσιολογική σύγκλειση της γλωττίδας. Παρουσιάζει εύκολη κόπωση κατά την ομιλία και δυσφαγία, η οποία δεν δύναται να αποκατασταθεί, 15. την …/11.10.2022 ιατρική γνωμάτευση της ιατρού της ΩΡΛ κλινικής του Γενικού Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης «Παπαγεωργίου», Η… Ε…, κατά την οποία η ασθενής πάσχει από ακινησία αριστερής γνήσιας φωνητικής χορδής με συνοδό αναφερόμενη εύκολη κόπωση φωνής, 16. την από 19.10.2022 ιατρική γνωμάτευση της (ιδιώτη) ωτορινολαρυγγολόγου Κ… Α…, κατά την οποία η ενάγουσα «μετά από επέμβαση θυρεοειδεκτομής παρουσιάζει επιπλοκές με τις φωνητικές χορδές άμφω. Πάρεση της αριστερής φωνητικής χορδής και υποκινησία της δεξιάς φωνητικής χορδής, με αποτέλεσμα λειτουργικά να έχει βράγχος φωνής και κόπωση στην ομιλία, δυσχέρεια στην αναπνοή και δυσκαταποσία. Έγιναν λογοθεραπείες 2 φορές από 15 συνεδρίες χωρίς καμία βελτίωση.» [Στην εν λόγω γνωμάτευση αναφέρεται για πρώτη φορά ότι η ενάγουσα έχει δυσχέρεια στην αναπνοή. Επίσης, αναφέρεται ότι έγιναν λογοθεραπείες δύο φορές από δεκαπέντε συνεδρίες, ήτοι τριάντα (30) συνεδρίες, ενώ η ίδια η ενάγουσα αναφέρει ότι έκανε μόνο δεκαπέντε (15) συνεδρίες λογοθεραπείας, τούτο δε προκύπτει και από τα σχετικά προσκομιζόμενα έγγραφα (ανωτέρω υπό στοιχείο 12.)], 17. βιογραφικό σημείωμα του διενεργήσαντος τη θυρεοειδεκτομή ιατρού, στο οποίο αναφέρεται η εξειδίκευσή του στις επεμβάσεις στους ενδοκρινείς αδένες, 18. την από 14.6.2021 ιατρική βεβαίωση του ψυχιάτρου Θ… Μ… (ιδιώτη), κατά την οποία η ενάγουσα «πάσχει εκ χρονίσαντος καταθλιπτικού επεισοδίου μετά αγχωδών συντελεστών, παρουσιάζοντας δε σημαντική μείωση των γνωσιακών δεξιοτήτων, εν συνεχεία θυρεοειδεκτομής–παρέσεως αριστερής φωνητικής χορδής και ελαττωμένης κινητικότητας της δεξιάς φωνητικής χορδής. Λαμβάνει αγωγή […]», 19. τον από 6.12.2021 γενικό εισηγητικό φάκελο παροχών αναπηρίας του ως άνω ιατρού προς το Κέντρο Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.), όπου αναφέρεται ότι η ενάγουσα (παρουσίασε) «προ τριετίας περίπου εν συνεχεία παρέσεως αριστερής φωνητικής χορδής κατόπιν χειρουργικής επεμβάσεως: έναρξη καταθλιπτικής συμπτωματολογίας διά κλαυθμών συνεχών, αισθήματος κοπώσεως, αδυναμίας, μηδενισμού λόγω της απώλειας της φωνητικής ικανότητος (ετύγχανε ερασιτέχνις τραγουδίστρια), αποσύρσεως, αϋπνίας. Παράλληλα κατάπτωση των γνωστικών δεξιοτήτων. […] Νόσος μικρών αγγείων. Πτωχή λειτουργικότητα. […] Δεν ενθυμείται την ακριβή τάξη φοιτήσεως της. Πτωχή δραστηριότητα και αποτελεσματικότητα. Δεν αναφέρονται έξεις», 20. την από 29.8.2022 ιατρική γνωμάτευση του ίδιου ιατρού, κατά την οποία η ενάγουσα «πάσχει εκ βαρείας καταθλίψεως από τετραετίας περίπου εν συνεχεία χειρουργικής επεμβάσεως και παρέσεως αριστερής φωνητικής χορδής, ως αναφέρεται από βεβαιώσεις νοσοκομείων, τυγχάνουσα ανάπηρη κατά 67% εκ του ΚΕ.Π.Α.. Καίτοι λαμβάνει ισχυρή αντικαταθλιπτική αγωγή δεν παρουσιάζει βελτίωση της συναισθηματικής της καταστάσεως», 21. την από 15.6.2021 ιατρική γνωμάτευση του νευρολόγου Π… Κ…, κατά την οποία η ενάγουσα «αναφέρει κεφαλαλγία, ζάλη, αστάθεια. Παρουσιάζει ήπιες διαταραχές μνήμης, διαταραχές στις παρεγκεφαλιδικές δοκιμασίες αριστερά. Έντονες καταθλιπτικές και αγχώδεις αντιδράσεις. Από γενόμενη MRI εγκεφάλου βρέθηκαν ευρήματα που συνηγορούν για νόσο των μικρών αγγείων και κυστικό μόρφωμα στο δεξιό κροταφικό λοβό με περιβάλλον αγγειοκινητικό οίδημα», 22. τον από 24.6.2021 εισηγητικό φάκελο παροχών αναπηρίας του ίδιου ως άνω ιατρού, στον οποίο, μεταξύ άλλων, αναφέρεται ότι η ενάγουσα παρουσιάζει κυκλοφορικές διαταραχές, ήπιες διαταραχές μνήμης, MRI ευρήματα στον εγκέφαλο, αστάθεια, νόσο μικρών αγγείων, πάρεση αριστερής φωνητικής χορδής, δυσφαγία, έντονες καταθλιπτικές αντιδράσεις, 23. την …-2021-…/21.12.2021 γνωστοποίηση αποτελέσματος πιστοποίησης αναπηρίας της …-2021-…/16.12.2021 Πρωτοβάθμιας Υγειονομικής Επιτροπής του Β΄ Τοπικού Υποκαταστήματος Μισθωτών Πέλλας του Ε.Φ.Κ.Α., σύμφωνα με την οποία η ενάγουσα πάσχει από αρχόμενη ανοϊκή συνδρομή και μικτή διαταραχή άγχους κατάθλιψης και το συνολικό ποσοστό αναπηρίας της ανέρχεται σε 67%, κατά ιατρική πρόβλεψη, από 16.6.2021 έως 30.6.2023, εκ του οποίου το 25% οφείλεται σε ψυχιατρική πάθηση, 24. τρεις φωτογραφίες, άνευ ημερομηνίας, όπου κατά τους ισχυρισμούς της ενάγουσας απεικονίζεται η ίδια να συμμετέχει σε χορωδία, σε παρέλαση, καθώς και να τραγουδά σε εκδήλωση, 25. τις (νομότυπες κατ’ άρθρο 185 του Κ.Δ.Δ.) …/2.11.2022 και …/2.11.2022 ένορκες μαρτυρικές καταθέσεις του Θ… Σ… και της Π… Τ… ενώπιον της συμβολαιογράφου Αλμωπίας Ειρήνης Μιχαηλίδου – Εμμανουηλίδου, με τις οποίες κατέθεσαν ότι συνδέονται με την ενάγουσα με φιλική σχέση και επιβεβαίωσαν τους ισχυρισμούς της περί των προβλημάτων που αντιμετωπίζει. Πιο συγκεκριμένα, ανέφεραν ότι η ενάγουσα ήταν ερασιτέχνης τραγουδίστρια και πάντα τραγουδούσε σε γιορτές, γάμους και στις εκδηλώσεις του χωριού, καθώς και μέλος χορωδίας και συμμετείχε στο χορευτικό τμήμα του συλλόγου του χωριού της, αλλά μετά την επέμβαση στον θυρεοειδή δεν μπορεί ούτε να χορεύει ούτε να τραγουδήσει, λαχανιάζει, δεν μπορεί να καταπιεί εύκολα και πνίγεται, ενώ κουράζεται και να μιλάει, έχει, δε, γίνει εσωστρεφής, δεν πηγαίνει πια σε γιορτές και σε εκδηλώσεις, είναι μελαγχολική και δεν βγαίνει από το σπίτι, ντρέπεται γιατί η φωνή της είναι βραχνή. Επίσης, δεν μπορεί να φάει ενώπιον άλλων, καθώς πνίγεται συχνά και δεν μπορεί να μιλήσει. Όλα αυτά, δε, της έχουν μειώσει την αυτοπεποίθηση και επισκέπτεται ψυχολόγο για να τη βοηθήσει. και 26. πράξεις διοικητικού προσδιορισμού του φόρου φορολογικών ετών 2019, 2020 και 2021, σύμφωνα με τις οποίες για το 2019 δηλώθηκε από την ενάγουσα φορολογητέο εισόδημα 4.942,48 ευρώ (4.500 ευρώ από μισθωτή εργασία – συντάξεις και 442,48 ευρώ από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα), ενώ προστέθηκε και 2.195,44 ευρώ τεκμαρτό ποσό από διαφορά βάσει δαπανών, από δε τον σύζυγό της δηλώθηκε (καθαρό) εισόδημα 16.634,54 ευρώ (από μισθωτή εργασία – συντάξεις), για το 2020 από την ενάγουσα δηλώθηκε (φορολογητέο) εισόδημα 7.200 ευρώ (από μισθωτή εργασία – συντάξεις), από δε τον σύζυγό της δηλώθηκε καθαρό εισόδημα 17.166,48 ευρώ (από μισθωτή εργασία – συντάξεις) και για το 2021 δηλώθηκε από την ενάγουσα (φορολογητέο) εισόδημα 4.500 ευρώ (από μισθωτή εργασία – συντάξεις), από δε τον σύζυγό της ποσό 17.166,79 ευρώ (από μισθωτή εργασία – συντάξεις).
10. Επειδή, από την πλευρά του το εναγόμενο νοσοκομείο, με το νομίμως κατατεθέν στις 9.11.2022 υπόμνημά του, αναφέρει ότι ο χειρουργός Ι… Κ… εξέτασε την ενάγουσα πρώτη φορά στις 29.8.2017, όταν εκείνη παρουσιάστηκε με εικόνα πολυοζώδους βρογχοκήλης για την οποία είχε σύσταση από τον ενδοκρινολόγο της για αφαίρεση του θυρεοειδούς. Αφού την εξέτασε κλινικά, της εξήγησε τους λόγους για τους οποίους χρήζει χειρουργείου και της ανέλυσε τον τρόπο με τον οποίον θα πραγματοποιούνταν η επέμβαση και τις πιθανές επιπλοκές της. Της ανέφερε, ειδικότερα, ότι μία από τις επιπλοκές της θυρεοειδεκτομής είναι η πάρεση των παλίνδρομων λαρυγγικών νεύρων, τα οποία βρίσκονται σε άμεση γειτνίαση με τον θυρεοειδή αδένα κάτω από τον κάθε λοβό του και είναι υπεύθυνα για την κινητικότητα των φωνητικών χορδών, για τον έλεγχο δε της λειτουργίας των νεύρων αυτών χρησιμοποιείται σε όλες τις σχετικές χειρουργικές επεμβάσεις ένα μηχάνημα που καλείται «νευροδιεγέρτης», με το οποίο γίνεται διεγχειρητικά παρακολούθηση της λειτουργίας των νεύρων σε όλη τη διάρκεια της επέμβασης, ώστε να γνωρίζουν οι ιατροί μετεγχειρητικά αν ο ασθενής έχει πάρεση ή όχι. Επίσης, της εξήγησε ότι διενεργείται προεγχειρητικά και μετεγχειρητικά λαρυγγοσκόπηση, ώστε να έχει ο ιατρός την αντικειμενική εικόνα από τη λειτουργικότητα των φωνητικών χορδών, διότι υπάρχουν περιπτώσεις, σπάνιες, όπου οι διεγχειρητικές ενδείξεις δεν συμφωνούν με την κλινική εικόνα του ασθενούς. Η μόνιμη πάρεση των νεύρων αυτών και, κατ’ επέκταση, η πάρεση των φωνητικών χορδών ανέρχεται βιβλιογραφικά σε ποσοστό 2% ενώ η παροδική πάρεση των νεύρων σε ποσοστό έως και 15%. Ακολούθως, με το εν λόγω υπόμνημα προβάλλεται ότι στις 12.10.2017 η ενάγουσα εισήχθη στη …΄ Χειρουργική κλινική του εναγομένου νοσοκομείου και ο ανωτέρω χειρουργός την επισκέφτηκε στον θάλαμο με τον ειδικευόμενο Μ… Π…, που θα τον βοηθούσε στο χειρουργείο, με σκοπό να την ενημερώσει για την ώρα του χειρουργείου και να της θυμίσει τα τεχνικά δεδομένα αυτού και τις πιθανές μετεγχειρητικές επιπλοκές, τις οποίες και επανέλαβε αναλυτικά, όπως επιβεβαιώνεται και από την προσκομισθείσα …/2.11.2022 ένορκη μαρτυρική κατάθεση του Μ… Π… ενώπιον συμβολαιογράφου. Κατά τα σχετικώς παρατιθέμενα, έλαβε χώρα πλήρης προεγχειρητικός έλεγχος, καθώς και προεγχειρητική λαρυγγοσκόπηση, όπως προβλέπουν οι τελευταίες παγκόσμιες κατευθυντήριες οδηγίες που τηρούνται στα μεγάλα κέντρα που ασχολούνται με αντιμετώπιση παθήσεων ενδοκρινών αδένων, όπως, επίσης, ελήφθη πλήρες ιστορικό και κρατήθηκαν οι εργαστηριακές και απεικονιστικές εξετάσεις που είχε κάνει η ασθενής πριν την εισαγωγή της, ενώ από τον έλεγχο δεν προέκυψε κάτι παθολογικό πέρα από την πάθησή της. Κατά τα σχετικώς περαιτέρω παρατιθέμενα, το πρωί της 13ης.10.2017 η ενάγουσα οδηγήθηκε στο χειρουργείο όπου τηρήθηκε το πρωτόκολλο για την ορθή χειρουργική επέμβαση που αφορά τη θυρεοειδεκτομή, δηλαδή τοποθετήθηκε ενδοτραχειακός σωλήνας με τα ηλεκτρόδια που ακουμπούν στις φωνητικές χορδές ώστε να είναι δυνατή η δημιουργία του ανάλογου κυκλώματος για τον διεγχειρητικό έλεγχο της λειτουργίας των παλίνδρομων λαρυγγικών νεύρων, και εντός του χειρουργείου παρίστατο και τεχνικός από την εταιρεία που διαθέτει το μηχάνημα νευροπαρακολούθησης, με σκοπό να μεταφέρει στους διενεργούντες τη χειρουργική επέμβαση τις ενδείξεις του μηχανήματος, διότι δεν έχει οπτική επαφή η χειρουργική ομάδα. Κατά την πορεία του χειρουργείου αναγνωρίζονται πρώτα τα πνευμονογαστρικά νεύρα και από τις δύο πλευρές. Αυτά αποτελούν τα νεύρα από τα οποία προέρχονται τα παλίνδρομα λαρυγγικά νεύρα και διεγείρονται και λαμβάνονται τα αντίστοιχα σήματα δυναμικού, ώστε να επιβεβαιωθεί η σωστή λειτουργία των παλίνδρομων λαρυγγικών νεύρων. Στην αρχή λαμβάνονται τα δυναμικά έναρξης προ της παρασκευής του θυρεοειδούς αδένα, όσο και στο τέλος του χειρουργείου μετά την αφαίρεση του θυρεοειδούς και την αιμόσταση. Στη συγκεκριμένη ασθενή η χρήση του εν λόγω μηχανήματος δεν έδειξε διαφορά στα σήματα που είχαν οι ιατροί από όλα τα νεύρα που συμμετέχουν στη λειτουργία της φώνησης και της κατάποσης, τόσο στις αρχικές ενδείξεις όσο και στις τελικές. Αναλυτικότερα, σύμφωνα με τα μνημονευόμενα στο υπόμνημα του εναγόμενου νοσοκομείου, η εξέλιξη του χειρουργείου είχε ως εξής: τοποθετήθηκε ειδικός ενδοτραχειακός σωλήνας με ηλεκτρόδια τα οποία ακουμπούν στις φωνητικές χορδές, ώστε να δημιουργηθεί κύκλωμα το οποίο ελέγχει τη λειτουργία των παλίνδρομων λαρυγγικών νεύρων. Ο τεχνικός της εταιρείας του νευροδιεγέρτη πραγματοποίησε έλεγχο καλής λειτουργίας του μηχανήματος. Κατά τη διάρκεια του χειρουργείου γινόταν διαρκώς έλεγχος του σήματος που δίνουν τα παλίνδρομα λαρυγγικά νεύρα με τη μέθοδο της νευροπαρακολούθησης. Κατ’ αρχάς, ο προαναφερθείς χειρουργός διενήργησε σταδιακή εκτομή του μεγαλύτερου σε διαστάσεις λοβού και εν συνεχεία ολοκλήρωσε την εγχείρηση ολικής θυρεοειδεκτομής. Κατά τη διάρκεια του χειρουργείου δεν υπήρχε απώλεια ή έστω πτώση του σήματος κατά τη νευροπαρακολούθηση. Το πρωτόκολλο που ακολουθείται ορίζει ότι, εάν υπάρχει απώλεια σήματος κατά την εκτομή του πρώτου λοβού του θυρεοειδούς, το χειρουργείο σταματά μετά την εκτομή του εν λόγω λοβού και δεν συνεχίζεται ετερόπλευρα. Αυτό γίνεται για την ασφάλεια του ασθενούς, όπως ορίζεται από τα παγκόσμια πρωτόκολλα χειρουργικής του θυρεοειδούς (staged thyroidectomy). Εάν η επέμβαση συνεχιστεί έχοντας ήδη κάποιου είδους βλάβη στο ένα νεύρο, υπάρχει περίπτωση βλάβης και από την άλλη μεριά, γεγονός το οποίο θέτει σε κίνδυνο την αναπνοή του ασθενούς. Στην περίπτωση της ενάγουσας δεν υπήρξε απώλεια ή πτώση του σήματος καθ’ όλη τη διάρκεια της επέμβασης. Μετά το τέλος αυτής έγινε έλεγχος της φώνησης της ασθενούς και δεν υπήρχε βράγχος φώνησης, όπως αναφέρεται και στο πρακτικό του χειρουργείου. Δεν υπήρξε οποιοδήποτε πρόβλημα στην επέμβαση, στη νευροπαρακολούθηση ή στη φώνηση και στην αναπνοή της ασθενούς. Την ίδια ημέρα, μετά την επέμβαση και κατά την απογευματινή επίσκεψη, που έγινε από τον καθηγητή Β… Π… και τον προμνησθέντα ειδικευόμενο ιατρό, Μ… Π…, που εφημέρευαν, εξετάστηκε η ασθενής και δεν διαπιστώθηκε κάποιο μετεγχειρητικό σύμπτωμα, όπως επιβεβαιώνεται και από την προσκομιζόμενη …/2.11.2022 ένορκη βεβαίωση του Β… Π… ενώπιον συμβολαιογράφου, ενώ σε τηλεφωνική επικοινωνία του χειρουργού που διενήργησε την επέμβαση με τον ανωτέρω ειδικευόμενο δεν αναφέρθηκε κάτι παθολογικό. Παρ’ όλα αυτά, η ασθενής την επόμενη ημέρα, στη μετεγχειρητική λαρυγγοσκόπηση, είχε υποκινησία της αριστερής φωνητικής χορδής. Κλινικά το επόμενο πρωί εμφάνισε και ένα ήπιο βράγχος φωνής, χωρίς όμως εικόνα δυσκαταποσίας και δυσκολίας στην αναπνοή. Της εξηγήθηκε εκ νέου ότι αυτό χρήζει παρακολούθησης τουλάχιστον για έξι (6) έως δώδεκα (12) μήνες και υπάρχει 95% πιθανότητα πλήρους ίασης. Μετά ταύτα, η ασθενής πήρε εξιτήριο την ίδια ημέρα, είκοσι τέσσερις ώρες μετά το χειρουργείο. Αυτό δεν θα συνέβαινε εάν πράγματι έπασχαν και οι δύο φωνητικές χορδές, διότι σε τέτοια περίπτωση θα χρειαζόταν αναπνευστική υποστήριξη και ίσως παραμονή σε μονάδα εντατικής θεραπείας ή ακόμη και τραχειοστομία. Η ασθενής εξετάστηκε από τον χειρουργό που διενήργησε τη θυρεοειδεκτομή μία εβδομάδα μετά το χειρουργείο για έλεγχο του τραύματος και αφαίρεση των ραμμάτων και του ανέφερε, αλλά το διαπίστωσε και ο ίδιος, το βράγχος φωνής και την ήπια δυσκολία στην κατάποση, για τα οποία της συνέστησε να επανεκτιμηθεί από ωτορινολαρυγγολόγο, να το παρακολουθεί έξι (6) έως δώδεκα (12) μήνες και να τον ενημερώνει. Μετά από έξι (6) μήνες και ενώ παρέμενε η πάρεση της αριστερής φωνητικής χορδής και υποκινησία δεξιάς, ο εν λόγω χειρουργός της συνέστησε να επισκεφθεί τον ΩΡΛ καθηγητή του Α.Π.Θ. και ειδικό σε τέτοια θέματα Π… Κ…, που την εξέτασε, διαπίστωσε το πρόβλημα και έδωσε οδηγίες. Έκτοτε ο διενεργήσας τη θυρεοειδεκτομή χειρουργός δεν είχε καμία επαφή με την ενάγουσα. Ο προαναφερόμενος καθηγητής Π… Κ…, στην προσκομιζόμενη …/7.11.2022 ένορκη μαρτυρική κατάθεση ενώπιον συμβολαιογράφου, ανέφερε, μεταξύ άλλων ότι το κύριο σύμπτωμα με το οποίο προσήλθε στο ιατρείο του η ενάγουσα ήταν βράγχος φωνής και μια δυσκαταποσία στα υγρά. Στη λαρυγγοσκόπηση διαπιστώθηκε παράλυτη αριστερή φωνητική χορδή. Με βάση το σχετικά πρόσφατο ιστορικό θυρεοειδεκτομής η διάγνωση ήταν μετά θυρεοειδεκτομή παράλυση αριστερής φωνητικής χορδής και της εξήγησε ότι το πρόβλημά της είναι κάτι που συναντάται συχνά, σε μερικές περιπτώσεις περνάει μόνο του και σε κάποιες άλλες παρεμβαίνουν οι ιατροί χειρουργικά ή παραπέμπουν σε λογοθεραπευτές. Η πρότασή του ήταν, αν όταν ολοκληρωθεί ένας χρόνος από το συμβάν τα συμπτώματα παραμένουν, να τη χειρουργήσει. Της εξήγησε τη φύση του χειρουργείου αποκατάστασης της παράλυτης φωνητικής χορδής και της είπε πως μπορεί να διορθώσει το πρόβλημα φωνής και κατάποσης και να τις επαναφέρει σχεδόν στο φυσιολογικό. Κατά τους ισχυρισμούς του εναγομένου νοσοκομείου, από την παραπάνω διάγνωση του εξειδικευμένου ιατρού που έγινε εννέα (9) περίπου μήνες μετά την επέμβαση, καθώς και από το επιστημονικά αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι η κατάσταση της ασθενούς δεν μπορεί να βαίνει επιδεινούμενη με τη διαδρομή του χρόνου, αποδεικνύεται η αναλήθεια της περιγραφής της σημερινής κατάστασης της ενάγουσας, όπως αυτή περιγράφεται στην αγωγή, δεδομένου ότι ο ανωτέρω ειδικός Π. Κ…, εννέα μήνες μετά την επέμβαση και αρκετά έτη πριν την άσκηση της αγωγής, διέγνωσε μόνο βράγχος φωνής και μια δυσκαταποσία στα υγρά. Περαιτέρω, κατά το εναγόμενο νοσοκομείο, ο διενεργήσας την εγχείρηση στην ενάγουσα χειρουργός ενήργησε σύμφωνα με τις θεμελιώδεις αρχές της ιατρικής επιστήμης επιδεικνύοντας τη μέγιστη δυνατή επιμέλεια που αναμένεται από τον μέσο εκπρόσωπο του κύκλου του. Όπως επισημαίνεται από το εναγόμενο, το όργανό του (ανωτέρω χειρουργός) εφήρμοσε απαρέγκλιτα όλα τα επιβαλλόμενα ιατρικά πρωτόκολλα. Ειδικότερα, το εναγόμενο αναφέρει ότι το πρωτόκολλο ασφαλείας για τη σωστή επέμβαση της θυρεοειδεκτομής συνίσταται στα παρακάτω: 1. χειρουργός με μεγάλο όγκο χειρουργείων θυρεοειδεκτομής και πιστοποίηση της εκπαίδευσής του, 2. προεγχειρητική λαρυγγοσκόπηση για τον έλεγχο των φωνητικών χορδών για παθολογία τους πριν την επέμβαση, 3. χρήση διεγχειρητικής νευροπαρακολούθησης για τον έλεγχο της λειτουργίας των παλίνδρομων λαρυγγικών νεύρων, των άνω λαρυγγικών και των πνευμονογαστρικών νεύρων και 4. μετεγχειρητική λαρυγγοσκόπηση για τον έλεγχο της λειτουργικότητας των φωνητικών χορδών. Όπως διατείνεται το εναγόμενο, στην υπό κρίση περίπτωση τηρήθηκαν όλα τα ανωτέρω, αλλά στην ενάγουσα παρατηρείται το παράδοξο φαινόμενο να υπάρχουν προβλήματα της φωνητικής χορδής τουλάχιστον για τον πρώτο περίπου χρόνο μετά την επέμβαση, διότι η σημερινή κατάστασή της, όπως την αναφέρει στην αγωγή της, δεν έχει αποδειχθεί. Η παραδοξότητα του φαινομένου, κατά το εναγόμενο, οφείλεται στο ότι διεγχειρητικά ο νευροδιεγέρτης δεν ανέδειξε απώλεια σήματος δυναμικού σε κανένα από τα νεύρα που ελέγχθησαν. Επισημαίνεται, συναφώς, από το εναγόμενο ότι γενικά βλάβη των παλίνδρομων λαρυγγικών νεύρων μπορεί να συμβεί όταν τραυματιστούν τα νεύρα κατά τη διάρκεια του χειρουργείου είτε από θερμότητα πλησίον τους είτε από έλξη του νεύρου κατά τους χειρισμούς, πλην όμως, στη συγκεκριμένη ασθενή δεν συνέβη τίποτε από τα δύο, ούτε υπήρξε απώλεια της συνέχειας των νεύρων, όπως επιβεβαιώνεται από την ύπαρξη δυναμικών. Οι δε βλάβες του νεύρου διακρίνονται σε μόνιμες και παροδικές. Μόνιμες χαρακτηρίζονται όταν περάσει ένα έτος από την αρχική διάγνωση της βλάβης. Τα ποσοστά της μόνιμης βλάβης ανέρχονται βιβλιογραφικά κατά μέσο όρο σε ποσοστό έως 2%, υπάρχει όμως διχογνωμία στη βιβλιογραφία για τα ακριβή ποσοστά, διότι δεν καταγράφονται πάντα από κέντρα με μεγάλο όγκο χειρουργείων θυρεοειδούς, με αποτέλεσμα να υπάρχουν και εργασίες που αναφέρουν ποσοστό 7%. Τα συγκεκριμένα ποσοστά αφορούν κέντρα χειρουργικής του θυρεοειδούς, όπου λαμβάνονται όλα τα απαιτούμενα μέτρα ασφαλείας και παρ’ όλα αυτά στο τέλος υπάρχει βλάβη του νεύρου και παράλυση της φωνητικής χορδής. Όπως υποστηρίζει το εναγόμενο, στο περιστατικό της ενάγουσας ο νευροδιεγέρτης έδειχνε σωστές ενδείξεις δυναμικού, αλλά υπήρξε απώλεια της λειτουργίας της φωνητικής χορδής και το φαινόμενο αυτό μπορεί να οφείλεται στα παρακάτω: «1. περιφερική διέγερση σε σχέση με τραυματισμένο νευρικό τμήμα. Αυτό είναι το σκεπτικό για τη διέγερση του πνευμονογαστρικού για την πρόγνωση της νευρικής λειτουργίας στο τέλος της χειρουργικής επέμβασης. Εν προκειμένω αυτό δεν ισχύει, διότι υπήρχε σήμα δυναμικού στο πνευμονογαστρικό και από τις δύο πλευρές. 2. τραυματισμός μετά από διέγερση τελευταίας δοκιμής, το οποίο επίσης δεν ισχύει εν προκειμένω, διότι μετά τις τελευταίες διεργασίες δεν έγιναν άλλοι χειρισμοί. 3. καθυστερημένη νευροαπραξία (κάποιος μπορεί να υποθέσει προοδευτικό οίδημα, το οποίο ενδέχεται να επηρεάσει το παλίνδρομο λαρυγγικό νεύρο σε μια ενδολαρυγγική θέση στην κρικοθυρεοειδή άρθρωση ή εναλλακτικά καθυστερημένη αγγειακή επίδραση). Γεγονός ανεξάρτητο από τους χειρουργικούς χειρισμούς, που οφείλεται στο οίδημα από την τοποθέτηση του ενδοτραχειακού σωλήνα ο οποίος τοποθετείται από τον αναισθησιολόγο. 4. κάκωση οπισθίου κλάδου: τα συστήματα παρακολούθησης του ενδοτραχειακού σωλήνα αξιολογούν μόνο τον μυ της φωνητικής χορδής και όχι τον οπίσθιο αρυταινοειδή μυ. Απαιτούνται ξεχωριστά ηλεκτρόδια οπίσθιου κρικοειδούς μυός για την παρακολούθηση αυτού του κλάδου του παλίνδρομου λαρυγγικού νεύρου, κάτι το οποίο δεν υπάρχει στην καθημερινή πρακτική του χειρουργείου. Είναι κατανοητό, αλλά όχι πιθανό, ότι σε έναν δεδομένο ασθενή υπάρχουν επιπλέον λαρυγγικοί κλάδοι που αποκαλύπτουν έναν οπίσθιο κλάδο με ίνες του οπίσθιου αρυταινοειδούς μυός στον οποίο μπορεί να συμβεί τραυματισμός με συνεχές καλό θετικό σήμα στον πρόσθιο αρυταινοειδή μυ και το οποίο μπορεί να αποκαλυφθεί μετεγχειρητικά ως πλήρης βλάβη στη φωνητική χορδή. Το παραπάνω γεγονός δεν μπορεί να αποκαλυφθεί, να επιβεβαιωθεί και δεν οφείλεται στους χειρουργικούς χειρισμούς, αλλά στη μετεγχειρητική χρήση του λάρυγγα από τον ασθενή, δηλαδή σε μετεγχειρητικό βήχα και ένταση στη φωνή, και 5. ακινησία φωνητικών χορδών λόγω μη χειρουργικών προβλημάτων, όπως λαρυγγικό οίδημα ή εξάρθρωση αρυταινοειδούς χόνδρου. Εμφανίζεται μετεγχειρητικά στα πλαίσια της επούλωσης του τραύματος από τον οργανισμό. Όλα τα παραπάνω μπορεί στην πορεία να εξελιχθούν σε μόνιμη βλάβη». Κατά το εναγόμενο, στην ενάγουσα μπορεί να ισχύουν οι περιπτώσεις υπό στοιχείο 3, 4 και 5, ήτοι γεγονότα ανεξάρτητα από τους χειρουργικούς χειρισμούς και, ακόμα και αν ήθελε γίνει δεκτή η αγωγή και οι ισχυρισμοί ως προς τη σημερινή κατάσταση της υγείας της, η περίπτωση της ενάγουσας εμπίπτει σε αυτές κατά τις οποίες, αν και τηρήθηκαν όλοι οι κανόνες, δεν ήταν δυνατόν να αποφευχθεί η βλάβη. Το εναγόμενο αναφέρει, επίσης, ότι η ασθενής, κατά τους πρώτους μήνες μετά την επέμβαση, εμφάνιζε παράλυση της αριστερής φωνητικής χορδής, ενώ δεν επιβεβαιώνεται από όλους τους αναφερόμενους στην αγωγή της ωτορινολαρυγγολόγους, που την εξέτασαν μετεγχειρητικά, υποκινησία της δεξιάς φωνητικής χορδής, τούτο, δε, εξηγείται, όπως επισημαίνει το εναγόμενο, από το γεγονός ότι η υποκινησία είναι μια υποκειμενική διάγνωση και έχει σχέση και με τον τρόπο εξέτασης της ασθενούς. Περαιτέρω, η ετερόπλευρη παράλυση της φωνητικής χορδής συνοδεύεται από βράγχος φωνής και σπανιότερα από δυσκολία στην κατάποση, εκτός αν συνυπάρχει κάποια άλλη πάθηση, ανεξάρτητη από τους χειρουργικούς χειρισμούς, ή σύγχρονη βλάβη του άνω λαρυγγικού νεύρου. Η τελευταία δεν περιγράφηκε από κανέναν ωτορινολαρυγγολόγο, ενώ μπορεί να γίνει διάγνωση αυτής από τις μετεγχειρητικές λαρυγγοσκοπήσεις και επίσης να αποδειχθεί με συγκεκριμένες δοκιμασίες στον ασθενή. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του εναγομένου, από τα διαλαμβανόμενα στην αγωγή δεν αναφέρεται πουθενά κάποια ανάλογη διάγνωση, ενώ, εάν ήθελε γίνει δεκτή ετερόπλευρη βλάβη, τα μόνα συμπτώματα που θα είχε η ενάγουσα είναι βράγχος φωνής, κόπωση κατά την παρατεταμένη ομιλία και όχι δυσκαταποσία και δυσχέρεια στην αναπνοή. Όπως επισημαίνει το εναγόμενο νοσοκομείο, εφ’ όσον η ενάγουσα είχε όλη τη βαρεία συμπτωματολογία που αναφέρει, θα έπρεπε να ζητήσει τη βοήθεια ωτορινολαρυγγολόγου, ο οποίος με συγκεκριμένη επέμβαση θα την είχε βοηθήσει να ξεπεράσει κυρίως τα συμπτώματα που αφορούν στην αναπνοή της. Στην ίδια συνεστήθη λογοθεραπεία, όπως πρέπει να γίνεται σε τέτοιες περιπτώσεις, και μάλιστα πολύ ενωρίτερα από ότι αναφέρει η ενάγουσα ότι έκανε. Η λογοθεραπεία βοηθά θεαματικά τον ασθενή τόσο στη βελτίωση της αναπνοής όσο και στη βελτίωση της ομιλίας και της κατάποσης. Το όφελος βέβαια μεγαλώνει όσο νωρίτερα την ξεκινάει ο ασθενής. Σε παρόμοιες βλάβες άλλων ασθενών επετεύχθη πλήρης αποκατάσταση της ομιλίας και της αναπνοής. Με το ίδιο υπόμνημα αναφέρεται, επίσης, ότι η πρακτική που τηρείται γενικότερα στην …΄ Χειρουργική κλινική του εναγομένου νοσοκομείου είναι η ενημέρωση των ασθενών σε ό,τι αφορά την εγχείρηση στην οποία θα υποβληθούν, τη μετεγχειρητική παρακολούθηση και τη σωστή αντιμετώπιση όλων των προβλημάτων τους, σε συνεργασία και με άλλες ειδικότητες τόσο στο ίδιο νοσοκομείο όσο και στα άλλα ιδρύματα της πόλης. Άλλωστε, κατά τα σχετικώς υποστηριζόμενα εκ μέρους του εναγομένου, τηρούνται όλα τα πρωτόκολλα ασφαλείας για το συγκεκριμένο χειρουργείο και η σχετική εμπειρία προέρχεται από τη διενέργεια διακοσίων (200) θυρεοειδεκτομών ετησίως, αριθμό πολύ μεγαλύτερο από τον οριζόμενο από την Ευρωπαϊκή Εταιρεία Χειρουργών Ενδοκρινών Αδένων, που είναι οι εκατό (100) επεμβάσεις ετησίως. Από όλα τα ως άνω αναφερόμενα προκύπτει, κατά την άποψη του εναγομένου, ότι η συγκεκριμένη βλάβη που επικαλείται ότι υπέστη η ενάγουσα, και αληθής υποτιθέμενη, δεν μπορούσε στη συγκεκριμένη ασθενή να αποφευχθεί, ενώ τίθεται υπό συζήτηση αν τα αναφερόμενα συμπτώματά της συμφωνούν με την κλινική διάγνωση της από τους ωτορινολαρυγγολόγους από τους οποίους εξετάστηκε τους μήνες μετά τη θυρεοειδεκτομή αλλά και μέχρι και σήμερα. Όπως τονίζεται σχετικώς, η αντιμετώπιση της ασθενούς ήταν απολύτως ενδεδειγμένη, η δε εν συνεχεία αυτόβουλη εκ μέρους της απομάκρυνσή της από τους θεράποντες ιατρούς δεν επέτρεψε την πλήρη αντιμετώπιση του αναφερόμενου προβλήματος με τον σωστότερο τρόπο, δηλαδή η επίμαχη χειρουργική επέμβαση διενεργήθηκε στο σύνολο της lege artis, ενώ σε σχέση με τη μετεγχειρητική κατάσταση της υγείας της ενάγουσας, και αν ήθελε υποτεθούν αληθή και ακριβή τα όσα αναφέρει, οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει συνιστούν μετεγχειρητικές επιπλοκές, η εμφάνιση των οποίων δεν προϋποθέτει ούτε σημαίνει αναγκαστικά τη μεσολάβηση κάποιου ιατρικού σφάλματος. Επί των αγωγικών κονδυλίων, το εναγόμενο νοσοκομείο αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις αναγνώρισης ή επιδίκασής τους, δοθέντος ότι η ενάγουσα δεν υπέστη καμία ζημία εκ πράξεων ή παραλείψεων οργάνου του, σε κάθε δε περίπτωση αυτά υπερβαίνουν το προσήκον μέτρο και τον σκοπό για τον οποίο έχει θεσπιστεί το οικείο δικαίωμα. Προς απόδειξη των ισχυρισμών του, το εναγόμενο προσκομίζει μεταξύ άλλων: 1. επικυρωμένο αντίγραφο του φακέλου νοσηλείας της ενάγουσας στον οποίο συμπεριλαμβάνονται οι εξετάσεις του προεγχειρητικού ελέγχου, φύλλο ιστορικού ασθενούς, η κάρτα νοσηλείας της, απεικόνιση των ενδείξεων του νευροδιεγέρτη κατά την κρίσιμη χειρουργική επέμβαση και το πρακτικό χειρουργείου. Στο Φύλλο Ιστορικού Ασθενούς, που ελήφθη πριν από την επέμβαση, αναφέρεται ότι ήδη τέσσερα έτη πριν από τη λήψη του εν λόγω ιστορικού η ενάγουσα έπασχε από πολυοζώδη βρογχοκήλη με συμπτώματα δυσκαταποσίας, βράγχους φωνής και αρρυθμιών, 2. την …/2.11.2022 ένορκη μαρτυρική κατάθεση του Β… Π…, Καθηγητή Χειρουργικής του Α.Π.Θ. εργαζομένου στη …΄ Χειρουργική Κλινική στο εναγόμενο νοσοκομείο από το έτος 1997, ενώπιον της συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης Αγγελικής Βουλγαράκη, ο οποίος κατέθεσε, μεταξύ άλλων, ότι η ενάγουσα χειρουργήθηκε στην ως άνω κλινική, στις 13.10.2017, ότι η μοναδική επαφή του με την ασθενή ήταν το απόγευμα της επέμβασης, όταν ως εφημερεύων χειρουργός έκανε επανειλημμένες επισκέψεις στους θαλάμους των ασθενών εξετάζοντας και δίνοντας οδηγίες, ότι η ενάγουσα δεν ανέφερε κατά την επίσκεψή του στον θάλαμό της κάποιο πρόβλημα στην κατάποση ούτε κάποιο βράγχος φωνής, ήταν ήρεμη και είχε ήδη κινητοποιηθεί ακολουθώντας την προβλεπόμενη ομαλή μετεγχειρητική πορεία της θυρεοειδεκτομής. Κατά τα αναφερθέντα σχετικώς εκ μέρους του ανωτέρω ιατρού, έκτοτε ο ίδιος δεν είχε επικοινωνία ή προσωπική επαφή με την εν λόγω ασθενή. Σε σχέση με το περιστατικό επεσήμανε ότι πάγια τακτική της κλινικής είναι η ενδελεχής ενημέρωση των ασθενών για τη φύση της επέμβασης στην οποία θα υποβληθούν και για τις πιθανές επιπλοκές, οι οποίες μπορεί να συμβούν κατά τη διάρκεια ή μετά την επέμβαση. Ακόμη, τόνισε ότι πέρα από την ενημέρωση που γίνεται κατά τον προγραμματισμό της χειρουργικής επέμβασης από τον θεράποντα χειρουργό, μετά την εισαγωγή στην κλινική και την πραγματοποίηση του προεγχειρητικού ελέγχου για το χειρουργείο, επαναλαμβάνεται η ενημέρωση τόσο από τον ιατρό του θαλάμου όσο και από τον αναισθησιολόγο που αναλαμβάνει το περιστατικό και το ίδιο συνέβη και με τη συγκεκριμένη ασθενή. Περαιτέρω, ανέφερε ότι: «Η βλάβη των παλίνδρομων λαρυγγικών νεύρων αποτελεί την πιο συχνή αλλά και την πιο σοβαρή επιπλοκή της χειρουργικής του θυρεοειδούς αδένα. Μελέτες από εξειδικευμένα κέντρα στη χειρουργική του θυρεοειδούς αναφέρουν ότι η συχνότητα της παροδικής παράλυσης ανέρχεται σε ποσοστό 4% έως 8%, ενώ της μόνιμης παράλυσης σε 1% έως 2%. Σημαντικό ποσοστό των παραλύσεων αυτών δεν προκαλεί συμπτώματα στον ασθενή, με αποτέλεσμα τα πραγματικά ποσοστά της παροδικής και μόνιμης παράλυσης του παλίνδρομου λαρυγγικού νεύρου να είναι σημαντικά μεγαλύτερα σε σειρά ασθενών οι οποίοι εξετάζονται, αν και ασυμπτωματικοί, βάσει πρωτοκόλλου με μετεγχειρητική λαρυγγοσκόπηση. Με βάση τα παραπάνω υπολογίζεται ότι για κάθε εκατό (100) ασθενείς που θα υποβληθούν σε ολική θυρεοειδεκτομή, τουλάχιστον τέσσερεις (4) έως οκτώ (8) αυτών θα εμφανίσουν παροδική και ένας (1) έως δύο (2) μόνιμη πάρεση του παλίνδρομου λαρυγγικού νεύρου. Ο δε διενεργήσας την επίμαχη θυρεοειδεκτομή ιατρός είναι από τους λίγους Έλληνες χειρουργούς που είναι απόλυτα εξειδικευμένοι στη χειρουργική των ενδοκρινών αδένων. Έχει μετεκπαιδευτεί επί μακρόν στο εξωτερικό (στην Ιταλία και στις Η.Π.Α.) σε κέντρα αναφοράς για τη χειρουργική επέμβαση των παθήσεων αυτών, είναι ενεργό μέλος τόσο της Ελληνικής όσο και της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Χειρουργικής Ενδοκρινών Αδένων, ενώ πρόσφατα εξελέγη και … της Ελληνικής Εταιρείας Χειρουργικής Ενδοκρινών Αδένων, οργανώνοντας πλήθος συνεδρίων και σεμιναρίων επί του αντικειμένου αυτού. Διοργανώνει ειδικό διετές πρόγραμμα μεταπτυχιακών σπουδών στο Α.Π.Θ. σε σχέση με τη χειρουργική των ενδοκρινών αδένων, ενώ στην κλινική (διοργανώνει) εκπαιδευτικά σεμινάρια για την εκπαίδευση ειδικών χειρουργών στη χειρουργική του θυρεοειδούς αδένα και ιδιαίτερα για τη χρήση του νευροδιεγέρτη. Λόγω των ανωτέρω, ο εν λόγω χειρουργός πραγματοποιεί έναν εξαιρετικά μεγάλο αριθμό χειρουργικών επεμβάσεων στον θυρεοειδή ετησίως (γύρω στις 300) που περιλαμβάνουν, λόγω της απόλυτης εξειδίκευσης του, όχι μόνο θυρεοειδεκτομές αλλά και προηγμένες επεμβάσεις για την αντιμετώπιση κακοηθειών του θυρεοειδούς που περιλαμβάνουν εκτεταμένους τραχηλικούς λεμφαδενικούς καθαρισμούς. Στο αναφερόμενο περιστατικό έχουν ακολουθηθεί όλοι οι κανόνες ασφαλείας για τη μείωση της πιθανότητας βλάβης των παλίνδρομων λαρυγγικών νεύρων. Συγκεκριμένα, κατά την επέμβαση χρησιμοποιήθηκε νευροδιεγέρτης, ένα σύστημα που δίνει τη δυνατότητα όχι μόνο εντόπισης του νεύρου αλλά και παρακολούθησης της λειτουργίας του κατά τη διάρκεια της επέμβασης. Η χρήση του συστήματος αυτού έχει ως αποτέλεσμα την περαιτέρω μείωση της βλάβης του νεύρου, η οποία παρ’ όλα αυτά δεν προσεγγίζει το 0% ακόμη και στα πιο εξειδικευμένα κέντρα του εξωτερικού. Ο χειρουργός ακολούθησε πιστά το πρωτόκολλο χρήση του νευροδιεγέρτη, όπως φαίνεται τόσο από το πρακτικό του χειρουργείου όσο και από τις καταγραφές του νευροδιεγέρτη, οι οποίες στο τέλος της επέμβασης έδειχναν φυσιολογικά δυναμικά του νεύρου. Αυτό σημαίνει ότι το νεύρο στο τέλος της επέμβασης ήταν ακέραιο, διότι αν δεν ήταν, οι καταγραφές των νευροδιεγέρτη θα έδειχναν σημαντική πτώση του σήματος. Ο προαναφερθείς χειρουργός είναι από τους πρώτους στην Ελλάδα και ο πρώτος στον χώρο της βορείου Ελλάδος που εισήγαγε τη χρήση νευροδιεγέρτη στη χειρουργική του θυρεοειδούς ακολουθώντας τα διεθνή πρότυπα. Η μετεγχειρητική πτώση της λειτουργίας του νεύρου είναι κάτι το οποίο μπορεί να συμβεί και μπορεί να οφείλεται σε ποικίλους λόγους, όπως ανάπτυξη οιδήματος, φλεγμονής, αιματώματος κ.τ.λ.. Η αντιμετώπιση της ασθενούς μετά τη διαπίστωση της παράλυσης της φωνητικής χορδής στη μετεγχειρητική λαρυγγοσκόπηση ήταν η απόλυτα ενδεδειγμένη σύμφωνα με τις παγκόσμιες κατευθυντήριες γραμμές των Εταιρειών Χειρουργικής Ενδοκρινών Αδένων. Συγκεκριμένα, μετά από περίοδο αναμονής κάποιων μηνών, στην οποία αναμένει κανείς την επάνοδο του νεύρου, η ενάγουσα παραπέμφθηκε με παραίνεση και συνεννόηση με τον διενεργήσαντα τη θυρεοειδεκτομή χειρουργό σε ειδικό ωτορινολαρυγγολόγο (τον Π… Κ…), ο οποίος είναι εξειδικευμένος στο συγκεκριμένο θέμα.», 3. την …/2.11.2022 ένορκη μαρτυρική κατάθεση του Μ… Π…, Γενικού Χειρουργού, ενώπιον της ίδιας ως άνω συμβολαιογράφου, ο οποίος, αφού ανέφερε ότι ο ίδιος, ως ειδικευόμενος Γενικής Χειρουργικής, ήταν Α΄ βοηθός στην επέμβαση ολικής θυρεοειδεκτομής στην οποία υπεβλήθη η ενάγουσα στις 13.10.2017 και ότι έχει συντάξει το πρακτικό του εν λόγω χειρουργείου στο βιβλίο χειρουργικών πρακτικών της κλινικής, κατέθεσε, επιπροσθέτως, τα κάτωθι: Η ενάγουσα έκανε τον πλήρη προεγχειρητικό έλεγχο, καθώς και προεγχειρητική λαρυγγοσκόπηση, όπως προβλέπουν οι τελευταίες παγκόσμιες κατευθυντήριες οδηγίες που πρέπει να τηρούνται στα μεγάλα κέντρα που ασχολούνται με αντιμετώπιση παθήσεων ενδοκρινών αδένων και τις οποίες έχει εισαγάγει και καθιερώσει στην κλινική ο διενεργήσας την επίμαχη θυρεοειδεκτομή χειρουργός. Έγινε πλήρης λήψη ιστορικού και κρατήθηκαν οι εργαστηριακές και απεικονιστικές εξετάσεις που είχε κάνει η ασθενής πριν την εισαγωγή της. Από τον έλεγχο δεν προέκυψε κάτι το παθολογικό πέρα από την πάθησή της. Επισκέφθηκαν την ενάγουσα με τον ως άνω χειρουργό, ο οποίος και την ενημέρωσε για την ώρα του χειρουργείου και τις λεπτομέρειες της επέμβασης, καθώς και για τις πιθανές επιπλοκές της, τη διαδικασία της νευροπαρακολούθησης και τα οφέλη που παρέχει κατά τη διάρκεια του χειρουργείου. Συγκεκριμένα, η ενάγουσα ενημερώθηκε για την περίπτωση κάκωσης των παλίνδρομων λαρυγγικών νεύρων και για το τι σημαίνει αυτό για εκείνη. Τονίζεται ότι όλοι οι ασθενείς που χειρουργούνται στην εν λόγω κλινική ενημερώνονται για όλες τις πιθανές επιπλοκές του χειρουργείου στο οποίο θα υποβληθούν. Η τακτική αυτή ακολουθείται πιστά από τον πιο πάνω χειρουργό, που προτρέπει και όλους τους νεώτερους συναδέλφους του να την υιοθετήσουν. Ο ίδιος έχει παραστεί πολλές φορές σε προεγχειρητική επίσκεψη και ενημέρωση ασθενών και πάντα άκουγε τους επιμελητές του, μεταξύ των οποίων και τον ανωτέρω, να εξηγούν ότι σε κάθε χειρουργική επέμβαση υπάρχει πάντα η πιθανότητα επιπλοκής. Ποτέ και σε κανέναν ασθενή δεν ειπώθηκε ότι όλα θα πάνε σίγουρα καλά και ότι σε καμία περίπτωση δεν θα υπάρχει το οποιοδήποτε πρόβλημα. Η ενάγουσα οδηγήθηκε στο χειρουργείο στις 13.10.2017, όπου υπό γενική αναισθησία υπεβλήθη σε ολική θυρεοειδεκτομή από τον ως άνω χειρουργό, ενώ αυτός (ο προαναφερθείς ενόρκως καταθέσας μάρτυρας Μ… Π…) ήταν Α΄ βοηθός. Στην επέμβαση τηρήθηκαν όλα τα πρωτόκολλα της ορθής χειρουργικής του θυρεοειδούς που έχουν θεσμοθετηθεί και τηρούνται παγκοσμίως σε όλα τα μεγάλα κέντρα όπου διενεργούνται χειρουργεία ενδοκρινών αδένων. Επίσης, οι χειρουργικοί χρόνοι, δηλαδή τα βήματα που διενεργεί ο χειρουργός κατά την επέμβαση, γίνονται με τον ίδιο τρόπο και σειρά που γίνονται στα μεγάλα κέντρα ενδοκρινών αδένων. Ο ίδιος το γνωρίζει αυτό από τα μαθήματα του προαναφερθέντος χειρουργού, από την παγκόσμια βιβλιογραφία, από συζητήσεις με συναδέλφους που κάνουν τη συγκεκριμένη εξειδίκευση στο εξωτερικό και από στιγμιότυπα οπτικοακουστικού υλικού που υπάρχουν στις επίσημες σελίδες κέντρων ενδοκρινών αδένων ή καταξιωμένων στο χώρο χειρουργών. Ειδικότερα, κατά την είσοδο της ασθενούς στην αναισθησία τοποθετήθηκε ειδικός ενδοτραχειακός σωλήνας με ηλεκτρόδια τα οποία ακουμπούν στις φωνητικές χορδές. Με αυτό τον τρόπο δημιουργείται κύκλωμα το οποίο ελέγχει τη λειτουργία των παλίνδρομων λαρυγγικών νεύρων. Διενεργείται έλεγχος από τον τεχνικό της εταιρείας του νευροδιεγέρτη. Τα βήματα που ακολουθήθηκαν περιγράφονται στο πρακτικό του χειρουργείου. Κατά τη διάρκεια του χειρουργείου γίνεται διαρκώς έλεγχος του σήματος που δίνουν τα παλίνδρομα λαρυγγικά νεύρα με τη μέθοδο της νευροπαρακολούθησης. Αρχικά γίνεται η εκτομή του ενός λοβού του θυρεοειδούς. Αυτός ο λοβός είναι σε περίπτωση καλοήθειας, όπως στην ενάγουσα, ο μεγαλύτερος σε διαστάσεις ή αυτός που περιέχει τον μεγαλύτερο ή τον πιθανότερο για κακοήθεια όζο. Κατά τη διάρκεια του χειρουργείου δεν υπήρχε απώλεια ή έστω πτώση του σήματος κατά τη νευροπαρακολούθηση. Το πρωτόκολλο που ακολουθείται ορίζει ότι αν υπάρχει απώλεια σήματος κατά την εκτομή του πρώτου λοβού του θυρεοειδούς το χειρουργείο σταματά μετά την εκτομή του εν λόγω λοβού και δεν συνεχίζεται ετερόπλευρα. Αυτό γίνεται για την ασφάλεια του ασθενούς, όπως ορίζεται από τα παγκόσμια πρωτόκολλα χειρουργικής του θυρεοειδούς. Αν η επέμβαση συνεχιστεί έχοντας ήδη κάποιου είδους βλάβη στο ένα νεύρο, υπάρχει περίπτωση βλάβης και από την άλλη μεριά, γεγονός το οποίο θέτει σε κίνδυνο την αναπνοή του ασθενούς. Στην περίπτωση της ενάγουσας δεν υπήρξε απώλεια ή πτώση του σήματος καθ’ όλη τη διάρκεια της επέμβασης. Μετά το τέλος αυτής γίνεται έλεγχος της φώνησης του ασθενούς. Στην περίπτωση της ενάγουσας δεν υπήρχε βράγχος φώνησης, κάτι το οποίο αναφέρεται και στο πρακτικό του χειρουργείου. Οποιοδήποτε συμβάν στο χειρουργείο αναφέρεται στο βιβλίο πρακτικών της κλινικής. Την επέμβαση καταγράφει ο Α΄ βοηθός που βρισκόταν στο χειρουργείο και στην περίπτωση της ενάγουσας δεν υπήρξε κανένα σύμβαμα. Δεν υπήρξε οποιοδήποτε πρόβλημα στην επέμβαση, στη νευροπαρακολούθηση, στη φώνηση και στην αναπνοή της ασθενούς μετά την επέμβαση. Η ημέρα εκείνη ήταν ημέρα γενικής εφημερίας στο νοσοκομείο και έτυχε ο ίδιος (ο ενόρκως μαρτυρών) να εφημερεύει. Επισκέφθηκε την ενάγουσα τόσο μόνος του (τακτική την οποία ακολουθεί σε όλους τους ασθενείς στων οποίων τα χειρουργεία λαμβάνει μέρος) όσο και με τον εφημερεύοντα επιμελητή, κύριο Π…. Κατά τις επισκέψεις δεν διαπιστώθηκε οποιοδήποτε μετεγχειρητικό σύμπτωμα. Η ασθενής σιτίστηκε την ίδια μέρα και κινητοποιήθηκε πλήρως. Έγινε αιματολογικός έλεγχος της μετεγχειρητικής τιμής της παραθορμόνης και του ασβεστίου στην ασθενή το απόγευμα της 13ης και το πρωί της 14ης.10.2017, σύμφωνα με τα πρωτόκολλα της χειρουργικής του θυροειδούς και δεν υπήρχε βράγχος φωνής ή δυσκολία στην αναπνοή της. Όμοια ευρήματα και το πρωί της 14ης.10.2017 κατά την πρωινή επίσκεψη. Η άμεση μετεγχειρητική πορεία της ασθενούς υπήρξε ομαλή και ανεπίπλεκτη. Μετά την επίσκεψη της 14ης.10.2017 ο ίδιος αναχώρησε από την εργασία του και πληροφορήθηκε ότι η ενάγουσα έλαβε εξιτήριο αφού υπεβλήθη σε μετεγχειρητική λαρυγγοσκόπηση σύμφωνα με τα πρωτόκολλα της χειρουργικής του θυρεοειδούς. Σε περίπτωση που κάποιος χειρουργός προβληματιστεί ή αντιμετωπίσει οποιαδήποτε δυσκολία διεγχειρητικά κατά την επέμβαση θυρεοειδεκτομής, όπως και σε κάθε περίπτωση δύσκολου προγραμματισμένου περιστατικού θυρεοειδεκτομής, ζητείται η γνώμη του χειρουργού που διενήργησε την επίμαχη επέμβαση, διότι αυτός είναι ο πλέον εξειδικευμένος για τη θυρεοειδεκτομή, 4. την …/7.11.2022 ένορκη μαρτυρική κατάθεση του Π… Κ…, Αναπληρωτή Καθηγητή Ωτορινολαρυγγολογίας, Χειρουργικής Κεφαλής και Τραχήλου στο Α.Π.Θ., ενώπιον της ίδιας ως άνω Συμβολαιογράφου, ο οποίος ανέφερε ότι είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Ωτορινολαρυγγολογίας, Χειρουργικής Κεφαλής και Τραχήλου στην …΄ ΩΡΛ Κλινική Α.Π.Θ. του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης ΑΧΕΠΑ από τον Απρίλιο του έτους 2014. Έχει δεκαπενταετή ειδίκευση και μετεκπαίδευση στη Μεγάλη Βρετανία και τις Η.Π.Α. και έχει εργαστεί ως Διευθυντής Ωτορινολαρυγγολογίας στο νοσοκομείο Queen Alexandra, Portsmouth της Αγγλίας και ως Επίκουρος Καθηγητής Ωτορινολαρυγγολογίας στη διεθνούς φήμης ΩΡΛ κλινική του Πανεπιστημίου Davis στο Σακραμέντο της Καλιφόρνια. Έχει εκπαιδευτεί δίπλα σε μεγάλα ονόματα παγκοσμίως στον τομέα της ωτορινολαρυγγολογίας και έχει εξειδίκευση στα λέιζερ για όγκους λάρυγγα, στην ελάχιστα επεμβατική χειρουργική λαρυγγολογία και χειρουργική φωνητικών χορδών, στη ρινοχειρουργική και στη χειρουργική κεφαλής και τραχήλου. Μνημόνευσε δε, μεταξύ άλλων, τα εξής: Η διαχείριση προβλημάτων των φωνητικών χορδών για καλοήθεις παθήσεις, καρκίνους και θέματα νευρολαρυγγολογίας, δηλαδή παραλύσεων των φωνητικών χορδών, είναι σύνηθες και ίσως το μεγαλύτερο μέρος της κλινικής του δουλειάς τα τελευταία δεκαοκτώ (18) χρόνια ως Ειδικός Χειρουργός Ωτορινολαρυγγολόγος πρώτης γραμμής σε νοσοκομεία της Αγγλίας και της Αμερικής όσο και στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ και σε ιδιωτικές κλινικές από το έτος 2014. Τα τελευταία οκτώ (8) χρόνια στην Ελλάδα έχει δει, διαγνώσει και κουράρει σε εξειδικευμένα εξωτερικά ιατρεία φωνής και κατάποσης στο ΑΧΕΠΑ και στα ιδιωτικά του ιατρεία περισσότερα από τριακόσια (300) περιστατικά παραλύσεων των φωνητικών χορδών, μονόπλευρων και αμφοτερόπλευρων, από όλη την Ελλάδα, από την Κύπρο και τα Βαλκάνια. Από αυτά έχει χειρουργήσει πάνω από ογδόντα (80) περιστατικά αμφοτερόπλευρων παραλύσεων των φωνητικών χορδών και πάνω από τριάντα (30) περιστατικά μονόπλευρων παραλύσεων των φωνητικών χορδών. Σχεδόν ολοκληρωτικά, ήτοι σε ποσοστό πάνω από 95% των περιπτώσεων, η πιο συχνή αιτία της παράλυσης φωνητικών χορδών είναι μια προηγηθείσα ολική θυρεοειδεκτομή. Εν προκειμένω, η ενάγουσα προσήλθε στο ιδιωτικό του ιατρείο στις 2.7.2018, μετά από προγραμματισμένο ραντεβού. Το κύριο σύμπτωμά της ήταν βράγχος φωνής και μια δυσκαταποσία στα υγρά. Στη λαρυγγοσκόπηση (ενδοσκόπηση των φωνητικών χορδών) διαπιστώθηκε παράλυτη αριστερή φωνητική χορδή. Με βάση το σχετικά πρόσφατο ιστορικό θυρεοειδεκτομής σχεδόν εννέα (9) μήνες πριν, η διάγνωσή του ήταν μετά θυρεοειδεκτομή παράλυση αριστερής φωνητικής χορδής. Ο ίδιος εξήγησε στην ενάγουσα ότι το πρόβλημά της είναι κάτι που το βλέπουν συχνά, σε μερικές περιπτώσεις περνάει μόνο του και σε κάποιες οι ιατροί παρεμβαίνουν χειρουργικά ή παραπέμπουν -στις ήπιες περιπτώσεις- σε λογοθεραπευτές. Η πρότασή του ήταν να κάνει υπομονή άλλους τρεις μήνες και αν, όταν ολοκληρωθεί ένας χρόνος από το συμβάν, τα συμπτώματα παραμένουν, να τη χειρουργήσει. Της εξήγησε τη φύση του χειρουργείου Αποκατάστασης της Παράλυτης Φωνητικής Χορδής και της είπε ότι μπορεί να διορθώσει και το πρόβλημα της φωνής και της κατάποσης και να τις επαναφέρει σχεδόν στο φυσιολογικό. Η ασθενής έφυγε από το ιατρείο του με σαφή εικόνα του προβλήματος της και έκτοτε δεν έχει έρθει σε επαφή μαζί του. Μόνο ο υιός της του ζήτησε τη διάγνωση της κλινικής εξέτασής της. Προσέτι, αναφερόμενος στην παθοφυσιολογία, τα συμπτώματα και ευρήματα, καθώς και τη θεραπεία της μονόπλευρης παράλυσης φωνητικής χορδής, κατέθεσε, ειδικότερα, τα ακόλουθα: «Οι λειτουργίες του λάρυγγα, δηλαδή του οργάνου της φωνής, συνοψίζονται σε τρεις βασικούς ρόλους: α) αναπνοή, β) φώνηση και γ) προστασία της αεροφόρου οδού. Διευκόλυνση της κατάποσης αλλά και συμβολή στον αμυντικό μηχανισμό του οργανισμού θα μπορούσαν να αποτελούν επίσης δευτερεύουσες λειτουργίες του οργάνου. Η νεύρωση όλων των αυτόχθονων μυών του λάρυγγα επιτελείται από το παλίνδρομο λαρυγγικό νεύρο, κλάδο του πνευμονογαστρικού (δέκατη εγκεφαλική συζυγία), εκτός από τον κρικοθυρεοειδή μυ που λαμβάνει νεύρωση από το άνω λαρυγγικό νεύρο, επίσης κλάδο του πνευμονογαστρικού. Το παλίνδρομο λαρυγγικό νεύρο εκφύεται από το πνευμονογαστρικό στο μεσοθωράκιο και το αριστερό παλίνδρομο λαρυγγικό νεύρο ακολουθεί μεγαλύτερη πορεία από το δεξιό, καθώς κατέρχεται έως το αορτικό τόξο, το περιβρογχίζει και έπειτα ανέρχεται προς τον λάρυγγα μέσα στην τραχειοοισοφαγική αύλακα. Κατ’ αυτόν τον τρόπο βρίσκεται περισσότερο εκτεθειμένο σε διάφορα χειρουργεία τραχήλου και θώρακα, όπως χειρουργεία θυρεοειδούς, παραθυρεοειδών, αγγειοχειρουργικές επεμβάσεις καρωτίδας, καρδιοθωρακικές επεμβάσεις κ.λπ. και είναι πιο ευάλωτο σε ιατρογενείς τραυματισμούς, οι οποίοι αποτελούν τη συχνότερη αιτιολογία παράλυσης των φωνητικών χορδών, σύμφωνα με αρκετές μελέτες. Οι φωνητικές χορδές αποτελούν δύο ελαστικές ταινίες από μυώδη ιστό και είναι οι δομικές μονάδες που επιτελούν τις βασικές λειτουργίες της αναπνοής και της φωνής μέσω της σχετικής κίνησής τους είτε με απαγωγή είτε με προσαγωγή. Κατά την αναπνοή, οι οπίσθιοι κρικοαρυταινοειδείς μύες συσπώνται και προκαλούν απαγωγή των φωνητικών χορδών, οι οποίες απομακρύνονται από τη μέση γραμμή, επιτρέποντας στον αέρα να εισέλθει στην κατώτερη αεροφόρο οδό. Αντίθετα, κατά τη φώνηση οι κρικοθυρεοειδείς και θυρεοαρυταινοειδείς μύες συσπώνται προκαλώντας επιμήκυνση και προσαγωγή των φωνητικών χορδών, οι οποίες προσέρχονται σε επαφή με αποτέλεσμα επιτυχή παραγωγή φωνής. Ο όρος παράλυση φωνητικών χορδών περιγράφει την ολοκληρωτική και εγκατεστημένη αδυναμία κίνησης της φωνητικής χορδής, ενώ η πάρεση αποτελεί παροδική παθολογία. Στη μονόπλευρη παράλυση φωνητικής χορδής, η μία εκ των δύο φωνητικών χορδών παραμένει ακίνητη, συνηθέστερα στην παράμεση θέση, αλλά πολλές φορές και πλήρως παρεκτοπισμένη, ενώ η υγιής φωνητική χορδή κινείται φυσιολογικά με απαγωγή και προσαγωγή προς τη μέση γραμμή. Η μονόπλευρη παράλυση φωνητικής χορδής εκδηλώνεται κλινικά με δυσφωνία, βράγχος φωνής και γενική αλλοίωση της φώνησης. Σπανιότερα εμφανίζονται προβλήματα με την αναπνοή και την κατάποση, κυρίως όταν προϋπάρχει κάποιο άλλο συνοδό νόσημα που δυσχεραίνει τη λειτουργία του λάρυγγα. Στην αμφοτερόπλευρη παράλυση φωνητικών χορδών και οι δύο φωνητικές χορδές παραμένουν ακινητοποιημένες, χωρίς να κινούνται προς ή από τη μέση γραμμή. Η θέση που υιοθετούν ποικίλλει είτε στην πλάγια είτε στην παράμεση θέση είτε, σπανιότερα, σε επαφή μεταξύ τους. Η συχνότερη εντόπισή τους μάλιστα είναι δύο έως τρία χιλιοστά από τη μέση γραμμή. Η κλινική συμπτωματολογία της παράλυσης αμφοτερόπλευρα είναι θορυβώδης και συνοψίζεται πάντα σε αναπνευστικά συμπτώματα, δηλαδή σε δύσπνοια και αδυναμία συντήρησης αεραγωγού, εφ’ όσον οι φωνητικές χορδές δεν απομακρύνονται επαρκώς ώστε να πραγματοποιείται εισπνοή και εκπνοή αέρα. Στις περισσότερες περιπτώσεις αμφοτερόπλευρης παράλυσης φωνητικών χορδών γίνεται διασωλήνωση και ακολουθεί επείγουσα τραχειοστομία, για να διαφυλαχθεί η αναπνοή. Σε δεύτερο χρόνο, αν η παράλυση είναι μόνιμη, για να απαλλαγεί ο ασθενής από την τραχειοστομία, γίνεται μια δεύτερη επέμβαση με λέιζερ (διάνοιξη του αεραγωγού). Κατά την αξιολόγηση της μονόπλευρης παράλυσης των φωνητικών χορδών είναι απαραίτητο να διευκρινιστεί το αίτιο που προκάλεσε την παθολογία, καθώς αυτό θα καθορίσει τις μετέπειτα θεραπευτικές ενέργειες. Η αντιμετώπιση της μονόπλευρης παράλυσης των φωνητικών χορδών έγκειται στην προσπάθεια μετατόπισης της παράλυτης χορδής προς τη μέση γραμμή, ώστε να αποκατασταθεί το γλωττιδικό χάσμα που προκαλεί το βράγχος φωνής και τη δυσφωνία. Δεν υπάρχει κοινώς αποδεκτή χρονική περίοδος κατά την οποία οι ασθενείς υποχρεούνται να υποβάλλονται σε χειρουργική παρέμβαση αποκατάστασης, μολαταύτα, εφ’ όσον δεν επικρατεί πιο σοβαρή και σπάνια συμπτωματολογία, όπως δυσφαγία και δύσπνοια προσπαθείας, οι περισσότεροι λαρυγγολόγοι συστήνουν να παρέρχεται μία περίοδος περίπου έξι έως εννέα μηνών, κατά την οποία είναι πιθανή αυτόματη αποκατάσταση της λειτουργικότητας της παράλυτης χορδής ή αντιρροπιστική αποκατάσταση του γλωττιδικού χάσματος από την υγιή φωνητική χορδή. Σε αρκετές περιπτώσεις ασκεί βοηθητική δράση η λογοθεραπεία. Μετά την πάροδο αυτού του διαστήματος γίνεται αποδεκτή η μονιμότητα της παθολογίας και αρχίζει η συζήτηση για τη διενέργεια μιας μόνιμης χειρουργικής λύσης (λαρυγγοπλαστικής ή, με πιο δόκιμο όρο, αυξητικής μεσοποίησης με έγχυση ουσίας εντός της παράλυτης φωνητικής χορδής ή παραγλωττιδικά, προάγοντας και στις δύο περιπτώσεις την καλύτερη επαφή της με την ετερόπλευρη χορδή, ώστε να υπάρχει σύγκλιση του γλωττιδικού χάσματος). Αναμφισβήτητα η συχνότερη αιτία ιατρογενούς μονόπλευρης παράλυσης φωνητικών χορδών είναι η επέμβαση της ολικής θυρεοειδεκτομής. Ο ασθενής πρέπει να γνωρίζει πριν το χειρουργείο την πιθανότητα αυτή και τους τρόπους μείωσης –ελαχιστοποίησης αυτής. Μέσα πρόληψης είναι: 1. η προαιρετική λαρυγγοσκόπηση για να βεβαιωθεί ο χειρουργός θυρεοειδούς ότι οι φωνητικές χορδές λειτουργούν σωστά πριν από το χειρουργείο, 2. η χρήση νευροδιεγέρτη (διεγχειρητικής νευροπαρακολούθησης), ενός ειδικού μηχανήματος που βοηθά στον εντοπισμό των δύο λαρυγγικών νεύρων, 3. η γνώση της ανατομίας του τραχήλου σε συνδυασμό με την εμπειρία του χειρουργού. Είναι αποδεδειγμένο ότι οι εξειδικευμένοι χειρουργοί θυρεοειδούς έχουν τη μεγαλύτερη εμπειρία και τις λιγότερες επιπλοκές, και 4. η μετεγχειρητική ωτορινολαρυγγολογική εκτίμηση ενός πιθανού προβλήματος φωνής ή αναπνοής μετά από θυρεοειδεκτομή μπορεί επίσης να βοηθήσει τον ασθενή. Στην προκειμένη περίπτωση όλες οι παραπάνω προϋποθέσεις τηρήθηκαν. Συγκεκριμένα, έγινε προεγχειρητική λαρυγγοσκόπηση, χρησιμοποιήθηκε νευροδιεγέρτης κατά τη διάρκεια του χειρουργείου, το χειρουργείο έγινε από εξειδικευμένο χειρουργό θυρεοειδούς με μεγάλη εμπειρία, ζητήθηκε ωτορινολαρυγγολογική εκτίμηση μετεγχειρητικά και η ασθενής πήρε εξιτήριο εικοσιτέσσερις ώρες μετά το χειρουργείο. Δεν μπορεί να είχε θέμα και με τις δύο φωνητικές χορδές και να πάρει εξιτήριο τόσο γρήγορα. Αν έπασχαν και οι δύο φωνητικές χορδές, προφανώς και θα χρειάζονταν αναπνευστική υποστήριξη και ίσως παραμονή σε Μονάδα Εντατικής ή ακόμα και τραχειοστομία. Τέλος, η ασθενής είδε αρκετούς ωτορινολαρυγγολόγους και ιδιωτικά και στα νοσοκομεία». Περαιτέρω, ο αυτός ως άνω μάρτυς κατέθεσε ότι, σύμφωνα με τη μεγάλη σχετική εμπειρία του, οι ασθενείς με σοβαρά συμπτώματα μονόπλευρης παράλυσης, δηλαδή προβλήματα με φωνή και κατάποση, πάντα ζητούν βοήθεια και δεν μπορούν να περιμένουν, οπότε, κατ’ αυτόν, είναι προφανές ότι η ενάγουσα παρουσίαζε ήπια συμπτώματα, ειδάλλως θα είχε ήδη υποβληθεί σε χειρουργείο αποκατάστασης της φωνητικής χορδής, αλλά αυτή, αντιθέτως, ήδη σχεδόν πέντε χρόνια μετά τη θυρεοειδεκτομή δεν έχει κάνει κάτι ουσιαστικό και πρόσφορο προς αποτελεσματική ή επιτυχή, κατά το μάλλον ή ήττον, επίλυση του συγκεκριμένου προβλήματος υγείας της, παρ’ όλο που της δόθηκαν ουσιαστικές λύσεις και επιλογές. Τέλος, με την τελευταία αυτή προαναφερθείσα ένορκη μαρτυρική κατάθεση επισημάνθηκε, συγκεφαλαιωτικώς, ότι το περιστατικό της εν λόγω ασθενούς αντιμετωπίστηκε ορθώς πριν, κατά τη διάρκεια και μετά το χειρουργείο και ότι η μονόπλευρη παράλυση φωνητικής χορδής είναι μια αναγνωρισμένη επιπλοκή θυρεοειδεκτομής, ακόμη και σε χέρια έμπειρων χειρουργών θυρεοειδούς, και είναι απόλυτα αντιμετωπίσιμη από εξειδικευμένους χειρουργούς φωνιάτρους, όταν ο ασθενής το επιθυμεί και όταν πραγματικά υποφέρει. Εξάλλου, υπόμνημα κατέθεσε και ο ιατρός που διενήργησε την επίμαχη θυρεοειδεκτομή στην ενάγουσα (καθώς, ως προεκτέθηκε, η κρινόμενη αγωγή εστρέφετο -απαραδέκτως- και κατά αυτού). Στο εν λόγω υπόμνημα αναφέρεται ότι ο ίδιος είναι καθηγητής Χειρουργικής στη …΄ Χειρουργική Κλινική του Α.Π.Θ. στο εναγόμενο νοσοκομείο, με εξειδίκευση στη χειρουργική των ενδοκρινών αδένων, δηλαδή στη χειρουργική των παθήσεων του θυρεοειδούς, των παραθυρεοειδών, των επινεφριδίων και των νευροενδοκρινών όγκων παγκρέατος, ότι έχει λάβει την εξειδίκευση της χειρουργικής ενδοκρινών αδένων μετά από ετήσια θητεία και λήψη του Fellowship στη Χειρουργική των Ενδοκρινών Αδένων στο Νοσοκομείο Gemmeli του Πανεπιστημίου Cattolica της Ρώμης, ότι το έτος 2019 έλαβε την πιστοποίηση στη Χειρουργική Ενδοκρινών Αδένων από τη Union of European Medical Societies και το Surgical Board κατόπιν εξετάσεων, καθώς και ότι είναι … της Ελληνικής Εταιρείας Χειρουργικής Ενδοκρινών Αδένων και μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Χειρουργών Ενδοκρινών Αδένων ως υπεύθυνος των εθνικών αντιπροσωπειών, καθώς και … της Ελληνικής Χειρουργικής Εταιρείας. Περαιτέρω, παρατίθεται ότι από το έτος 2009 έχει εισαγάγει στη χειρουργική του θυρεοειδούς τη χρήση της διεγχειρητικής νευροπαρακολούθησης των λαρυγγικών νεύρων, ότι από το έτος 2018 διοργανώνει εκπαιδευτικά σεμινάρια για τους χειρουργούς στη …΄ Χειρουργική κλινική του Α.Π.Θ., με σκοπό τη σωστή χρήση της νευροπαρακολούθησης και την προστασία των ασθενών που υποβάλλονται σε θυρεοειδεκτομή και ότι στην ως άνω κλινική είναι υπεύθυνος του τμήματος χειρουργικής ενδοκρινών αδένων και υπεύθυνος για την εκπαίδευση των φοιτητών και τη χειρουργική εκπαίδευση των ειδικευόμενων στη συγκεκριμένη ειδίκευση. Ακόμη, ειδικότερα σε σχέση με την κρινόμενη υπόθεση υποστηρίζεται με το εν λόγω υπόμνημα ότι η διενεργηθείσα από τον ίδιο θυρεοειδεκτομή βελτίωσε την κατάσταση της ενάγουσας, τη θεράπευσε από το νόσημα της μη τοξικής πολυοζώδους βρογχοκήλης και ότι η εγχείρηση πραγματοποιήθηκε με απαρέγκλιτη τήρηση των ενδεδειγμένων ιατρικών πρωτοκόλλων, ενώ διεγχειρητικά δεν υπήρξε τρώση των λαρυγγικών νεύρων της ενάγουσας, δοθέντος ότι τα δυναμικά σήματα του νευροδιεγέρτη δεν παρουσίασαν μεταβολή. Στο αυτό υπόμνημα αναφέρεται ότι η ετερόπλευρη παράλυση της φωνητικής χορδής συνοδεύεται μόνο από βράγχος φωνής και σπανιότερα από δυσκολία στην κατάποση, συμπτώματα όμως τα οποία, αφ’ ενός, αντιμετωπίζονται με λογοθεραπείες και εξάσκηση του ασθενούς και, αφ’ ετέρου, εμφανίζουν ελάχιστη ένταση σε σχέση με αυτά που προϋπήρχαν της εγχείρησης της ενάγουσας, καθώς η πολυοζώδης βρογχοκήλη, από την οποία η συγκεκριμένη ασθενής θεραπεύτηκε χάρη στη θυρεοειδεκτομή, διακρίνεται από τα ίδια συμπτώματα, ήτοι δυσκαταποσία, δυσκολία στην αναπνοή και βραχνάδα, πλην όμως σε υπερθετικό βαθμό σε σχέση με τη δυσκολία που ενδεχομένως αντιμετωπίζει σήμερα η εν λόγω ασθενής.
11. Επειδή, με την από 17.11.2022 προσθήκη αντίκρουση στις έγγραφες απόψεις του εναγομένου νοσοκομείου και του προρρηθέντος χειρουργού, η ενάγουσα ισχυρίζεται ότι αποδείχθηκε πως δεν έλαβε καμία ενημέρωση για την εγχείρηση και τις συνέπειές της από τον ιατρό που τη χειρούργησε, σε κάθε δε περίπτωση, η ενημέρωσή της δεν θα τον απάλλασσε από την επιμέλεια που όφειλε να επιδείξει κατά την επέμβαση. Ειδικότερα, τονίζει ότι, αν και ο εν λόγω χειρουργός και το νοσοκομείο αναφέρουν στα υπομνήματά τους ότι αυτή ενημερώθηκε για τη θυρεοειδεκτομή και τις πιθανές αρνητικές συνέπειες, πουθενά δεν αναφέρουν, διότι αυτό δεν έγινε, ότι η ίδια αποδέχθηκε τους κινδύνους που περιέχει η συγκεκριμένη επέμβαση. Απλώς, όπως διατείνεται, δέχτηκε τη θεραπευτική πρόταση να υποβληθεί στην επέμβαση, μη γνωρίζοντας ότι υπήρχε η πιθανότητα να υποστεί όλα όσα τώρα υφίσταται, αφού ο επιληφθείς χειρουργός τη διαβεβαίωσε για τη θετική έκβαση της θυρεοειδεκτομής βασιζόμενος στην εξειδίκευσή του. Εξάλλου, από τους ισχυρισμούς του χειρουργού και του εναγομένου νοσοκομείου προκύπτει, κατά την ενάγουσα, πως όποια ενημέρωση γινόταν, θα κατέληγε στο ότι κάθε (ακόμη και ενδεχόμενο ή σπανίως ανακύπτον) πρόβλημα θα επιλυόταν σε διάστημα από πέντε (5) έως δώδεκα (12) μηνών από την επέμβαση. Κατά την ίδια, η ενημέρωση του ασθενούς πρέπει να περιλαμβάνει το είδος, τη φύση, τις επιπτώσεις και την ενδεχόμενη κατάληξη του οιουδήποτε ανακύπτοντος προβλήματος υγείας, τους ενδεδειγμένους τρόπους θεραπευτικής αντιμετώπισής του, τους κινδύνους που οι διάφορες μέθοδοι θεραπείας εγκυμονούν, τις πιθανές επιπλοκές αυτών, τη θεραπευτική διαδικασία καθεαυτήν και τις επιμέρους ιατρικές πράξεις που την απαρτίζουν, τον βαθμό δυσκολίας της προτεινόμενης θεραπευτικής μεθόδου, ποσοστά επιτυχίας και αποτυχίας της, τις ενέργειες ή παραλείψεις στις οποίες οφείλει να προβεί ο ασθενής πριν από τη θεραπεία, κατά τη διάρκειά της και μετά από αυτήν, τη δυνατότητα επαναληπτικής ή διορθωτικής θεραπείας σε περίπτωση αποτυχίας της πρώτης επιχειρούμενης, τον βαθμό δυσκολίας αυτής της επαναληπτικής θεραπείας, τους πιθανούς κινδύνους και τις ενδεχόμενες επιπλοκές της, τα ποσοστά επιτυχίας και αποτυχίας της, καθώς και τον ενδεδειγμένο χρόνο εφαρμογής της, δηλαδή το χρονικό διάστημα που πρέπει να μεσολαβήσει μεταξύ της πρώτης και της δεύτερης θεραπείας. Υποστηρίζει δε ότι καμία τέτοια ενημέρωση, προφορική ή έγγραφη, δεν έγινε προς αυτήν και τους συγγενείς της και ότι δεν θα υποβαλλόταν στην επέμβαση εάν ο ιατρός της ανέφερε ότι υπήρχε πιθανότητα να της επιφέρει τη σωματική αναπηρία και την ισόβια ταλαιπωρία που σήμερα υφίσταται. Περαιτέρω, η ενάγουσα αναφέρει ότι ο χειρουργός και το εναγόμενο ισχυρίζονται ότι αυτή ενημερώθηκε για το ενδεχόμενο πάρεσης των φωνητικών της χορδών. Πλην όμως η πάρεση είναι μια παροδική κατάσταση, ενώ η ίδια διαπιστώθηκε ότι φέρει παράλυση αριστερής χορδής και όχι (απλώς παροδική) πάρεση. Σχετικά με την τήρηση όλων των προβλεπόμενων ενεργειών, η ενάγουσα διατείνεται ότι δεν υπήρχε περίπτωση, αφ’ ενός, να έγιναν όλα όπως έπρεπε και παρά ταύτα η ίδια να έχει βλάβη και στις δύο φωνητικές χορδές και, αφ’ ετέρου, ο νευροδιεγέρτης να λειτουργούσε σωστά, αλλά να μην έδειχνε μείωση της κινητικότητας των νεύρων, ενώ στην ίδια επήλθε αναπηρία. Κατά την άποψή της, ή η μέθοδος που ακολούθησε ο ιατρός δεν είναι σωστή ή τραυμάτισε από κακό χειρισμό τα νεύρα. Η ίδια θεωρεί ότι, καθώς η παράλυση δεν επέρχεται παρά μόνο με τρώση του νεύρου, οι ενδείξεις του νευροδιεγέρτη δεν ήταν αυτές που αναφέρει ο ιατρός στο σημείωμά του και στο πρακτικό του χειρουργείου, στο οποίο, όπως τονίζει η ενάγουσα, δεν αναφέρεται αν η νευροδιέγερση ήταν διακεκομμένη ή συνεχής και κατά τούτο είναι ελλιπές. Η ενάγουσα ισχυρίζεται, επίσης, ότι ο διενεργήσας τη θυρεοειδεκτομή ιατρός επιδεικνύει απόλυτη εμπιστοσύνη στον νευροδιεγέρτη, ενώ γνωρίζει ότι ενδέχεται το ηλεκτρονικό αυτό μηχάνημα να παρέχει λάθος πληροφορίες και δεν υποκαθιστά την επιμέλεια που πρέπει να επιδεικνύει ο χειρουργός κατά την επέμβαση, αλλά, απεναντίας, η απόλυτη εμπιστοσύνη στις ενδείξεις ενός μηχανήματος, που είναι γνωστό ότι μπορεί να δίνει εσφαλμένες ενδείξεις, αποτελεί βαρεία μορφή αμελούς και εσφαλμένης ιατρικής συμπεριφοράς. Επισημαίνει ότι τα ανωτέρω ισχύουν υπό την προϋπόθεση ότι, στην περίπτωσή της, το μηχάνημα έδειχνε πραγματικά καλή λειτουργία των νεύρων, κάτι το οποίο η ίδια αρνείται ή, σε κάθε περίπτωση, αμφισβητεί. Όπως υποστηρίζει, δεν συνάδει η σωστή ένδειξη του νευροδιεγέρτη με το πρόβλημα που προκλήθηκε, κατά τους ισχυρισμούς της, και στις δύο φωνητικές χορδές της, ενώ από κανένα εκ των προσκομισθέντων ενώπιον του Δικαστηρίου αποδεικτικών στοιχείων δεν αποδεικνύεται ότι υπήρχαν σωστές ενδείξεις από τον νευροδιεγέρτη, αν υπήρχε δε τέτοιο ενδεχόμενο, θα όφειλε το εναγόμενο νοσοκομείο να διενεργήσει ένορκη διοικητική εξέταση, διότι χρησιμοποιείται ελαττωματικό μηχάνημα. Περαιτέρω, η ενάγουσα ισχυρίζεται πως είναι ψευδές ότι ο μετεγχειρητικός έλεγχος έδειξε καλή έκβαση της επέμβασης, καθώς την επόμενη ημέρα την παρέπεμψαν για ωτορινολαρυγγολογικό έλεγχο με ενδείξεις παράλυση αριστερής φωνητικής χορδής και βράγχος φωνής. Συμπληρώνει ότι οι ενδεχόμενες αιτίες που κατά τον χειρουργό και το εναγόμενο θα μπορούσαν να προκαλέσουν την αναπηρία, δεν της αναφέρθηκαν από κανέναν ιατρό ούτε καν ως υποψία, αντιθέτως παραπέμφθηκε σε γαστρεντερολόγο. Όπως διατείνεται, η άμεση διαπίστωση της ακινησίας της αριστερής χορδής και οι έλεγχοι στους οποίους υποβλήθηκε θα έπρεπε να καταδείξουν την υποτιθέμενη άλλη αιτία της παράλυσης, αντιθέτως ο ΩΡΛ Π… Κ… αναφέρει ότι η αιτία είναι η θυρεοειδεκτομή. Κατά την ενάγουσα, ο χειρουργός και το εναγόμενο ισχυρίζονται ότι η αναπηρία της είναι ελαφρά, διότι ο ανωτέρω ΩΡΛ διαπίστωσε μόνο βράγχος φωνής, αυτός όμως δεν γράφει στη γνωμάτευση του ούτε την υποκινησία της δεξιάς χορδής. Περαιτέρω και συναφώς, η ενάγουσα ισχυρίζεται ότι δεν μπορούσε να παραπονεθεί την ημέρα μετά τη διενέργεια της θυρεοειδεκτομής για βράγχος φωνής ή πρόβλημα στην κατάποση, διότι δεν μπορούσε να μιλήσει καθόλου, ενώ, εξάλλου, είναι αδύνατο να αποκατασταθεί ένα παράλυτο νεύρο, οπότε ήταν επιστημονικώς εσφαλμένη η αναμονή για μήνες προκειμένου να αποκατασταθεί το νεύρο, ενώ κανένας ιατρός δεν αναφέρει ότι υπάρχει δυνατότητα αποκατάστασης της αναπηρίας της, πλην του προαναφερθέντος Π… Κ…, ο οποίος, όμως, στην ένορκη μαρτυρική κατάθεσή του δεν αναφέρει με ποιο τρόπο θα μπορούσε να γίνει η αποκατάσταση αυτή. Τέλος, διατείνεται ότι οι πιο πάνω ένορκες μαρτυρικές καταθέσεις που επικαλείται το εναγόμενο νοσοκομείο είναι άκυρες, διότι κατά την εξώδικη γνωστοποίηση που της επιδόθηκε: α) η ένορκη μαρτυρική κατάθεση του ιατρού Π… Κ… καθορίστηκε να διενεργηθεί στις 14:30 μ.μ., ενώ τέτοια ώρα δεν υπάρχει, καθώς η ένδειξη μ.μ. έχει ως βάση το δωδεκάωρο, άρα δεν καθορίζεται, κατά την ενάγουσα, με σαφήνεια η ώρα κατά την οποία θα ελάμβαναν χώρα οι ένορκες μαρτυρικές καταθέσεις, και β) οι ένορκες μαρτυρικές καταθέσεις των ιατρών Β… Π… και Μ… Π… πραγματοποιήθηκαν μη νομίμως, αφού της γνωστοποιήθηκε ότι η διεξαγωγή τους είχε οριστεί για τις 2.11.2022 ημέρα Δευτέρα και ώρα 14:30 μ.μ. και 15:45 μ.μ. αντιστοίχως, ήτοι ώρα που δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι είχε προσδιοριστεί με τη δέουσα επάρκεια και σαφήνεια αλλά το ίδιο εν προκειμένω ίσχυε και για την ημερομηνία διεξαγωγής τους, η οποία με εσφαλμένο και, εν γένει, απαράδεκτο τρόπο της γνωστοποιήθηκε, καθόσον η 2α.11.2022 ήταν ημέρα Τετάρτη και όχι Δευτέρα, η δε πλησιέστερη χρονικώς Δευτέρα ήταν στις 31.10.2022 η προηγούμενη και στις 7.11.2022 η επόμενη. Συνεπώς, κατά την ενάγουσα, δεν ήταν σαφές ποια ημέρα θα ελάμβαναν χώρα οι ένορκες μαρτυρικές καταθέσεις, ώστε να μπορέσει η ίδια να παρασταθεί κατά τη λήψη τους. Συμπληρωματικά η ενάγουσα προσκομίζει την προαναφερθείσα εξώδικη γνωστοποίηση και πρόσκληση για τη λήψη ενόρκων μαρτυρικών καταθέσεων, η οποία της επιδόθηκε στις 13.10.2022, ημέρα Πέμπτη, και σελίδες εκτυπωμένες από το Διαδίκτυο: α) με τίτλο «Χειρουργική του θυρεοειδούς- Ακόμα καλύτερα αποτελέσματα» (του Δημητρίου Λινού, Καθηγητή Χειρουργικής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών) και β) με τίτλο «Νευροπαρακολούθηση Λαρυγγικών Νεύρων» (του Ευάγγελου Νεονάκη, εξειδικευμένου Χειρουργού Ενδοκρινών Αδένων και Μαστού).
12. Επειδή, με βάση τα ανωτέρω, με την 3294/2023 απόφαση του Θ΄ Τμήματος (σε τριμελή σύνθεση) του Δικαστηρίου τούτου, κατ’ αρχάς, διαπιστώθηκε ότι η ενάγουσα αποδίδει τα αναφερόμενα προβλήματά της (βράγχος φωνής, δυσκαταποσία, δυσχέρεια στην αναπνοή) στη διενεργηθείσα θυρεοειδεκτομή, πλην, όμως, από ιατρικά έγγραφα που έχει προσκομίσει η ίδια προκύπτει η ύπαρξη και άλλων προβλημάτων υγείας και συμπτωμάτων και, εν γένει, παθολογικών καταστάσεων άσχετων με την επίμαχη θυρεοειδεκτομή. Λαμβανομένου, δε, υπ’ όψιν ότι για τη στοιχειοθέτηση της ευθύνης του εναγομένου νοσοκομείου απαιτείται η διαπίστωση τόσο της παρανομίας των πράξεων και παραλείψεων των οργάνων αυτού, και ειδικότερα είτε του χειρουργού που διενήργησε τη θυρεοειδεκτομή στην ενάγουσα είτε άλλων ιατρών (καθώς προβάλλεται ότι δεν τηρήθηκαν οι θεμελιώδεις αρχές της ιατρικής επιστήμης και η δέουσα επιμέλεια), όσο και της ύπαρξης πρόσφορου αντικειμενικού αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ τυχόν παράνομων ιατρικών υλικών ενεργειών ή παραλείψεων (δηλαδή που να ενέχουν λάθη και παραμέληση δεόντων κατά την οικεία επιστήμη και τεχνική σε σχέση με την αναγκαία για την πάσχουσα ενάγουσα θεραπεία και αντίληψη) και ενδεχομένως προξενηθεισών στον οργανισμό και τις βιολογικές λειτουργίες της ενάγουσας (παροδικών ή μόνιμων) βλαβών ή επιπλοκών και προβλημάτων ως απόρροια τέτοιων υλικών ενεργειών ή παραλείψεων εκ μέρους των επιληφθέντων της περιπτώσεώς της ιατρών, το Δικαστήριο έκρινε ότι λόγω της φύσης της ένδικης διαφοράς και της ιδιαιτερότητας των κρίσιμων τιθέμενων επιμέρους θεμάτων απαιτούνται ειδικές επιστημονικές γνώσεις σε εντελώς εξειδικευμένα αντικείμενα προκειμένου να αποφανθεί ως προς τη συνδρομή των προϋποθέσεων της ευθύνης του εναγομένου νοσοκομείου, κατά τα άρθρα 105-106 Εισ.Ν.Α.Κ, και, ειδικότερα, προκειμένου να διαγνώσει αν η διαδικασία που ακολουθήθηκε κατά την ένδικη επέμβαση στην ενάγουσα ήταν η ενδεδειγμένη, σύμφωνα με τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης, ενόψει των περιστάσεων και των συνθηκών της συγκεκριμένης περίπτωσης, ή αν τα όργανα του εναγομένου υπέπεσαν σε παραλείψεις οφειλόμενων υλικών ενεργειών, παραβαίνοντας την υποχρέωσή τους για την καταβολή της ιδιαίτερης επιμέλειας που επιβάλλεται, λόγω της ιδιότητας και της θέσης τους. Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο διέταξε τη διεξαγωγή πραγματογνωμοσύνης και διόρισε πραγματογνώμονες τους, περιλαμβανόμενους στον οριστικό κατάλογο των πραγματογνωμόνων του έτους 2023 που καταρτίσθηκε με την 16196/2022 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης (όπως ισχύει),: α) Θ… Π…, γενικό χειρουργό, Αναπληρωτή Καθηγητή Χειρουργικής της Ιατρικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, β) Σ… Γ…, ωτορινολαρυγγολόγο, Διευθυντή της ΩΡΛ κλινικής του Γενικού Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης «Γ. Παπανικολάου» και γ) Γ… Σ…, νευρολόγο, κάτοικο Θεσσαλονίκης (οδός … αρ. … και … … αρ. …), τους οποίους υποχρέωσε, αφού μελετήσουν το ιστορικό της υπόθεσης, εξετάσουν την ενάγουσα (κατόπιν συμφωνίας και συνεννόησής τους και με ενημέρωση του Δικαστηρίου για τυχόν αδικαιολόγητη μη ανταπόκριση της ενάγουσας) και λάβουν υπ’ όψιν τους όλα τα στοιχεία της δικογραφίας και όλα τα έγγραφα ιατρικά στοιχεία του φακέλου (όπως εργαστηριακές και λοιπές απεικονιστικές εξετάσεις και τα αποτελέσματα και πορίσματα αυτών, ιατρικές γνωματεύσεις, πληροφοριακά σημειώματα ιατρών, φύλλα της ασθενούς και λοιπές εξετάσεις), καθώς και κάθε άλλο στοιχείο, που οι ίδιοι δύνανται να ζητήσουν από τους διαδίκους ως, κατά την κρίση του, αναγκαίο και κρίσιμο ή χρήσιμο, να συντάξουν αιτιολογημένες εκθέσεις στις οποίες να διατυπώνουν την επιστημονική τους κρίση επί των τιθέμενων σε έκαστο εξ αυτών ερωτημάτων. Συγκεκριμένα, στον πρώτο από τους διορισθέντες πραγματογνώμονες, Θ… Π…, γενικό χειρουργό, τέθηκαν τα ακόλουθα ερωτήματα: 1. Η πολυοζώδης βρογχοκήλη, από την οποία, σύμφωνα με τα στοιχεία της δικογραφίας, έπασχε η ενάγουσα από αρκετών ετών πριν υποβληθεί στην επέμβαση θυρεοειδεκτομής, προκαλεί βράγχος φωνής, δυσκαταποσία και δυσχέρεια στην αναπνοή; Ποια προκύπτει ή δύναται να συναχθεί ότι ήταν η κλινική εικόνα της ενάγουσας πριν την επέμβαση και ειδικότερα αν, εξαιτίας της πολυοζώδους βρογχοκήλης, παρουσίαζε προβλήματα βράγχους φωνής, δυσκαταποσίας και δυσχέρειας στην αναπνοή. 2. Αν όποια εμφανισθείσα στην ενάγουσα πάρεση ή παράλυση της φωνητικής χορδής ή οποιαδήποτε παρεμφερής προβληματική κατάσταση ή βλάβη ή φθορά των φωνητικών χορδών είναι περισσότερο ή λιγότερο συνήθης επιπλοκή στις επεμβάσεις θυρεοειδεκτομής (και σε ποιο ποσοστό) και, σε κάθε περίπτωση, κατά πόσο μπορεί να προκύψει και σε περίπτωση απολύτως ορθών χειρισμών των ιατρών ή κατά πόσο οφείλεται, εξ ολοκλήρου ή κατά κανόνα ή εν πολλοίς, σε υπαιτιότητα (πλημμελή πράξη ή παράλειψη) των εκάστοτε επιληφθέντων ιατρικών οργάνων. 3. Αν όποια παρουσιασθείσα στην ενάγουσα πάρεση ή παράλυση της φωνητικής χορδής ή οποιαδήποτε παρεμφερής προβληματική κατάσταση ή βλάβη ή φθορά των φωνητικών χορδών εν προκειμένω αποτέλεσε αποκλειστικώς συνέπεια μη αναγόμενης σε ιατρικό σφάλμα επιπλοκής, τυχόν απαντώμενης (σε μικρότερο ή μεγαλύτερο ποσοστό) σε επεμβάσεις θυρεοειδεκτομής ή, αντιθέτως, αν αποτέλεσε εξ ολοκλήρου ή σε ορισμένο βαθμό (συμπαραγοντικά μαζί με τυχόν έτερες, ομοίως μνημονευτέες, παραμέτρους) αποτέλεσμα λανθασμένων χειρισμών των ιατρών και εν γένει οργάνων του εναγόμενου νοσοκομείου σε οποιοδήποτε στάδιο από την είσοδο έως την έξοδό της από το τελευταίο, δηλαδή καθ’ όλη τη διάρκεια νοσηλείας της κατά την οποία πραγματοποιήθηκε η επίμαχη επέμβαση ολικής θυρεοειδεκτομής, ή ακόμη και σε κάποιο εντοπιστέο μεταγενέστερο στάδιο λόγω τότε μεταγενέστερης εμφάνισης κάποιας επιπλοκής απότοκης όμως κακών χειρισμών κατά τη διάρκεια αντιμετώπισης της περίπτωσής της κατά την ένδικη νοσηλεία και χειρουργική της επέμβαση στο εναγόμενο νοσοκομείο ή ενδεχομένως και σε κάποια μεταγενέστερη επίσκεψή της σε αυτό ή σε ορισμένη ιατρική συμβουλή ή αγωγή ή σύσταση (εσφαλμένη ως προς τον χρόνο, τον τρόπο, το περιεχόμενο και το αποτέλεσμα), προερχόμενη τυχόν από ιατρικά όργανα του εναγομένου της οποίας να υπήρξε η ενάγουσα αποδέκτρια. 4. Η διαδικασία που ακολουθήθηκε κατά την επέμβαση ολικής θυρεοειδεκτομής της ενάγουσας ήταν ενδεδειγμένη και σύμφωνη με τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης και, εάν όχι, σε ποια σημεία μπορούν να επισημανθούν ελλείψεις και λανθασμένοι χειρισμοί και σε τι ακριβώς συνίστανται; 5. Με βάση τα προκύπτοντα από τις καταγραφές του νευροδιεγέρτη: κατά τη διάρκεια της επίμαχης επέμβασης στην ενάγουσα α) ήταν συνεχής η νευροδιέγερση; β) ο νευροδιεγέρτης έδειχνε συνεχή και καλή λειτουργία των νεύρων; γ) σε καταφατική περίπτωση, υπάρχει πιθανότητα (και σε ποιο ποσοστό) να είναι αυτές οι ενδείξεις μη αληθείς; δ) σε καταφατική περίπτωση, τούτο σημαίνει ότι ήταν ελαττωματικός ο νευροδιεγέρτης ή είναι σύνηθες να δίνει αυτός μη αληθείς ενδείξεις, ακόμη και αν δεν είναι ελαττωματικός; ε) στην τελευταία περίπτωση, μπορεί το αρμόδιο για τον χειρισμό του νευροδιεγέρτη όργανο ή ο πεπειραμένος χειρουργός να διαπιστώσει κατά τη διάρκεια μιας συγκεκριμένης επέμβασης, όπως η επίμαχη, ότι οι ενδείξεις που παρέχει ο νευροδιεγέρτης είναι μη αληθείς ή όχι; Θα μπορούσε ο χειρουργός ή άλλο όργανο να διαπιστώσει ότι στην περίπτωση της θυρεοειδεκτομής της ενάγουσας οι παρεχόμενες από τον νευροδιεγέρτη ενδείξεις δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα; Κατά τη διενέργεια της ως άνω επέμβασης προκλήθηκε τελικώς τρώση των κάτω λαρυγγικών (παλίνδρομων) νεύρων της ενάγουσας, παρά τη χρήση νευροδιεγέρτη; 6. Αν σήμερα μπορεί να αποκατασταθεί η λειτουργία της ή των φωνητικών χορδών της ενάγουσας με χειρουργική επέμβαση ή άλλη μέθοδο, και ποια ακριβώς και αν η αποκατάσταση δεν είναι πλήρης, σε τι ποσοστό μπορεί να βελτιωθεί η κατάσταση της ενάγουσας; 7. Ενδεχόμενη επιλογή της ενάγουσας, στη συγκεκριμένη κατάσταση υπό την οποία τελούσε, να μην υποβληθεί στην ολική θυρεοειδεκτομή θα οδηγούσε σε αισθητή επιδείνωση α) της υγείας της και της κατάστασής της στα σημεία όπου διεγνώσθη με το συγκεκριμένο πρόβλημα (λόγω παρουσίας πολλών όζων), β) της καθημερινής διαβίωσής της και γ) των διαφόρων συμπτωμάτων και των περαιτέρω συνεπειών τους στον οργανισμό και τις βιολογικές λειτουργίες της ενάγουσας εκ της παρουσίας πολλαπλών όζων σε περίπτωση μη εξαγωγής ή εν γένει μη αντιμετώπισής τους διά χειρουργικής επεμβάσεως ή σε διακινδύνευση της ίδιας της ζωής της; Κατά τη στάθμιση κόστους – οφέλους ήταν αισθητώς περισσότερα τα πλεονεκτήματα ή τα μειονεκτήματα (ή τυχόν ισοσταθμισμένα) διενέργειας της επέμβασης στην οποία υποβλήθηκε βάσει των τότε δεδομένων και των στατιστικών και ποσοστών επιτυχίας ή επιπλοκών τέτοιων εγχειρήσεων για περιπτώσεις όπως της ενάγουσας; και 8. Μπορεί να προκληθεί βλάβη του άνω λαρυγγικού νεύρου στα πλαίσια επέμβασης θυρεοειδεκτομής; Στον δεύτερο από τους ανωτέρω πραγματογνώμονες, Σ… Γ…, ωτορινολαρυγγολόγο, τέθηκαν τα εξής ερωτήματα: 1. Ποια η κατάσταση και η κινητικότητα των φωνητικών χορδών της ενάγουσας μετά την επέμβαση και έως σήμερα; Τι συμπτώματα και συνέπειες μπορεί να προκαλούνται από αυτή; 2. Μπορεί να αποκατασταθούν οι τυχόν παρουσιάσασες ή και παρουσιάζουσες έκπτωση ή δυσλειτουργία ή ολική ή μερική βλάβη φωνητικές χορδές και η όλη λαρυγγική της λειτουργία και τα λοιπά στην ίδια ευρύτερη περιοχή του οργανισμού της, τυχόν, προβληματικά σημεία ή επιμέρους όργανα ή νεύρα ή αρτηρίες ή τμήματα ή απολήξεις ή επιμέρους λειτουργικά μέρη ή στοιχεία ή υποσυστήματα τούτων στο συγκεκριμένο μέρος του σώματος της ενάγουσας με χειρουργική επέμβαση ή άλλη μέθοδο, και ποια ακριβώς; Αν η αποκατάσταση δεν είναι πλήρης, σε τι ποσοστό μπορεί να βελτιωθεί η κατάσταση της ενάγουσας; και 3. Υφίσταται οίδημα Ranke στην ενάγουσα (όπως αναφέρεται στην …/29.8.2018 ιατρική βεβαίωση – γνωμάτευση του συντονιστή διευθυντή της ΩΡΛ κλινικής του εναγόμενου νοσοκομείου, Οδυσσέα Κάτσακα) ή όχι και, αν ναι, σε ποιο βαθμό προκαλεί, τυχόν αυτοτελώς ή συμπαραγοντικώς (και σε ποιο ποσοστό ή βαθμό αιτιότητας) ή σε ποιο βαθμό τυχόν, απλώς, επιτείνει ήδη υπάρχοντα αναφερόμενα προβλήματα της ενάγουσας (βράγχος φωνής, δυσκαταποσία, δυσχέρεια στην αναπνοή ή οποιαδήποτε άλλη δυσλειτουργία ή προβληματική εν γένει κατάσταση στη λαρυγγική λειτουργία και περιοχή); Στον δε τρίτο από τους πιο πάνω πραγματογνώμονες, Γ… Σ…, νευρολόγο, τέθηκαν τα κάτωθι ερωτήματα: 1. Αν η ενάγουσα πάσχει από αγγειακές διαταραχές του εγκεφάλου οι οποίες επηρεάζουν τη νευρική λειτουργία των εγκεφαλικών νευρικών συζυγιών που αφορούν την κατάποση (κινήσεις γλώσσας, επιγλωττίδας, λάρυγγα και υποφάρυγγα, με ιδιαίτερη μνεία στη λειτουργία του άνω λαρυγγικού νεύρου), την ομιλία και την επεξεργασία των τροφών και, σε καταφατική περίπτωση, εάν (και σε ποιο βαθμό) τα προβλήματα που αντιμετώπισε και αντιμετωπίζει (σε όποιο βαθμό) η ενάγουσα μπορούν να αποδοθούν, εν όλω ή εν μέρει (και κατά πόσο επακριβώς κατά προσέγγιση ή κατ’ εκτίμηση έστω), στις ανωτέρω αγγειακές διαταραχές ή όχι. Σε καταφατική δε περίπτωση, αν τούτο ισχύει υπό την έννοια αποκλειστικής ή κύριας αιτιότητας, δηλαδή αν τέτοιες αγγειακές διαταραχές τυγχάνουν αυτοτελείς παραγόντες πρόκλησης στην ενάγουσα των επίμαχων προβλημάτων για τα οποία παραπονείται και των οποίων η ακριβής έκταση και αιτία τυγχάνει υπό εξέταση. Ή αν συντρέχει απλή συναιτιότητα ή συμβολή ή όχι τυχόν τέτοιων αγγειακών διαταραχών στα όποια συγκεκριμένα προβλήματα της ενάγουσας μαζί με έτερους συνυπάρχοντες παράγοντες, όπως χαρακτηριστικώς και ενδεχομένως α) η πολυοζώδης βρογχοκήλη για την οποία η ενάγουσα υποβλήθηκε στην σχετική χειρουργική επέμβαση, β) τυχόν παρουσιασθείσες επιπλοκές στις φωνητικές χορδές και στο σύστημα ή υποσύστημα της λαρυγγικής της λειτουργίας εκ της ανωτέρω εγχειρήσεως [(λόγω της φύσης και των εγγενών κινδύνων της ή λόγω παρεισφρήσαντος σφάλματος ή παράλειψης δεόντων κατά τη διενέργειά της (της εγχείρησης)], γ) τυχόν επιπλοκές ή ανωμαλίες ή απρόοπτα ή δυσμενείς συνέπειες στον οργανισμό ή αντιδράσεις του οργανισμού κατά τη μετεγχειρητική της πορεία [και για ποιον τυχόν ειδικότερο λόγο σε σχέση με την τελευταία (μετεγχειρητική πορεία)] και 2. Αν το κάτω λαρυγγικό (παλίνδρομο) νεύρο συμμετέχει στη διαδικασία της κατάποσης. Επίσης, το Δικαστήριο παρέσχε τη δυνατότητα σε καθέναν από τους ανωτέρω διορισθέντες πραγματογνώμονες να αναφέρει, επιπροσθέτως, οποιοδήποτε άλλο διαπιστωθησόμενο εκ μέρους του και σχετιζόμενο με την προκείμενη υπόθεση δεδομένο ή στοιχείο που τυχόν ήθελε γίνει δεκτό ότι συντρέχει ή υφίσταται κατά την επιστημονική και επαγγελματική του κρίση και συνείδηση προς διαλεύκανση από πάσα άποψη της κρινόμενης περίπτωσης της ενάγουσας, ακόμη και σε σχέση με τα τεθέντα προς τους έτερους δύο πραγματογνώμονες, ερωτήματα (και ζητήματα). Ορίσθηκε δε η προθεσμία για τη διενέργεια των πραγματογνωμοσυνών και την υποβολή από τους πραγματογνώμονες των σχετικών εκθέσεών τους σε εκατό (100) ημέρες από την όρκισή τους ενώπιον της εισηγήτριας – δικαστή.
13. Επειδή, σε εκτέλεση της εν λόγω 3294/2023 απόφασης οι προρρηθέντες πραγματογνώμονες ορκίσθηκαν στις 7.9.2023, στις 8.9.2023 και στις 29.8.2023, αντιστοίχως, ενώπιον της εισηγήτριας – δικαστή (βλ. οικείες εκθέσεις όρκισης πραγματογνώμονα) και εντός της ανωτέρω ταχθείσας προθεσμίας προσκόμισαν ενώπιον της Γραμματείας του Δικαστηρίου τούτου τις εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης. Συγκεκριμένα, ο πρώτος από τους διορισθέντες πραγματογνώμονες, Θ… Π…, γενικός χειρουργός, προσκόμισε την από 26.9.2023 έκθεση πραγματογνωμοσύνης, στην οποία αναφέρονται τα εξής: «Με βάση τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τον τρόπο αντίδρασης του μέσου, επιμελούς και συνετού χειρουργού και μετά από εξέταση της ασθενούς οι ερωτήσεις που τέθηκαν από το δικαστήριο απαντώνται ως εξής: Ερώτηση 1: [(παρατίθεται η τεθείσα στον εν λόγω πραγματογνώμονα ερώτηση 1)] Απάντηση 1: Η διόγκωση του θυρεοειδή αδένα (βρογχοκήλη) δύναται να προκαλέσει βράγχος φωνής, δυσκαταποσία και δυσχέρεια στην αναπνοή. Τα παραπάνω δε αποτελούν και ενδείξεις χειρουργείου. Η ενάγουσα δεν αναφέρει τίποτε για την πρότερη κλινική της εικόνα στην αγωγή, το εναγόμενο δεν αναφέρει τίποτε για την πρότερη κλινική εικόνα στο από 8.11.2022 υπόμνημά του. Στα σχετικά έγγραφα που μου επιδόθηκαν, στο φύλλο ιστορικό ασθενούς σαφώς αναγράφεται «ιστορικό άρχεται από τετραετίας, με συμπτώματα δυσκαταποσίας, βράγχους φωνής και αρρυθμιών», ως εκ τούτου εκτιμώ ότι η ασθενής προ της επέμβασης είχε δυσκαταποσία, βράγχος φωνής και αρρυθμίες, συνεπεία της πολυοζώδους βρογχοκήλης. Ερώτηση 2: […] Απάντηση 2: Η πάρεση της ή των φωνητικών χορδών (παροδική ή μόνιμη) είναι συνήθης επιπλοκή στις επεμβάσεις θυρεοειδεκτομής (είτε ολικής είτε λοβεκτομής). Ως παροδική πάρεση ορίζεται η πάρεση εκείνη της οποίας η διάρκεια είναι κάτω των 6 μηνών και το ποσοστό εμφάνισής της είναι της τάξεως του 10% επί των θυρεοειδεκτομών. Ως μόνιμη πάρεση ορίζεται η πάρεση εκείνη της οποίας η διάρκεια είναι άνω των 6 μηνών και το ποσοστό εμφάνισής της είναι το 1% επί των θυρεοειδεκτομών. Αναλυτικότερα, από τις 100 θυρεοειδεκτομές οι 10 εμφανίζουν παροδικά προβλήματα φώνησης ή/και αναπνοής και από αυτές τις 10 η μία καταλήγει σε μόνιμα προβλήματα. Τα ποσοστά αυτά αντιστοιχούν σε μεγάλα κέντρα και σε ορθές πρακτικές. Ως εκ τούτου, η πάρεση φωνητικών χορδών μπορεί να προκύψει και προκύπτει και σε περίπτωση ορθών χειρισμών. Ερώτηση 3: […] Απάντηση 3: Η παρουσιασθείσα στην ενάγουσα κατάσταση αποτελεί συνέπεια μη αναγόμενη σε ιατρικό σφάλμα επιπλοκής, απαντώμενη σε επεμβάσεις θυρεοειδεκτομής, όπως δηλώνεται και στην απάντηση 2. Το σύνολο των χειρισμών των εμπλεκομένων ιατρών σε όλα τα στάδια (προεγχειρητικά, διεγχειρητικά και μετεγχειρητικά) είναι lege artis. Ερώτηση 4: […] Απάντηση 4: Όπως σημειώνεται και στην απάντηση 3, η διαδικασία που ακολουθήθηκε κατά την επέμβαση ολικής θυρεοειδεκτομής (προεγχειρητικά, διεγχειρητικά και μετεγχειρητικά) είναι lege artis και ξεπερνά κατά πολύ τη φροντίδα του μέσου συνετού και επιμελή χειρουργού. Το παραπάνω είναι λογικό αφού το εν λόγω νοσοκομείο αποτελεί κέντρο αναφοράς για τη χειρουργική των ενδοκρινών όχι μόνο για τη Θεσσαλονίκη αλλά και για όλη την Ελλάδα. Ερώτηση 5: […] Απάντηση 5: Όπως προκύπτει από το πρακτικό χειρουργείο η νευροδιέγερση ήταν συνεχής και ακολουθήθηκε το πρωτόκολλο L1V1R1-R1V1L1 και L2V2R2-R2V2L2 αμφοτερόπλευρα. Με το πρωτόκολλο αυτό διασφαλίζεται η διαπίστωση της καλής λειτουργίας των νεύρων διεγχειρητικά V1R1 και V2R2 (με επιπλέον διέγερση του νεύρου και του πνευμονογαστρικού πριν και μετά την εκτομή) αλλά και η διαπίστωση της κλινικής λειτουργίας/δυσλειτουργίας με τη μετεγχειρητική λαρυγγοσκόπηση. Με βάση τα προκύπτοντα από τις καταγραφές του νευροδιεγέρτη υπήρχε ομαλή λειτουργία των νεύρων στην αρχή και το τέλος του χειρουργείου. Οι θετικές ενδείξεις του νευροδιεγέρτη (δηλαδή ότι το νεύρο δουλεύει) δεν μπορεί να είναι μη αληθείς. Μόνο το αντίθετο είναι δυνατό (δηλαδή οι αρνητικές ενδείξεις να μην είναι αληθείς), σε εκείνη την περίπτωση υπάρχουν αλγόριθμοι διαπίστωσης της δυσλειτουργίας του μηχανήματος, που όμως εδώ δεν υπήρχε θέμα εφαρμογής. Με βάση την καταγραφή του νευροδιεγέρτη και το πρακτικό του χειρουργείου δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι προκλήθηκε διεγχειρητικά τρώση των κάτω λαρυγγικών (παλίνδρομων) νεύρων της ενάγουσας. Ερώτηση 6: […] Απάντηση 6: Η ασθενής σήμερα έχει ικανοποιητική φώνηση και αναπνοή (όπως προέκυψε από την εξέτασή της στις 20.9.2023). Κατά δική της δήλωση, το μεγαλύτερο πρόβλημά της είναι η αδυναμία της για τραγούδι. Η γνώμη μου είναι ότι δεν χρειάζεται καμία παρέμβαση για τη βελτίωση των δύο λειτουργιών. Ωστόσο επειδή η ερώτηση δεν άπτεται επιστημονικά στο γνωστικό μου αντικείμενο, θα απαντούσα ότι υπάρχουν παρεμβάσεις που μπορούν να γίνουν (και έχουν ήδη προταθεί από τον κύριο Κ… μετά από δήλωση της ενάγουσας κατά την κλινική εξέταση) οι οποίες δεν έχουν γίνει αποδεκτές από την ασθενή. Ερώτηση 7: […] Απάντηση 7: Η ερώτηση είναι εντελώς υποθετική. Σε μία ασθενή με ένδειξη συμπτωματική πολυοζώδη βρογχοκήλη με βράγχος φωνής, δυσκαταποσία και αρρυθμίες δεν τίθεται ζήτημα μη επέμβασης, εκτός και αν τα συνυπάρχοντα νοσήματα δεν το επιτρέπουν (πράγμα που δεν υφίσταται στην παρούσα ασθενή). Το σωστό χειρουργείο για το εν λόγο νόσημα είναι η ολική θυρεοειδεκτομή, οτιδήποτε λιγότερο θα αποτελούσε malpractice [ήτοι κακή χειρουργική πρακτική] για τον χειρουργό. Όσον αφορά τη στάθμιση κόστους οφέλους και με βάση την κλινική εκτίμηση της ασθενούς (διαπιστώνεται ότι η ασθενής έχει ικανοποιητική ομιλία και αναπνοή) προφανώς και τα οφέλη υπερτερούν. Ερώτηση 8: […] Απάντηση 8: Ναι [μπορεί να προκληθεί βλάβη του άνω λαρυγγικού νεύρου στα πλαίσια επέμβασης θυρεοειδεκτομής]». Ο δεύτερος από τους διορισθέντες πραγματογνώμονες, Σ… Γ…, ωτορινολαρυγγολόγος, προσκόμισε την από 1.12.2023 έκθεση πραγματογνωμοσύνης, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα: «Σε συνέχεια της υπ’ αριθμόν 3294/2023 απόφασης […] δηλώνω σε απάντηση των ερωτημάτων που μου ετέθησαν τα κάτωθι: Η κυρία Η… Λ… (ενάγουσα) προσήλθε στα εξωτερικά ιατρεία της Ω.Ρ.Λ. κλινικής του Γενικού Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης «Γεώργιος Παπανικολάου» στις 10.11.2023 και υπεβλήθη σε ενδελεχή ωτορινολαρυγγολογική εξέταση, λαρυγγοσκόπηση με εύκαμπτο λαρυγγοσκόπιο και σε δοκιμασία κατάποσης. Ερώτηση 1: […] Απάντηση 1: Κατά την ενδελεχή εξέταση του ανώτερου αναπνευστικού της ασθενούς με εύκαμπτο λαρυγγοσκόπιο διαπιστώθηκαν τα εξής: – Καλή κινητικότητα των φωνητικών χορδών κατά την προσπάθεια της φώνησης από πλευράς της ασθενούς. Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι η ασθενής κατά τον χρόνο εξέτασής της επέδειξε άρνηση στην παραγωγή της φώνησης και κατόπιν επίμονων προσπαθειών μας καταφέραμε να παρατηρήσουμε την κινητικότητα των φωνητικών χορδών κατά τη φώνηση. – Δεν παρατηρήθηκαν σημεία φλεγμονής ή άλλων παθολογικών καταστάσεων στις φωνητικές χορδές. – Παρατηρήθηκε οίδημα των μεσο-αρυταινοειδών πτυχών και της εισόδου του οισοφάγου, κλινικό σημείο που παραπέμπει σε ήπια γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση. Ερώτηση 2: […] Απάντηση 2: Κατόπιν της ιατρικής εξετάσεως της ασθενούς (απάντηση 1) διαπιστώθηκε ότι δεν υπάρχει έκπτωση ή δυσλειτουργία ή ολική ή μερική βλάβη των φωνητικών της χορδών. Ως εκ τούτου τα υπόλοιπα υποερωτήματα της ερώτησης 2 είναι υποθετικά και δεν απαντώνται με δεδομένο ότι τίποτε από τα ανωτέρω δεν ισχύει στη συγκεκριμένη περίπτωση. Ερώτηση 3: Απάντηση 3: – Κατά τη λαρυγγοσκόπηση της ασθενούς με εύκαμπτο λαρυγγοσκόπιο δεν παρατηρήθηκε οίδημα Reinke σε καμιά από τις δύο φωνητικές χορδές. – Eπίσης διενεργήθηκε και δοκιμασία κατάποσης με φυσιολογικά αποτελέσματα». Ο δε τρίτος από τους διορισθέντες πραγματογνώμονες, Γ… Σ…, νευρολόγος, προσκόμισε την από 21.11.2023 έκθεση πραγματογνωμοσύνης, στην οποία, κατ’ αρχάς, δήλωσε ότι πέραν των εγγράφων του φακέλου της υπόθεσης ζήτησε και έλαβε και άλλα ιατρικά έγγραφα και εξετάσεις που αφορούν την ενάγουσα, διότι έκρινε ότι του ήταν απαραίτητα προκειμένου να σχηματίσει πλήρη ιατρική εικόνα και να τεκμηριώσει τις απαντήσεις του, τα έγγραφα δε αυτά έχουν προσκομισθεί από τον ίδιο στο Δικαστήριο μαζί με την έκθεση πραγματογνωμοσύνης. Στην εν λόγω έκθεση ο συγκεκριμένος πραγματογνώμων αναφέρει, μεταξύ άλλων, τα εξής: «Η ενάγουσα παρουσιάστηκε στο ιατρείο μου για την εξέτασή της στις 12.9.2023, […] Ο λόγος, η άρθρωση και γενικά η φώνησή της ακουγόταν φυσιολογική, με χαμηλή ίσως ένταση. Δήλωσε άγχος, κατάθλιψη, απόσυρση και περιορισμό όλων των επαγγελματικών, κοινωνικών, ακόμη και οικογενειακών δραστηριοτήτων (τα εγγόνια της δεν την επισκέπτονται λόγω του προβλήματος με τη φωνή της). Η ένταση στη φώνηση αυξήθηκε (ή και αποκαταστάθηκε) […] ενώ η ενδοστρέφεια λύθηκε όταν ερωτήθηκε γιατί δεν προχώρησε στη σύσταση του χειρουργού της για την αποκατάσταση του φωνητικού της προβλήματος από τον ειδικό Ω.Ρ.Λ. ιατρό κύριο Κ…. […] Στην επίμονη ερώτηση τι μπορεί να τραγουδήσει είπε ότι μπορεί να ψάλλει μόνο εκκλησιαστικά και στην περαιτέρω επιμονή άρχισε έναν ύμνο, είπε δύο λέξεις και αμέσως σταμάτησε, κλείνοντας με το χέρι το στόμα της και γύρισε αλλού το πρόσωπό της. Στον έλεγχο της κατάποσης με το νερό αρχικά ήπιε μια μικρή γουλιά νερού (περί τα 20 ml) και η κατάποση έγινε φυσιολογικά με την προώθηση της ποσότητας του νερού από τη γλώσσα προς τα πίσω και φάνηκε η κίνηση του λάρυγγα προς τα άνω και έξω από την κίνηση του «μήλου του Αδάμ». Στην επανάληψη της διαδικασίας με μεγαλύτερη ποσότητα νερού (περί τα 50 ml ή και περισσότερο) η ενάγουσα έκανε απότομη κίνηση της κεφαλής προς τα πίσω προκαλώντας τη βίαιη μετακίνηση της ποσότητας του νερού προς τον φάρυγγα και τα αντανακλαστικά του φάρυγγα εξώθησαν πιο βίαια το νερό προς τα έξω, επί τα εκτός του στόματος, όπως στη διαδικασία του εμέτου. […] Οι λειτουργίες των κρανιακών νεύρων ελέγχονται ως φυσιολογικές […] και συγκεκριμένα γίνεται φυσιολογικά η ανύψωση της μαλθακής υπερώας, είναι σε μέση θέση η σταφυλή, είναι φυσιολογικά τα αντανακλαστικά φάρυγγος και μαλθακής υπερώας και είναι φυσιολογική η αισθητικότητα φάρυγγος και παρισθμίων. […]». Στη συνέχεια ο πραγματογνώμων αναφέρεται στη φυσιολογία των κρανιακών νεύρων και εξηγεί, με παραπομπή σε σχετική βιβλιογραφία/αρθρογραφία και στα πορίσματα των μαγνητικών τομογραφιών της ενάγουσας των ετών 2021, 2022 και 2023 και απεικονίζονται στις εικόνες της μαγνητικής τομογραφίας του 2023, ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν υπάρχει πρόβλημα από την υπερπυρηνική εννεύρωση όλων των κρανιακών νεύρων, με βασική απόδειξη τη μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου, όπου οι ελάχιστες στικτές αλλοιώσεις της λευκής ουσίας (6 ή 7 σε αριθμό) δεν συνιστούν νόσο των μικρών αγγείων ή μικροϊσχαιμική λευκοεγκεφαλοπάθεια και είναι απλώς οι αναμενόμενες αγγειακές επιβαρύνσεις του εγκεφάλου λόγω της ηλικίας και των άλλων παραγόντων αγγειακού κινδύνου (αρτηριακή υπέρταση), δηλαδή δεν διακόπτουν ικανό αριθμό φλοιοπρομηκικών ινών ώστε να προκληθεί δυσλειτουργία όλων των κρανιακών νεύρων από λόγους που αφορούν τον εγκέφαλο. Ακολούθως, ο πραγματογνώμων, με παραπομπές σε σχετική βιβλιογραφία και αρθρογραφία, αναφέρει, μεταξύ άλλων, τα εξής: «Τα κρανιακά νεύρα που αφορούν τη λειτουργία της κατάποσης και της ομιλίας είναι το γλωσσοφαρυγγικό νεύρο (ΙΧ) και το πνευμονογαστρικό νεύρο (Χ), τα οποία είναι στενά σχετιζόμενα με κοινή περίπου ανατομική προέλευση και λειτουργία. […] Η εξέταση του γλωσσοφαρυγγικού νεύρου περιορίζεται στην εξέταση του αντανακλαστικού του φάρυγγος (εμέτου) και του αντανακλαστικού της μαλθακής υπερώας. Η εξέταση της κατάποσης ανήκει και στην εξέταση του γλωσσοφαρυγγικού, αλλά κυρίως και συγχρόνως ελέγχει και το πνευμονογαστρικό νεύρο. Το αντανακλαστικό του φάρυγγος (εμέτου) παράγεται με τη θίξη του ενός ημιμορίου του οπίσθιου φαρυγγικού τοιχώματος με ένα στυλεό και η φυσιολογική αντίδραση είναι η ανύψωση και σύσπαση του φάρυγγα και η οπίσθια μετακίνηση της γλώσσας με ή χωρίς τάση προς έμετο. Το αντανακλαστικό της μαλθακής υπερώας παράγεται με τον ερεθισμό της μαλθακής υπερώας σε κάθε ημιμόριο και η φυσιολογική αντίδραση είναι η ανύψωση του ερεθιζόμενου ημιμορίου της μαλθακής υπερώας. […] Η ετερόπλευρη βλάβη στο επίπεδο του γλωσσοφαρυγγικού νεύρου προκαλεί ελαφρά δυσκαταποσία, κυρίως από την παράλυση του βελονοφαρυγγικού μυός και με την αναφώνηση ενός συνεχούς «α…α…α…» διαπιστώνεται παρέκκλιση του άνω φαρυγγικού τοιχώματος προς το υγιές πλάγιο. Τα αντανακλαστικά του φάρυγγος και της μαλθακής υπερώας είναι ελαττωμένα στο πλάγιο της βλάβης. Η ανωτέρω εξέταση του συγκεκριμένου περιστατικού στις 12.9.2023 δεν απέδωσε παθολογικά ευρήματα. […]. Η εξέταση των λειτουργιών του πνευμονογαστρικού νεύρου υπόκειται στη συνήθη παθολογική κλινική εξέταση. Η κινητικότητα του φάρυγγα και της μαλθακής υπερώας εξετάζονται με την εκφώνηση ενός συνεχούς «α…α…α…» και παρατηρείται η σύσπαση των φαρυγγικών μυών και η ανύψωση της μαλθακής υπερώας και φυσιολογικά και τα δύο ημιμόρια του φαρυγγικού τοιχώματος συσπώνται συμμετρικά, η μέση γραμμή της μαλθακής υπερώας και η σταφυλή ανέρχονται στη μέση γραμμή. Η περαιτέρω εξέταση της κινητικής λειτουργίας του φάρυγγα και της μαλθακής υπερώας γίνεται με την ικανότητα κατάποσης υγρής και στερεάς τροφής, ενώ συγχρόνως παρατηρείται η φυσιολογική ανύψωση του λάρυγγα κατά την κατάποση. Εξετάζεται και το αντανακλαστικό του φάρυγγα όπως στην εξέταση του γλωσσοφαρυγγικού νεύρου. Ακόμη η αξιολόγηση της ομιλίας είναι μέτρο της λειτουργίας του φάρυγγα και της μαλθακής υπερώας. […]. Η ετερόπλευρη βλάβη του πνευμονογαστρικού νεύρου προκαλεί σύστοιχο πάρεση του φάρυγγα, της μαλθακής υπερώας, του λάρυγγα, υπαισθησία του λάρυγγα και της κάτω φαρυγγικής περιοχής. […] Η συμπτωματολογία του φάρυγγα είναι η μείωση της ικανότητας σύσπασης του ημίσεος φαρυγγικού τοιχώματος με έλξη αυτού προς την υγιή πλευρά απουσία του σύστοιχου αντανακλαστικού του φάρυγγα. Η κατάποση επηρεάζεται λίγο στην ετερόπλευρη βλάβη. Από τη μαλθακή υπερώα το παρετικό ήμισυ κρέμεται χαλαρό σε χαμηλότερη θέση από το φυσιολογικό ήμισυ και υπάρχει απόκλιση της μέσης ραφής της υπερώας και της σταφυλής προς την υγιή πλευρά που γίνεται πιο αντιληπτή με τη φώνηση. Από τον λάρυγγα, στην ετερόπλευρη βλάβη του πνευμονογαστρικού νεύρου, υπάρχει αδυναμία κίνησης της σύστοιχης φωνητικής χορδής, η οποία παραμένει ακίνητη σε ενδιάμεση θέση μεταξύ απαγωγής και προσαγωγής και σύστοιχη υπαισθησία. Η φωνή είναι χαμηλή και βραχνή αλλά η φώνηση είναι γενικά ικανοποιητική. Σε βλάβη των επιμέρους κλάδων του ανώτατου πνευμονογαστρικού εμφανίζεται μέρος της ανωτέρω συμπτωματολογίας. Στη βλάβη του άνω λαρυγγικού κλάδου προκαλείται αναισθησία του λάρυγγα. Στη βλάβη του κάτω λαρυγγικού νεύρου (παλίνδρομου) το οποίο νευρώνει όλους τους μύες του λάρυγγα (πλην του κρικοθυροειδούς μυός που φυσιολογικά προσάγει τη φωνητική χορδή) επέρχεται πλήρης παράλυση της σύστοιχης φωνητικής χορδής και οδηγεί σε βράγχος φωνής, όχι όμως δύσπνοια, συριγμό και αφωνία, όπως συμβαίνει στην αμφοτερόπλευρη βλάβη. Συγκεκριμένα σε βλάβη του κάτω λαρυγγικού νεύρου (παλίνδρομου) και διατήρηση του άνω λαρυγγικού νεύρου θα υπάρξει πάρεση όλων των λαρυγγικών μυών, πλην του κρικοθυρεοειδούς (= προσαγωγή [φωνητικής] χορδής), αλλά οι τείνοντες τις φωνητικές χορδές (κρικοαρυτενοειδής και θυρεοαρυτενοειδής) δεν λειτουργούν (ως εννευρούμενοι από το κάτω-παλίνδρομο λαρυγγικό νεύρο) και διατηρούν τις φωνητικές χορδές σε βαθμό απαγωγής. […] Η κύρια λειτουργία του λάρυγγα είναι η αναπνοή και η φώνηση, αλλά συμβάλλει και στην κατάποση, καθώς όταν επιτελείται η κατάποση στο φαρυγγικό στάδιό της πρέπει η είσοδος του λάρυγγα (δηλαδή της αεροφόρου οδού) να είναι ερμητικά αποφραγμένη. Στη λειτουργία της κατάποσης εμπλέκονται και ο φάρυγγας και ο λάρυγγας. […] Σε μονόπλευρη βλάβη του κάτω λαρυγγικού νεύρου θα προκύψει αδυναμία στους σύστοιχους αυτόχθονες λαρυγγικούς μύες, πλην του κρικοθυροειδούς μυός, δηλαδή θα επηρεαστεί η κινητικότητα του σύστοιχου πλαγίου του λαρυγγικού τοιχώματος. Η συνολική διαδικασία της κατάποσης, όμως, θα επηρεαστεί ελάχιστα ή και καθόλου, γιατί ο λάρυγγας κινείται ενιαία και δεν μπορεί να διαφοροποιηθεί το πάσχον πλάγιο από το αντίστοιχο υγιές. […] Η κίνηση του συνόλου του λάρυγγα κατά τη διάρκεια του φαρυγγικού σταδίου της κατάποσης γίνεται σχεδόν αποκλειστικά από τους ετερόχθονες λαρυγγικούς μύες (κυρίως από τον βελονοφαρυγγικό, που έλκει τον λάρυγγα προς τα άνω και έξω και βοηθάει στη σύγκλιση της επιγλωττίδας), οι οποίοι όλοι νευρώνονται από το γλωσσοφαρυγγικό νεύρο. Επίσης, η φάση της συνολικής κίνησης του λάρυγγα κατά το φαρυγγικό στάδιο της κατάποσης είναι μέρος του συνολικού ακούσιου αντανακλαστικού της κατάποσης, το οποίο ακόμη και σε ετερόπλευρη βλάβη κάποιου σχετιζόμενου νεύρου, με την πάροδο του χρόνου εμφανίζει το φαινόμενο της προσαρμογής και έτσι μετά την αρχική μικρή δυσλειτουργία, αυτή αποκαθίσταται. Συνολικά, η ετερόπλευρη βλάβη του κάτω ή παλίνδρομου λαρυγγικού νεύρου δεν επηρεάζει την κατάποση. Στο συγκεκριμένο περιστατικό «πιθανολογείται» βλάβη της αριστερής φωνητικής χορδής που βρίσκεται ακίνητη ή με ελαττωμένη κινητικότητα σε μια παράμεση θέση. Αυτό «υπονοεί» αδυναμία προσαγωγής της χορδής και αυτή η δράση είναι η ενέργεια του κρικοθυροειδούς μυός που νευρώνεται από το άνω λαρυγγικό νεύρο. Αν γίνει παραδεκτή η όποια διαταραχή στην κατάποση τότε θα πρόκειται για βλάβη και δεύτερου νεύρου (κυρίως του γλωσσοφαρυγγικού ή και του κορμού του πνευμονογαστρικού), γεγονός που δεν μπορεί να συμβαίνει, είναι ανύπαρκτο. Η ανωτέρω εξέταση του συγκεκριμένου περιστατικού [της ενάγουσας] στις 12.9.2023, και σε σχέση με τα συμπτώματα της ολικής ετερόπλευρης βλάβης του πνευμονογαστρικού νεύρου και του γλωσσοφαρυγγικού νεύρου έχει ως εξής: – Τα αντανακλαστικά της μαλθακής υπερώας και του φάρυγγα (εμέτου) ήταν φυσιολογικά. – Κατά την κατάποση μικρής ποσότητας νερού έγινε η φυσιολογική κατά την κατάποση, προς τα άνω και έξω κίνηση του λάρυγγα, στην εμφανώς «προκλητά» μεγάλη και «βίαιη» προσπάθεια κατάποσης μεγάλης ποσότητας νερού, «ενεργοποιήθηκε» το φυσιολογικό αντανακλαστικό του εμέτου και έγινε η «βίαιη αποβολή» του νερού από το στόμα. – Η φώνηση του παρατεταμένου «α…α…α…» ανύψωσε φυσιολογικά τη μαλθακή υπερώα με τη σταφυλή στη μέση γραμμή. Η συνεχής εκφώνηση του παρατεταμένου «ι…ι…ι…» έγινε με φυσικό τρόπο, αλλά με χαμηλή ένταση πιθανώς με «εκούσια συγκράτηση». Δηλαδή, συνολικά η λειτουργία του γλωσσοφαρυγγικού νεύρου είναι ακέραια, η λειτουργία του κορμού του πνευμονογαστρικού νεύρου είναι ακέραια και από τους κλάδους του πνευμονογαστρικού προς τον λάρυγγα, τόσο το άνω λαρυγγικό νεύρο όσο και το κάτω λαρυγγικό νεύρο-παλίνδρομο αριστερά πρέπει να ελεγχθεί λόγω της παράμεσης θέσης της αριστερής φωνητικής χορδής (σύμφωνα με τις λαρυγγοσκοπήσεις), με τη βεβαίωση ότι οι συγκεκριμένοι αριστεροί κλάδοι του πνευμονογαστρικού νεύρου ελάχιστα μπορούν να επηρεάσουν την καταποτική λειτουργία, δεδομένου ότι η «υγιής» δεξιά πλευρά μπορεί να παρασύρει και την αριστερή (πάσχουσα;) πλευρά στη διαδικασία της κατάποσης. Επισημαίνεται η φυσιολογική κίνηση του λάρυγγα κατά την κατάποση της μικρής ποσότητας νερού προς τα άνω και έξω, με την εμφανή κίνηση του «μήλου του Αδάμ». Μια ασφαλής ένδειξη της ακέραιας στεγανής λειτουργίας της αναπνευστικής οδού σε σχέση με την κατάποση και ειδικά με τη δυσκαταποσία, δηλαδή τη δίοδο των τροφών στην αναπνευστική οδό, είναι οι αναπνευστικές λοιμώξεις, οι πνευμονίες από τις εισροφήσεις τροφών […]. Από το ιστορικό του περιστατικού δεν αναφέρονται αναπνευστικές λοιμώξεις τα τελευταία 5 ή 6 έτη […]». Στα γενικότερα σχόλια του πραγματογνώμονα επί του συγκεκριμένου περιστατικού, ο πραγματογνώμων αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι: «Στις επιπλοκές της θυρεοειδεκτομής, που αναφέρονται από τα φοιτητικά εγχειρίδια μέχρι τις πιο εξειδικευμένες επιστημονικές εργασίες, αναφέρεται η πάρεση των παλίνδρομων (κάτω) λαρυγγικών νεύρων (συνήθως ετερόπλευρη και σπανιότερα αμφοτερόπλευρη), που είναι υπεύθυνα για την κινητικότητα των φωνητικών χορδών, λόγω της άμεσης γειτνίασης τους με τον θυρεοειδή αδένα και μάλιστα πιο ευαίσθητο από τα δύο παλίνδρομα λαρυγγικά νεύρα είναι το αριστερό, λόγω του μεγαλύτερου μήκους του και του περιβρογχισμού που κάνει γύρω από το αορτικό τόξο. Τα ποσοστά αυτά από τις στατιστικές των εγκυρότερων διεθνώς ειδικών κέντρων στις επεμβάσεις του θυροειδούς αδένα και την ιατρική βιβλιογραφία αναφέρονται μέχρι και στο 15% των περιστατικών με παροδική πάρεση των φωνητικών χορδών (και συνεπώς και των παλίνδρομων λαρυγγικών νεύρων) και τη μόνιμη παράλυση τους στο 2%». Ειδικά ως προς τη διαδικασία της νευροπαρακολούθησης στο κρίσιμο χειρουργείο της ενάγουσας, ο πραγματογνώμων σημειώνει ότι από τις καταγραφές του νευροδιεγέρτη φαίνεται ότι τα σήματα όλων των ελεγμένων νεύρων και στις δύο πλευρές, και στη σύγκρισή τους, προ και μετά την εκτομή κάθε λοβού του θυρεοειδούς αδένα δεν παρουσιάζουν αλλοιώσεις. Σε άλλο σημείο της ίδιας έκθεσης πραγματογνωμοσύνης, ο πραγματογνώμονας, με παραπομπή στο έγγραφο όπου απεικονίζονται οι καταγραφές του νευροδιεγέρτη, στο οποίο ο ίδιος έχει προσθέσει ορισμένες σημειώσεις προς αιτιολόγηση και απόδειξη της κρίσης του, εξηγεί ότι «δεν υπήρξε καμία διαφορά στα δυναμικά μεταξύ της αρχής και του τέλους της επέμβασης, όπως επίσης δεν υπήρξε μεταβολή πτώση ή απώλεια των δυναμικών κατά τη διάρκεια του χειρουργείου». Καταλήγει ότι η αντιμετώπιση της ενάγουσας προ, κατά τη διάρκεια του χειρουργείου και μετά από αυτό έγινε σωστά και η πάρεση της φωνητικής χορδής είναι μια αναγνωρισμένη επιπλοκή της θυρεοειδεκτομής ακόμη και από τους πιο έμπειρους χειρουργούς. Βάσει αυτών, ο πραγματογνώμων απαντά στα ερωτήματα που του τέθηκαν ως ακολούθως: Ερώτηση 1: […] Απάντηση 1: «Η ενάγουσα δεν πάσχει από αγγειακές διαταραχές του εγκεφάλου οι οποίες επηρεάζουν τη νευρική λειτουργία των εγκεφαλικών νευρικών συζυγιών που αφορούν την κατάποση και συγκεκριμένα τις κινήσεις γλώσσας, επιγλωττίδας, λάρυγγα και υποφάρυγγα και του άνω λαρυγγικού νεύρου, την ομιλία και την επεξεργασία των τροφών. Οι ελάχιστες αλλοιώσεις μικροϊσχαιμικής λευκοεγκεφαλοπάθειας (5 ή 6 στον αριθμό στην προσκομιζόμενη εικόνα της μαγνητικής τομογραφίας εγκεφάλου) που εμφανίζουν οι παλαιότερες και οι πρόσφατες απεικονίσεις του εγκεφάλου δεν συνιστούν «νόσο των μικρών εγκεφαλικών αγγείων», πολύ περισσότερο δεν συνιστούν τύπο «αγγειακής άνοιας». Απλώς πρόκειται για τη «φυσιολογική» αγγειακή εκφύλιση της ηλικίας των 60-65 ετών και των επιβαρυντικών παραγόντων αγγειακού κινδύνου (αρτηριακή υπέρταση), για τους οποίους υπάρχουν και αμφιβολίες ως προς την αντιμετώπισή τους (κενά συνταγογράφησης αντιυπερτασικών φαρμάκων). Συνοπτικά, οι όποιες ελάχιστες αγγειακές εγκεφαλικές αλλοιώσεις υπάρχουν δεν είναι κατ’ ουδένα τρόπο ικανές να έχουν την οποιαδήποτε συμμετοχή σε διαταραχή της λειτουργίας των εγκεφαλικών συζυγιών και ειδικά στις εγκεφαλικές συζυγίες [γλωσσοφαρυγγικό νεύρο (ΙΧ) και πνευμονογαστρικό νεύρο (Χ) και τους κλάδους του] που ελέγχουν τη λειτουργία της φώνησης και κατάποσης. Άλλως, η υπερπυρηνική εννεύρωση του γλωσσοφαρυγγικού και πνευμονογαστρικού νεύρου δεν έχει καμία συμμετοχή στην αιτιότητα ή συμβολή στην όποια διαταραχή της λειτουργίας που δυνητικά μπορούν να παρουσιάσουν τα δύο αυτά νεύρα από το περιφερικό τους τμήμα. Από τους συνυπάρχοντες (προϋπάρχοντες) παράγοντες, ενδεχομένως η πολυοζώδης βρογχοκήλη και αναλόγως του μεγέθους της και της σχετικής πιεστικής δράσης επί των περιφερικών νεύρων θα μπορούσε να επηρεάσει τη λειτουργία των σχετικών νεύρων για λόγους τοπικούς αλλά με καμία συμμετοχή, συνεκτικότητα ή συμβολή μαζί με τους ανύπαρκτους «εγκεφαλικούς αγγειακούς λόγους». Επίσης οι «εγκεφαλικοί αγγειακοί λόγοι» δεν μπορούν να έχουν καμία συναιτιότητα, συμμετοχή ή συμβολή στην όλη λαρυγγική λειτουργία ή στους εγγενείς κινδύνους της θυρεοειδεκτομής ή σε οποιαδήποτε επιπλοκή της επέμβασης ή σε σφάλμα ή παράλειψη που ήθελε παρείσφρήσει ή τυχόν επιπλοκές ή ανωμαλίες ή απρόοπτα ή δυσμενείς συνέπειες στον οργανισμό ή αντιδράσεις του οργανισμού κατά τη μετεγχειρητική πορεία.». Ερώτηση 2: […] Απάντηση 2: «Το κάτω λαρυγγικό (ή παλίνδρομο) νεύρο νευρώνει όλους τους αυτόχθονες λαρυγγικούς μύες, του σύστοιχου πλαγίου, πλην του κρικοθυροειδούς μυός (εννευρώνεται από το άνω λαρυγγικό νεύρο). Στις βασικές λειτουργίες του λάρυγγα που είναι η αναπνοή και φώνηση και δευτερευόντως η κατάποση το παλίνδρομο λαρυγγικό νεύρο, λειτουργικά, έχει ελάχιστη συμμετοχή. Ειδικά στην ετερόπλευρη βλάβη που θα επηρεαστούν οι αυτόχθονες λαρυγγικοί μύες της πάσχουσας πλευράς και με το γεγονός ότι οι κινήσεις του συνόλου του λάρυγγα γίνονται ενιαία με την εντολή των νεύρων και των δύο πλευρών (και των ετεροχθόνων λαρυγγικών μυών) ενώ οι κινήσεις των αυτόχθονων μυών αφορούν τις κινήσεις των επιμέρους λαρυγγικών χόνδρων προς αλλήλους και εφ’ όσον υπάρξει στεγανή σύγκλειση της επιγλωττιδας (που γίνεται από τον βελονοφαρυγγικό μυ – νεύρωση από το γλωσσοφαρυγγικό νεύρο), δεν μπορεί να υπάρξει αξιόλογη διαταραχή της κατάποσης. Επιπλέον, λόγω του ότι η κατάποση αποτελεί έναν ακούσιο αντανακλαστικό μηχανισμό που υπόκειται σε χρονική προσαρμογή, ο όποιος μικρός βαθμός διαταραχής μπορεί να υπάρξει, θα υφεθεί συν τω χρόνω μέχρι και εξαλείψεως. Συνεπώς, με την «πιθανή» βλάβη του αριστερού παλίνδρομου ή κάτω λαρυγγικού νεύρου και περί τα 6 χρόνια μετά, δεν θα υπάρχει διαταραχή στην κατάποση».
14. Επειδή, με την ίδια ως άνω 3294/2023 απόφαση, ένεκα των εκ διαμέτρου αντίθετων ισχυρισμών της ενάγουσας και του εναγομένου νοσοκομείου σχετικά με την ενημέρωση αυτής περί της θυρεοειδεκτομής, του τρόπου διενέργειάς της, των πιθανών επιπλοκών και της αντιμετώπισής τους, υποχρεώθηκε το εναγόμενο νοσοκομείο να προσκομίσει ενώπιον του Δικαστηρίου έγγραφα στοιχεία από τα οποία να προκύπτει η ενημέρωση της ενάγουσας για τα ανωτέρω ζητήματα και η συγκατάθεσή της. Σχετικώς, με το …/6.12.2023 έγγραφο της Προϊσταμένης Διεύθυνσης της Διοικητικής Υπηρεσίας του εναγομένου απεστάλη στο Δικαστήριο μέρος του ιατρικού φακέλου της ενάγουσας στον οποίο περιλαμβάνονται βιοχημικές-αιματολογικές εξετάσεις, το πρακτικό χειρουργείου, η παθολογοανατομική εξέταση και το ιατρικό εξιτήριο (τα οποία ήδη περιλαμβάνονταν στη δικογραφία), καθώς και ένα έγγραφο του Διευθυντή της … Χειρουργικής Κλινικής του Α.Π.Θ., καθηγητή Β… Π…, που αφορά τον ιατρικό φάκελο της ασθενούς, χωρίς τη δήλωση συγκατάθεσής της, καθώς ο φάκελος δεν κατέστη δυνατόν να ανευρεθεί στους χώρους της ως άνω (…΄ Χειρουργικής) Κλινικής. Με το εν λόγω …/5.12.2023 έγγραφο του προαναφερθέντος καθηγητή δηλώνεται ότι μετά από ενδελεχή έλεγχο σε όλους τους χώρους της Κλινικής δεν κατέστη δυνατόν να ανευρεθεί ο ιατρικός φάκελος της ενάγουσας. Περαιτέρω, αξιοποιώντας τη σχετική δυνατότητα που παρασχέθηκε με την ανωτέρω απόφαση σε αμφοτέρους τους διαδίκους, κατατέθηκε από το εναγόμενο νοσοκομείο το από 4.3.2024 υπόμνημα με το οποίο, μεταξύ άλλων, επαναλαμβάνει τα αναφερθέντα και στο από 8.11.2022 υπόμνημά του, αναφέρεται στις ήδη παρατεθείσες απαντήσεις και κρίσεις των πραγματογνωμόνων και τονίζει ότι άπαντες κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι χειρισμοί των οργάνων του (εναγομένου) προ, κατά τη διάρκεια και μετά την εγχείρηση της ενάγουσας ήταν lege artis και δεν διαπιστώθηκαν τα προβλήματα και οι παθολογικές καταστάσεις που η ενάγουσα αναφέρει ότι αντιμετωπίζει σήμερα. Βάσει αυτών, το εναγόμενο υποστηρίζει ότι δεν το βαρύνει καμία ευθύνη, αφού δεν μπορεί να καταφαθεί με βάση τα πορίσματα όλων των πραγματογνωμοσυνών αδικοπραξία, καθώς από τα όργανα του νοσοκομείου τηρήθηκαν όλοι οι αναγνωρισμένοι κανόνες και πρωτόκολλα της ιατρικής επιστήμης και δεοντολογίας. Τονίζει ότι ακόμη και αν υπήρξε πάρεση της φωνητικής χορδής (η οποία σήμερα δεν εντοπίστηκε από κανέναν πραγματογνώμονα), αυτή αποτελεί μια αναγνωρισμένη επιπλοκή της θυρεοειδεκτομής ακόμη και από τους πιο έμπειρους χειρουργούς.
15. Επειδή, με το από 6.3.2024 υπόμνημά της, η ενάγουσα, μεταξύ άλλων, διατείνεται ότι επίτηδες δεν βρέθηκε ολόκληρος ο ιατρικός της φάκελος από το εναγόμενο. Θεωρεί ότι με αυτό τον τρόπο αποδείχθηκε ότι η ίδια δεν ενημερώθηκε για τις συνέπειες που θα μπορούσε να έχει η επέμβαση στην οποία υποβλήθηκε. Διατείνεται επίσης ότι όλα τα έγγραφα που προσκομίσθηκαν από το εναγόμενο είναι ανυπόγραφα ή αντίγραφα και δεν πρέπει να αξιολογηθούν ως αποδεικτικά μέσα προς απόδειξη των ισχυρισμών του αντιδίκου. Ισχυρίζεται ότι, καθώς το απόσπασμα του βιβλίου χειρουργείων που προσκομίστηκε στο Δικαστήριο είναι χειρόγραφο και ανυπόγραφο, το περιεχόμενό του είναι αναληθές και έχει συνταχθεί για να προσκομισθεί στην παρούσα δίκη (είναι πλαστό), και ότι οι διαπιστώσεις και κρίσεις των πραγματογνωμόνων είναι αναληθείς, καθώς, κατά την άποψή της, δεν είναι δυνατόν να προκύψει μόνιμη αναπηρία κατόπιν ορθών χειρισμών, ενώ δεν εξετάστηκε αν τα νεύρα των φωνητικών της χορδών έχουν κοπεί και δεν γίνεται από τον νευρολόγο αναφορά στις καταγραφές του νευροδιεγέρτη.
16. Επειδή, κατ’ αρχάς, κατά την κρίση του Δικαστηρίου οι τρεις ένορκες μαρτυρικές καταθέσεις των ιατρών που επικαλείται το εναγόμενο νοσοκομείο δεν είναι άκυρες, παρά τα προβαλλόμενα από την ενάγουσα με την από 17.11.2022 προσθήκη αντίκρουση στις έγγραφες απόψεις του εναγομένου και του χειρουργού που διενήργησε την επίμαχη θυρεοειδεκτομή. Τούτο, διότι ως προς την ώρα λήψης των ως άνω ενόρκων μαρτυρικών καταθέσεων, η ρητώς αναγραφόμενη στην εξώδικη γνωστοποίηση και πρόσκληση ώρα, ήτοι «14:30» ή «14:45», είναι αδιαμφισβήτητη κατά την κοινή λογική και η έννοια «ώρα 14:30» ή «14:45» δεν επιδέχεται ερμηνεία, ανεξαρτήτως αν εκ παραδρομής σημειώθηκε δίπλα η ένδειξη «μ.μ.». Ως προς το γεγονός ότι στην ίδια εξώδικη γνωστοποίηση και πρόσκληση ανεγράφη ως ημερομηνία λήψης των δύο εκ των τριών ενόρκων καταθέσεων η 2α.11.2022 και ημέρα Δευτέρα, ενώ στην πραγματικότητα η ως άνω ημερομηνία ετύγχανε ημέρα Τετάρτη, τούτο πράγματι θα μπορούσε να δημιουργήσει στην ενάγουσα αμφιβολίες ως προς την αληθή ημερομηνία λήψης τους. Όμως, εν προκειμένω ήταν εμφανής η ύπαρξη παραδρομής, είναι δε κατά κοινή πείρα συνηθέστερη η παραδρομή στην αναφερόμενη ημέρα της εβδομάδας παρά στην αναφερόμενη ημερομηνία που πρόκειται να λάβει χώρα ένα γεγονός, ενώ επί του σώματος της προσκομιζόμενης εξώδικης γνωστοποίησης και πρόσκλησης έχει τεθεί σφραγίδα του δικηγόρου της ενάγουσας και του οργάνου που διενήργησε την επίδοση και αναφέρεται ότι επιδόθηκε νόμιμα, στο δε κείμενο της εν λόγω γνωστοποίησης αναφέρεται και ο αριθμός τηλεφώνου της συμβολαιογράφου ενώπιον της οποίας επρόκειτο να δοθούν οι ένορκες καταθέσεις. Συνεπώς, η ενάγουσα, εάν πράγματι ενδιαφερόταν να παρασταθεί κατά τη λήψη τους, θα μπορούσε, επιδεικνύοντας τη δέουσα επιμέλεια για υπόθεσή της, από την οποία προσδοκά την αποκόμιση οφέλους, να απευθυνθεί (διά του πληρεξουσίου δικηγόρου της) είτε στη δικηγόρο του εξωδίκως γνωστοποιούντος και καλούντος είτε στην ανωτέρω συμβολαιογράφο και να πληροφορηθεί την ακριβή ημερομηνία (και ώρα) λήψης των ενόρκων μαρτυρικών καταθέσεων. Περαιτέρω, με το από 6.3.2024 υπόμνημά της, η ενάγουσα αμφισβητεί την αλήθεια των αναγραφομένων στο βιβλίο χειρουργείων, τη γνησιότητα και την αποδεικτική αξία αυτού. Όμως, αφ’ ενός το συγκεκριμένο χειρόγραφο απόσπασμα του βιβλίου χειρουργείων υπήρχε και στον φάκελο που είχε προσκομισθεί στο Δικαστήριο από το εναγόμενο πριν την έκδοση της πιο πάνω προδικαστικής απόφασης και η ενάγουσα δεν αμφισβήτησε το περιεχόμενο, τη γνησιότητα και την αποδεικτική του αξία εξ αρχής (με το πρώτο υπόμνημά της ή με την προσθήκη-αντίκρουση), αφ’ ετέρου δε, σε κάθε περίπτωση, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 30 παρ. 6 περ. γ΄ του Κ.Δ.Δ., για την προσβολή εγγράφου ως πλαστού απαιτείται η παροχή ειδικής δικαστικής πληρεξουσιότητας προς τον πληρεξούσιο δικηγόρο. Όμως, με το από 8.11.2022 ιδιωτικό έγγραφο παροχής πληρεξουσιότητας με βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής της ενάγουσας, η ίδια δεν παρέσχε προς τον δικηγόρο της τέτοια ειδική πληρεξουσιότητα για προσβολή συγκεκριμένου εγγράφου ως πλαστού. Με το ίδιο ως άνω υπόμνημα η ενάγουσα αμφισβητεί, επίσης, τις ιατρικές κρίσεις και τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξαν οι τρεις διορισθέντες πραγματογνώμονες, ισχυριζόμενη ότι δεν έκριναν αντικειμενικά και δεν απάντησαν σε όλα τα τεθέντα ζητήματα. Ειδικότερα, διατείνεται ότι δεν εξετάστηκε αν τα νεύρα των φωνητικών της χορδών έχουν κοπεί και ότι ο νευρολόγος δεν κάνει αναφορά στις καταγραφές του νευροδιεγέρτη και κρίση επ’ αυτών. Ωστόσο, απαραδέκτως αμφισβητούνται οι κρίσεις και τα συμπεράσματα των πραγματογνωμόνων, καθόσον οι σχετικές ιατρικές εκτιμήσεις και η επιστημονική τεκμηρίωση αυτών είναι δυνατόν να γίνει μόνο με τον ορισμό τεχνικού συμβούλου, όμως η ενάγουσα δεν όρισε τεχνικό σύμβουλο (βλ. Δ.Εφ.Θεσσαλ.1220/2013 σκ.14). Σε κάθε δε περίπτωση, στην έκθεση πραγματογνωμοσύνης που συνέταξε ο διορισθείς ωτορινολαρυγγολόγος αναφέρεται ότι, όπως διαπιστώθηκε με ενδοσκόπηση με εύκαμπτο λαρυγγοσκόπιο, οι φωνητικές χορδές της ενάγουσας έχουν καλή κινητικότητα [τούτο δε, όπως συνάγεται από τα αναφερόμενα στις εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης σε συνδυασμό με τα αναφερόμενα στα λοιπά στοιχεία του φακέλου, περί της φυσιολογίας των κρίσιμων νεύρων και οργάνων, καταδεικνύει την ακεραιότητα και λειτουργία του κάτω λαρυγγικού-παλίνδρομου νεύρου], στη δε έκθεση πραγματογνωμοσύνης του διορισθέντος νευρολόγου ρητώς αναφέρεται ότι όλα τα κρίσιμα νεύρα και η λειτουργία τους είναι ακέραια (γλωσσοφαρυγγικό και πνευμονογαστρικό, κλάδο του οποίου αποτελεί το κάτω λαρυγγικό-παλίνδρομο νεύρο). Αβάσιμος είναι και ο ισχυρισμός περί μη αναφοράς στις καταγραφές του νευροδιεγέρτη εκ μέρους του νευρολόγου πραγματογνώμονος, και τούτο διότι η γενόμενη στις καταγραφές αυτές αναφορά είναι αναλυτική και συνοδεύεται από επεξηγήσεις. Κατόπιν τούτων, εκτιμώντας ελευθέρως όλα τα προσκομισθέντα αποδεικτικά στοιχεία, σύμφωνα με το άρθρο 148 Κ.Δ.Δ., μεταξύ των οποίων και οι συνταχθείσες και υποβληθείσες σε εκτέλεση της 3294/2023 προδικαστικής απόφασης εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης (οι οποίες, κατά τα γενόμενα δεκτά στην όγδοη σκέψη της παρούσας απόφασης, εκτιμώνται μεν ελευθέρως αλλά δεν μπορούν να αμφισβητηθούν αναιτιολογήτως ή αυθαιρέτως και επιλεκτικώς ή αβασάνιστα από το δικαστήριο, που στερείται των σχετικών γνώσεων, δεδομένου ότι τυγχάνουν αιτιολογημένες και βασισμένες σε – αναφερόμενα με σαφήνεια – ισχύοντα επιστημονικά και πραγματικά στοιχεία και δεδομένα) το Δικαστήριο λαμβάνει ειδικότερα υπ’ όψιν ότι: α) η ολική θυρεοειδεκτομή, στην οποία υπεβλήθη η ενάγουσα, παρίστατο εν προκειμένω όλως ενδεδειγμένη, ενόψει της κατάστασης της υγείας της, ενώ οτιδήποτε άλλο θα αποτελούσε κακή χειρουργική πρακτική για τον θεράποντα χειρουργό, β) η πάρεση (ή παράλυση) φωνητικής χορδής, που διαπιστώθηκε και στην ενάγουσα μετά την επίμαχη θυρεοειδεκτομή, αποτελεί συνέπεια απαντώμενη σε επεμβάσεις θυρεοειδεκτομής, η οποία προκύπτει (σε σημαντικά ποσοστά) ακόμη και σε περίπτωση ορθών χειρισμών των ιατρών, ήτοι χωρίς να ανάγεται σε ιατρικό σφάλμα. Τούτο δε αναφέρεται στη διεθνή ιατρική βιβλιογραφία, αλλά ακόμη και σε φοιτητικά εγχειρίδια ιατρικής, γ) με βάση τα προκύπτοντα από τις καταγραφές του νευροδιεγέρτη (του οποίου οι θετικές ενδείξεις δεν μπορεί να είναι μη αληθείς) και το πρακτικό του χειρουργείου, υπήρχε ομαλή λειτουργία των νεύρων της ενάγουσας στην αρχή και το τέλος του χειρουργείου και δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι προκλήθηκε διεγχειρητικά τρώση των κάτω λαρυγγικών (παλίνδρομων) νεύρων της, δ) κατά την εξέταση του ανώτερου αναπνευστικού της ενάγουσας με εύκαμπτο λαρυγγοσκόπιο, στις 10.11.2023, από τον ωτορινολαρυγγολόγο που διορίσθηκε πραγματογνώμων, διαπιστώθηκε ότι δεν υπάρχει έκπτωση ή δυσλειτουργία ή ολική ή μερική βλάβη των φωνητικών της χορδών, η κινητικότητα των οποίων κατά την προσπάθεια φώνησης είναι καλή, ε) ο λόγος, η άρθρωση και γενικά η φώνηση της ενάγουσας αναφέρεται από τους πραγματογνώμονες ως φυσιολογική, όπως και η αναπνοή της, στ) η ενάγουσα υπεβλήθη και σε δοκιμασίες κατάποσης τόσο από τον ωτορινολαρυγγολόγο, όσο και από τον νευρολόγο, οι οποίοι στις σχετικές εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης αναφέρουν ότι οι δοκιμασίες αυτές είχαν φυσιολογικά αποτελέσματα. Ειδικότερα, κατά την κατάποση μικρής ποσότητας νερού έγινε η φυσιολογική κατά την κατάποση προς τα άνω και έξω κίνηση του λάρυγγα, στην εμφανώς «προκλητά» μεγάλη και «βίαιη» προσπάθεια κατάποσης μεγάλης ποσότητας νερού, «ενεργοποιήθηκε» το φυσιολογικό αντανακλαστικό του εμέτου και έγινε η «βίαιη αποβολή» του νερού από το στόμα, ζ) οι διενεργηθείσες στις 12.9.2023 νευρολογικές εξετάσεις δεν απέδωσαν παθολογικά ευρήματα και, κατά τους πραγματογνώμονες, συνολικά η λειτουργία του γλωσσοφαρυγγικού, του πνευμονογαστρικού νεύρου και των κλάδων αυτού είναι ακέραια. Βάσει των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι το σύνολο των χειρισμών των εμπλεκομένων ιατρών σε όλα τα στάδια (προεγχειρητικά, διεγχειρητικά και μετεγχειρητικά) έλαβε χώρα σύμφωνα με τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης και εμπειρίας (de lege artis), η δε ενάγουσα, φέρουσα το σχετικό βάρος απόδειξης, δεν τεκμηριώνει τη στοιχειοθέτηση ιατρικού σφάλματος, όπως αυτή επιχειρεί να το αποδώσει στον χειρουργό ιατρό του εναγομένου. Περαιτέρω, κατά τα γενόμενα δεκτά στην έβδομη σκέψη της παρούσας απόφασης, η έλλειψη προσήκουσας ενημέρωσης και έγκυρης συναίνεσης του ασθενούς δύναται, κατ’ αρχάς, να έχει ως συνέπεια τη στοιχειοθέτηση αστικής ευθύνης του νοσοκομείου προς αποζημίωση και εύλογη χρηματική ικανοποίηση κατά τις διατάξεις των άρθρων 105 και 106 του Εισ.Ν.Α.Κ. και 932 του Α.Κ. (βλ. Δ.Εφ.Αθ.2560/2021), μόνο, όμως, εάν συντρέξουν και οι λοιπές σωρευτικές προϋποθέσεις, ιδίως αν προκύπτει επαρκώς ή δύναται να συναχθεί ευλόγως και με τη δέουσα ασφάλεια ότι ο ασθενής θα επέλεγε άλλον τρόπο αντιμετώπισης της ασθενείας του, αν είχε ενημερωθεί για συγκεκριμένα ισχύοντα δεδομένα και πιθανότητες έκβασης της μεθόδου θεραπείας που ακολουθήθηκε όσον αφορά τον ίδιο, λαμβανομένου υπ’ όψιν και κατά πόσο η περίπτωσή του μπορούσε να αντιμετωπισθεί διαφορετικά με την ίδια ή παρεμφερή ή τουλάχιστον ικανή προοπτική ή πιθανότητα ή δυνατότητα επιτυχίας. Εν προκειμένω, παρ’ ότι δεν προσκομίστηκε από το εναγόμενο κάποιο στοιχείο (π.χ. έντυπο υπογεγραμμένο από την ίδια) από το οποίο να αποδεικνύεται η πλήρης ενημέρωση της ενάγουσας πριν τη διενέργεια της επίμαχης θυρεοειδεκτομής (σχετικά με τον κίνδυνο εμφάνισης επιπλοκών) και η σχετική συναίνεσή της, δεν αποδεικνύεται παράνομη συμπεριφορά του οργάνου (ιατρού) του εναγομένου, κατά την επιλογή της θεραπευτικής μεθόδου και την εν γένει αντιμετώπιση του προβλήματος υγείας της ενάγουσας και τούτο διότι, κατά τα κριθέντα από τον αρμόδιο πραγματογνώμονα, με ειδικότητα χειρουργού, η μόνη ενδεδειγμένη αντιμετώπιση της πολυοζώδους βρογχοκήλης από την οποία έπασχε η ενάγουσα ήταν η ολική θυρεοειδεκτομή και δεν υπήρχε εναλλακτική θεραπευτική μέθοδος, διότι οτιδήποτε άλλο θα αποτελούσε κακή χειρουργική πρακτική. Κατόπιν όλων τούτων, το Δικαστήριο κρίνει πως δεν αποδείχθηκε από τα στοιχεία της δικογραφίας ότι οι ενέργειες των οργάνων του εναγομένου νοσοκομείου πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την επέμβαση ολικής θυρεοειδεκτομής της ενάγουσας δεν έγιναν lege artis. Αντιθέτως, από τα προεκτεθέντα και τις ως άνω επαρκώς αιτιολογημένες κατά την κρίση του Δικαστηρίου εκθέσεις ιατρικής πραγματογνωμοσύνης, προκύπτει ότι η διάγνωση των ιατρών του εναγομένου νοσοκομείου ήταν ορθή και η ιατρική αντιμετώπιση του περιστατικού ήταν η ενδεδειγμένη και σύμφωνη με τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης. Κατά συνέπεια εν προκειμένω δεν στοιχειοθετείται οποιαδήποτε παράνομη πράξη ή παράλειψη των οργάνων του εναγομένου νοσοκομείου κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Ως εκ τούτου, ελλείψει παρανομίας, δεν θεμελιώνεται ευθύνη του εναγομένου νοσοκομείου προς αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση της ενάγουσας, κατ’ άρθρα 105 – 106 Εισ.Ν.Α.Κ., 932 και 931 του Α.Κ., απορριπτομένων ως αβασίμων των αντιθέτων ισχυρισμών αυτής.
17. Επειδή, κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η κρινόμενη αγωγή πρέπει να απορριφθεί. Σύμφωνα δε με τα οριζόμενα στο άρθρο 165 παρ. 1 και 3 του Κ.Δ.Δ., η αμοιβή των πραγματογνωμόνων καθορίζεται από το Δικαστήριο που διέταξε την πραγματογνωμοσύνη με την οριστική απόφασή του, εφαρμοζομένων των διατάξεων του άρθρου 22 παρ.1 και 2 του ν.δ 3693/1957, ενώ, ως προς τον καταλογισμό, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 275 του Κ.Δ.Δ.. Κατά συνέπεια, ως προς το ύψος της αμοιβής των ανωτέρω πραγματογνωμόνων, οι οποίοι διορίστηκαν με την 3492/2023 απόφαση του Δικαστηρίου, και συνέταξαν, μετά από εκτίμηση των στοιχείων της δικογραφίας, τις προαναφερθείσες αιτιολογημένες εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης, το Δικαστήριο λαμβάνει υπ’ όψιν ότι οι πραγματογνώμονες δεν κατέθεσαν αναλυτικό πίνακα προς προσδιορισμό των τυχόν δαπανών και της αμοιβής τους, ότι οι διάδικοι δεν υπέβαλαν σχετικές παρατηρήσεις, καθώς και ότι δεν υπάρχουν ειδικές διατάξεις που να ρυθμίζουν την αμοιβή των πραγματογνωμόνων ιατρών, περαιτέρω δε (το Δικαστήριο) συνεκτιμά το είδος των διεξαχθεισών πραγματογνωμοσυνών, τον χρόνο απασχόλησης των πραγματογνωμόνων, δεδομένου ότι εξέτασαν και οι τρεις την ενάγουσα, όπως ζητήθηκε με την ως άνω προδικαστική απόφαση, τις ειδικές γνώσεις που απαιτήθηκαν για την ολοκλήρωσή της πραγματογνωμοσύνης τους, καθώς και τη συνέπεια και επιμέλεια που αυτοί επέδειξαν κατά την άσκηση του έργου τους, αλλά και το γεγονός ότι ο τρίτος εξ αυτών, Γ… Σ…, νευρολόγος, ζήτησε και έλαβε από την ενάγουσα το ποσό των πενήντα (50,00) ευρώ ως αμοιβή για την εξέταση στην οποία την υπέβαλε, όπως τούτο αποδεικνύεται από την απόδειξη παροχής υπηρεσιών με αριθμό …/12.9.2023, την οποία ο ίδιος προσκομίζει ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου μαζί με την έκθεση πραγματογνωμοσύνης που συνέταξε. Βάσει τούτων, το Δικαστήριο καθορίζει, κατά την κρίση του, την αμοιβή των δύο πρώτων πραγματογνωμόνων, ήτοι των Θ… Π…, γενικού χειρουργού, και Σ… Γ…, ωτορινολαρυγγολόγου, στο ποσό των τετρακοσίων (400,00) ευρώ σε έκαστο εξ αυτών, ενώ (καθορίζει) την αμοιβή του τρίτου πραγματογνώμονος, ήτοι του Γ… Σ…, νευρολόγου, στο ποσό των τριακοσίων πενήντα (350,00) ευρώ, κατ’ αφαίρεση από το ποσό των 400,00 ευρώ του ποσού των 50,00 ευρώ που ο ίδιος έλαβε ήδη από την ενάγουσα ως αμοιβή. Τα εν λόγω ποσά (400,00 + 400,00 + 350,00 ευρώ) πρέπει να καταλογισθούν σε βάρος της ενάγουσας (σύμφωνα με τα άρθρα 165 παρ. 1 και 275 παρ. 1 εδ. α΄ και β΄ του Κ.Δ.Δ.). Επίσης, πρέπει να καταλογισθούν σε βάρος της ενάγουσας ως ηττηθείσας διαδίκου: α) τα δικαστικά έξοδα στα οποία υποβλήθηκε το εναγόμενο νοσοκομείο, ποσού χιλίων πέντε (1.005,00) ευρώ [ήτοι πεντακοσίων ενενήντα οκτώ (598,00) ευρώ για την παράσταση και το υπόμνημα κατά την πρώτη συζήτηση της υπόθεσης και 407 ευρώ για την παράσταση και το υπόμνημα κατά την παρούσα συζήτηση της υπόθεσης], κατά το άρθρο 275 παρ. 1 εδ. α΄ του Κ.Δ.Δ. σε συνδυασμό με το παράρτημα I του ν. 4194/2013 (Α΄ 208) και β) τα δικαστικά έξοδα στα οποία υποβλήθηκε ο απαραδέκτως εναχθείς ιατρός, Ι… Κ…, ποσού τετρακοσίων εβδομήντα ενός (471,00) ευρώ, κατά τις ίδιες ως άνω διατάξεις.
18. Επειδή, τέλος, στο άρθρο 43 του Κ.Δ.Δ. ορίζεται ότι: «1. Τα δικόγραφα και τα υπομνήματα πρέπει να είναι διατυπωμένα ευπρεπώς. 2. Το δικαστήριο, ύστερα από αίτηση διαδίκου ή και αυτεπαγγέλτως, μπορεί, με την απόφασή του, να διατάξει τη διαγραφή ανάρμοστων φράσεων από δικόγραφο ή υπόμνημα». Εν προκειμένω, α) στο δικόγραφο της κρινόμενης αγωγής, στους στίχους 24-25 της σελίδας 3 αυτού, αναγράφεται η φράση: «εκτός από την απαξία της σωματικής μου ακεραιότητας οι εναγόμενοι απαξίωσαν και την πνευματική μου ικανότητα», β) στο από 8.11.2022 υπόμνημα της ενάγουσας, στην τρίτη σελίδα αυτού και στο στοιχείο υπ’ αριθμόν 14), αναγράφεται η φράση: «ΠΟΙΟΣ ΚΟΡΟΪΔΕΥΕΙ ΠΟΙΟΝ; ΜΑΛΛΟΝ ΜΑΣ ΠΕΡΝΑΝΕ ΓΙΑ ΗΛΙΘΙΟΥΣ», γ) στο από 17.11.2022 δικόγραφο της ενάγουσας, που τιτλοφορείται «προσθήκη-αντίκρουση», περιλαμβάνονται οι εξής φράσεις: στη σελίδα 3 στους στίχους 7-11: «Είναι αναξιοπρεπές για έναν ιατρό, αλλά και ανάξιο σχολιασμού, να ισχυρίζεται ότι ενημέρωσε μια ασθενή του με μορφωτικό επίπεδο δημοτικού ότι […]», στη σελίδα 4 στους στίχους 15-16: «(το εναγόμενο) έχει εγκαταλείψει τους ασθενείς του σε ένα ελαττωματικό μηχάνημα!!!!» και στη σελίδα 5 στους στίχους 10-14: «Μάλιστα ήταν τόση η αδιαφορία του εναγομένου ώστε […] μου έδωσαν εξιτήριο σαν να ήθελαν να φύγω το γρηγορότερο από το νοσοκομείο!!! Ευτυχώς δεν ήταν εντελώς παράλυτη και η δεξιά χορδή, αλλιώς θα κινδύνευε η ίδια μου η ζωή», στους στίχους 16-17: «Πώς είναι δυνατόν να αποκατασταθεί ένα παράλυτο νεύρο; Αυτό μόνο με ένα θεϊκό θαύμα μπορεί να γίνει» και στους στίχους 24-26: «(διενέργεια πραγματογνωμοσύνης πλην όμως όχι από συναδέλφους του υπεύθυνου που δραστηριοποιούνται στη Θεσσαλονίκη) γιατί είναι αδύνατον να αναφέρουν κάτι επιβαρυντικό για τον συνάδελφο και πιθανόν φίλο τους.» και δ) στο από 6.3.2024 υπόμνημα της ενάγουσας περιλαμβάνονται οι εξής φράσεις: στη σελίδα 1, στο «κεφάλαιο» υπ’ αριθμόν 1 και στους στίχους 2-6: «Δεν ήταν δυνατόν να «βρεθεί» ένας φάκελος που εκ των πραγμάτων δεν περιείχε τίποτα επιβοηθητικό για τους αντιδίκους. Αν υπήρχε κάτι που θα βοηθούσε τους αναληθείς ισχυρισμούς τους είναι βέβαιο ότι θα βρισκόταν ο φάκελος», στη σελίδα 2, στο ίδιο «κεφάλαιο» στους στίχους 6-7: «Το γελοιότερο όμως όλων είναι το «βιβλίο χειρουργείων» που «φτιάχτηκε» για τις ανάγκες του δικαστηρίου!!!!!» και στους στίχους 9-11: «Τέτοια βιβλία χειρουργείων μπορώ να σας φτιάξω και εγώ για κάθε είδος χειρουργικής επέμβασης», στη σελίδα 2, στο «κεφάλαιο» υπ’ αριθμόν 2 και στους στίχους 16-18 «Πόσες ήταν οι πιθανότητες να μην τα βρουν (οι πραγματογνώμονες) όλα καλά;;;; Πώς θα αμφισβητήσουν την αυθεντία του Κ…;», στην ίδια σελίδα και «κεφάλαιο» στους στίχους 19-21: «Μικρά «Τέμπη» υπάρχουν σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής και ανεύθυνοι Σταθμάρχες-Ιατροί παίζουν με τις ζωές των άλλων κουρελιάζοντας τον όρκο του δύσμοιρου Ιπποκράτη» και στους στίχους 31-32: «Η παράλυτη αριστερή φωνητική μου χορδή «ξανακινήθηκε»!!! Αυτά μόνο στα παραμύθια, τα θρησκευτικά κείμενα και τις πραγματογνωμοσύνες γίνονται», στη σελίδα 3, στο ίδιο «κεφάλαιο» και στους στίχους 2-4: «Δυστυχώς δεν έχω την οικονομική δυνατότητα […] να υποβάλω σε βάρος του (πραγματογνώμονος) μήνυση» και στην ίδια σελίδα, στο «κεφάλαιο» υπ’ αριθμόν 4, στον στίχο 29: «(ο πραγματογνώμων) απαντάει σαν την Πυθία», στη σελίδα 4, στο ίδιο κεφάλαιο, στους στίχους 6-7: «Η εγχείρηση πέτυχε ο ασθενής απεβίωσε. Καληνύχτα σας.», στους στίχους 10-11: «Φανταστείτε τι άκουσε (ο ιατρός) μετά τη γνωμάτευσή του αυτή από τους υπαίτιους της κατάστασής μου» και στους στίχους 24-25: «Όλοι οι ανωτέρω «άσχετοι» ιατροί τίμησαν τον ιατρικό όρκο που έδωσαν» και στη σελίδα 5 στους στίχους 2-3: «Ποια είμαι εγώ η χωριάτισσα που θα τολμήσω να τα βάλω με το ιατρικό κατεστημένο». Το Δικαστήριο, επιλαμβανόμενο αυτεπαγγέλτως του σχετικού ζητήματος, κρίνει ότι άπασες οι προεκτεθείσες φράσεις δεν είναι αναγκαίες για την ανάπτυξη των νομικών επιχειρημάτων, ούτε για την παράθεση του κρίσιμου στο πλαίσιο της ένδικης διαφοράς πραγματικού. Προσέτι, οι φράσεις αυτές απάδουν της τήρησης του μέτρου και της ευπρέπειας, τόσο στο περιεχόμενο όσο και στο ύφος, η οποία πρέπει να διέπει τη γραπτή ή προφορική απεύθυνση προς τα δικαιοδοτικά όργανα και την αντιμετώπιση των αντιδίκων, για τον λόγο δε αυτόν πρέπει να διαταχθεί η διαγραφή τους ως ανάρμοστων.
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Απορρίπτει την αγωγή.
Καταλογίζει σε βάρος της ενάγουσας την αμοιβή των πραγματογνωμόνων ιατρών, ήτοι: α) του Θ… Π…, γενικού χειρούργου, ανερχόμενη στο ποσό των τετρακοσίων (400,00) ευρώ, β) του Σ… Γ…, ωτορινολαρυγγολόγου, ανερχόμενη στο ποσό των τετρακοσίων (400,00) ευρώ, και γ) του Γ… Σ…, νευρολόγου, ανερχόμενη στο ποσό των τριακοσίων πενήντα (350,00) ευρώ.
Καταλογίζει σε βάρος της ενάγουσας τα δικαστικά έξοδα του εναγομένου νοσοκομείου, τα οποία ανέρχονται στο ποσό των χιλίων πέντε (1.005,00) ευρώ, και του ιατρού Ι… Κ…, τα οποία ανέρχονται στο ποσό των τετρακοσίων εβδομήντα ενός (471,00) ευρώ.
Διατάσσει τη διαγραφή από το δικόγραφο της αγωγής, από τα υποβληθέντα εκ μέρους της ενάγουσας υπομνήματα και προσθήκη-αντίκρουση των φράσεων που αναφέρονται στο σκεπτικό.
Η διάσκεψη του Δικαστηρίου έγινε στη Θεσσαλονίκη στις 17.7.2024 και η απόφαση δημοσιεύθηκε στον ίδιο τόπο, στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση, στις 19.8.2024.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ
Αικατερίνη Μωυσιάδου Αντωνία Δαγγίλα
Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Σοφία Χατζηπασχάλη