Βασίλειος Παπαβασιλείου
Οικονομολόγος, Μ.Β.Α.
Εισαγωγικά στοιχεία
Η Ευρωπαϊκή Οδηγία για το Whistleblowing (ΕΕ) 2019/1937 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2019, σχετικά με την προστασία των προσώπων που αναφέρουν παραβιάσεις του δικαίου της Ένωσης (L 305) ενσωματώθηκε στην ελληνική νομοθεσία και τέθηκε σε ισχύ με τον Ν.4990/2022, ο οποίος αποσκοπεί στη διασφάλιση ενός ολοκληρωμένου πλαισίου προστασίας των προσώπων που αναφέρουν παραβιάσεις του ενωσιακού δικαίου. Αντικείμενο του νόμου Ν. 4990/2022 είναι η ίδρυση ενός συστήματος εσωτερικής και εξωτερικής αναφοράς παραβιάσεων, η προστασία των προσώπων που αναφέρουν τις εν λόγω παραβιάσεις, η οργάνωση της διαδικασίας υποβολής, παραλαβής και παρακολούθησης των αναφορών και οι κυρώσεις που επιβάλλονται. Το καθ` ύλην πεδίο εφαρμογής του νόμου είναι η προστασία προσώπων που αναφέρουν ή αποκαλύπτουν:
Α) Παραβιάσεις ενωσιακού δικαίου στους τομείς:
αα) των δημόσιων συμβάσεων,
αβ) των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, προϊόντων και αγορών, καθώς και της πρόληψης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας,
αγ) της ασφάλειας και της συμμόρφωσης των προϊόντων,
αδ) της ασφάλειας των μεταφορών,
αε) της προστασίας του περιβάλλοντος,
αστ) της προστασίας από την ακτινοβολία και της πυρηνικής ασφάλειας,
αζ) της ασφάλειας των τροφίμων και των ζωοτροφών, καθώς και της υγείας και της καλής μεταχείρισης των ζώων,
αη) της δημόσιας υγείας,
αθ) της προστασίας των καταναλωτών και
αι) της προστασίας της ιδιωτικής ζωής και των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και της ασφάλειας των συστημάτων δικτύου και πληροφοριών.
Β) Παραβιάσεις που θίγουν τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης, του άρθρου 325 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Σ.Λ.Ε.Ε.) και τα ειδικότερα οριζόμενα στα σχετικά ενωσιακά μέτρα.
Γ) Παραβιάσεις που σχετίζονται με την εσωτερική αγορά, όπως αναφέρεται στην παρ. 2 του άρθρου 26 της Σ.Λ.Ε.Ε., συμπεριλαμβανομένων των παραβιάσεων των κανόνων της Ένωσης, περί ανταγωνισμού και κρατικών ενισχύσεων, καθώς και παραβιάσεων που αφορούν στην εσωτερική αγορά σχετικά με πράξεις που παραβαίνουν τους κανόνες για τη φορολογία των εταιρειών ή διακανονισμούς, σκοπός των οποίων είναι η διασφάλιση φορολογικού πλεονεκτήματος που ματαιώνει το αντικείμενο ή τον σκοπό της εφαρμοστέας νομοθεσίας περί φορολογίας εταιρειών.
Δ) Παραβιάσεις εσωτερικού δικαίου σχετικά με αδικήματα δωροδοκίας και εμπορίας επιρροής όπως τυποποιούνται στα άρθρα 159, 159Α, 235, 236, 237, 237Α και 396 του Ποινικού Κώδικα [ Ν. 4619/2019 (ΦΕΚ Α΄ 95)] και στο άρθρο 134 του Ν. 5090/2024 (ΦΕΚ Α΄ 30), όπως προστέθηκε με το άρθρο 20 του Ν. 5095/2024 (ΦΕΚ Α΄ 40/15-03-2024).
Ο όρος whistleblowing προέρχεται από τα αγγλικά ρήματα «whistle» που σημαίνει «σφυρίζω» και «blow» σημαίνει «φυσάω». «Blowing the whistle» σημαίνει κυριολεκτικά φυσάω τη σφυρίχτρα. Όπως ο τροχονόμος φυσάει τη σφυρίχτρα για να επισημάνει κάτι παράνομο, έτσι και ο εργαζόμενος «φυσάει», μεταφορικά, τη σφυρίχτρα, προκειμένου να αποκαλύψει μία παρανομία. Ως εκ τούτου, η έννοια του «whistleblow» μεταφορικά σημαίνει καταδίδω, καταγγέλλω, αποκαλύπτω τη διαφθορά. «Whistleblower» είναι ο καταγγέλλων δυσλειτουργίες και εν γένει τη διαφθορά, ο πληροφοριοδότης, ο μάρτυρας δημοσίου συμφέροντος, ο καταδότης.
Yπ΄ αυτή την έννοια, η καταγγελία δυσλειτουργιών (whistleblowing) είναι η αποκάλυψη ενός προσώπου, το οποίο, πιστεύοντας ότι το δημόσιο συμφέρον υπερισχύει του συμφέροντος του οργανισμού δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα όπου εργάζεται, παρέχει την πληροφορία ότι ο εν λόγω οργανισμός εμπλέκεται σε υποθέσεις διαφθοράς, παρανομίας, απάτης ή επιβλαβούς συμπεριφοράς.
H έννοια του whistleblowing σχετίζεται με την αποκάλυψη και αναφορά μιας παράνομης πράξης, που δεν αφορά μόνο στη διαφθορά, αλλά περιλαμβάνει και άλλες αξιόποινες πράξεις σχετικές με ποινικά αδικήματα, κινδύνους για τη δημόσια υγεία, την ασφάλεια ή το περιβάλλον, κατάχρηση, κακοδιοίκηση, διασπάθιση δημοσίων πόρων, παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων κ.α..
Έτσι, οι whistleblowers λαμβάνουν τον ρόλο των αναφερόντων παραβάσεων ενωσιακού δικαίου, τόσο στον δημόσιο, όσο και στον ιδιωτικό τομέα και διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην πάταξη της διαφθοράς, καθώς η αποκάλυψη αποτελεί προϋπόθεση για την έναρξη ερευνών που οδηγούν εν τέλει σε διώξεις.
Κυριότερα σημεία της νομοθεσίας
Βασικός στόχος του Ν. 4990/2022 είναι η διασφάλιση ενός ολοκληρωμένου πλαισίου προστασίας των προσώπων που αναφέρουν παραβιάσεις του ενωσιακού δικαίου.
Πλέον, οι μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος απολαμβάνουν σημαντικών εγγυήσεων, κατά τρόπο ώστε αφενός μεν να μην υφίστανται κίνδυνο δίωξης ή επιβολής αντιποίνων, αφετέρου δε τα στοιχεία τους να καθίστανται εμπιστευτικά και προστατευόμενα. Η ενίσχυση της προστασίας των πληροφοριοδοτών δημοσίου συμφέροντος συμβάλλει στην πρόληψη και την αποτροπή παραβιάσεων του ενωσιακού δικαίου και μέσω αυτών στην προάσπιση του δημοσίου συμφέροντος.
Ο νόμος αφορά τόσο στους εργαζόμενους του δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα (μισθωτούς, μη μισθωτούς, αυτοαπασχολούμενους, μετόχους και πρόσωπα που ανήκουν στο διοικητικό, διαχειριστικό ή εποπτικό όργανο μιας επιχείρησης, περιλαμβανομένων μη εκτελεστικών μελών, καθώς και εθελοντών και αμειβόμενων ή μη αμειβόμενων ασκουμένων), όσο και τους φορείς του δημόσιου (με την επιφύλαξη του άρθρου 8 του νόμου) και του ιδιωτικού τομέα, καθώς και την Εθνική Αρχή Διαφάνειας (Ε.Α.Δ.).
Αντικείμενο του νόμου είναι η καθιέρωση αφενός ενός συστήματος διαύλων αναφοράς (εσωτερικού και εξωτερικού) και αφετέρου ενός αποτελεσματικού πλέγματος προστασίας των προσώπων που αναφέρουν παραβιάσεις του ενωσιακού δικαίου, ώστε τα πρόσωπα αυτά να ενθαρρύνονται να προβαίνουν σε κρίσιμες αποκαλύψεις δημοσίου συμφέροντος. Στο πλαίσιο αυτό, ρυθμίζεται η οργάνωση της διαδικασίας υποβολής, παραλαβής και παρακολούθησης των αναφορών και οι κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παραβίασης του νόμου (άρθρο 2 του Ν. 4990/2022).
Οι επιχειρήσεις οφείλουν να:
α) αναπτύξουν ένα σύστημα (δίαυλο) εσωτερικής υποβολής, παραλαβής και παρακολούθησης αναφορών τέτοιου είδους παραβιάσεων και
β) ορίσουν έναν Υπεύθυνο Παραλαβής και Παρακολούθησης Αναφορών (Υ.Π.Π.Α.). Οι επιχειρήσεις με περισσότερους από 250 εργαζομένους όφειλαν να συμμορφωθούν έως τις 11/05/2023 και εκείνες με 50-249 εργαζομένους έως τις 17/12/2023. Σε περιπτώσεις απόκλισης προβλέπονταν κυρώσεις που μπορεί να ανέλθουν έως και τις 500.000 ευρώ.
Επιγραμματικά αναφέρουμε κατωτέρω ορισμένα σημαντικά σημεία της νομοθεσίας που οφείλουν να ληφθούν υπόψη από τις υποκείμενες στο νόμο Εταιρείες για τη συμμόρφωσή τους. Ειδικότερα:
- Κάθε ιδιωτική εταιρεία με προσωπικό άνω των 50 εργαζομένων είχε την υποχρέωση μέχρι τις 17/12/2023 ορισμού Υπευθύνου Παραλαβής και Παρακολούθησης Αναφορών (Υ.Π.Π.Α.) (παρ. 1 του άρθρου 9) και γνωστοποίησής του προς την Επιθεώρηση Εργασίας εντός 2 μηνών (παρ. 1 του άρθρου 25) από την πραγμάτωση της ως άνω συμμόρφωσης. Η θητεία του Υ.Π.Π.Α. διαρκεί ένα (1) τουλάχιστον ημερολογιακό έτος (παρ. 6 του άρθρου 9).
- Εάν η Εταιρεία απασχολεί λιγότερους από 50 εργαζομένους, τότε έχει τη δυνατότητα να ορίζει Υ.Π.Π.Α. (παρ.3 του άρθρου 9).
- Επιχειρήσεις που ασχολούνται με χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, προϊόντα και αγορές ή με δραστηριότητες που μπορούν να προκαλέσουν κίνδυνο στο περιβάλλον και στη δημόσια υγεία ή λειτουργούν βάσει απόφασης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων υποχρεούνται να ορίσουν Υ.Π.Π.Α., ανεξάρτητα από τον αριθμό εργαζομένων (παρ.4 του άρθρου 9).
- Ο Υ.Π.Π.Α. μπορεί να είναι είτε εργαζόμενος του φορέα ιδιωτικού τομέα είτε τρίτο πρόσωπο και αναφέρεται απευθείας στο ανώτατο διοικητικό όργανο της Εταιρείας (παρ.7 του άρθρου 9).
- Υποχρέωση εμπιστευτικότητας, ώστε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και κάθε είδους πληροφορίες που οδηγούν, άμεσα ή έμμεσα, στην ταυτοποίηση του αναφέροντος, να μην αποκαλύπτονται σε οποιονδήποτε άλλον πέρα από τα εξουσιοδοτημένα μέλη του προσωπικού που είναι αρμόδια να λαμβάνουν ή να παρακολουθούν τις αναφορές, εκτός αν συγκατατεθεί σχετικά ο αναφέρων και προς τον σκοπό αυτόν υποχρέωση λήψης κατάλληλων τεχνικών και οργανωτικών μέτρων, όπως τεχνικές ψευδωνυμοποίησης, κατά την παρακολούθηση της αναφοράς και την επικοινωνία με τις αρμόδιες αρχές (παρ. 1 του άρθρου 14).
- Υποχρεωτική τήρηση αρχείων αναφορών για εύλογο χρονικό διάστημα, επιτρεπόμενη καταγραφή συνομιλιών (παρ. 1, 2, 3, 4 του άρθρου 16).
- Κάμψη ορισμένων υποχρεώσεων από τον GDPR, ιδίως ως προς την ικανοποίηση αιτημάτων των υποκειμένων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (άρθρο 15).
- Θέσπιση εσωτερικού διαύλου αναφοράς – ορισμός Υ.Π.Π.Α. για τις ιδιωτικές επιχειρήσεις που απασχολούν από 50 έως 249 εργαζομένους έως την 17η Δεκεμβρίου 2023 (παρ.1 του άρθρου 25).
- Θέσπιση εσωτερικού διαύλου αναφοράς – ορισμός Υ.Π.Π.Α. για τις ιδιωτικές επιχειρήσεις που απασχολούν πάνω από 249 εργαζομένους εντός 6 μηνών από την έναρξη ισχύος του Ν. 4990/2022 (παρ.2 του άρθρου 25).
Πεδίο εφαρμογής
Το άρθρο 4 του Ν. 4990/2022 οριοθετεί το καθ΄ ύλην πεδίο εφαρμογής σε παραβιάσεις ορισμένων κρίσιμων τομέων του ενωσιακού δικαίου, όπως στην ενωσιακή νομοθεσία των δημόσιων συμβάσεων, των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, της ασφάλειας των προϊόντων και των τροφίμων, της προστασίας του περιβάλλοντος, της δημόσιας υγείας, της προστασίας των καταναλωτών, της προστασίας των προσωπικών δεδομένων και της ασφάλειας πληροφοριών καθώς και του ανταγωνισμού. Συνεπώς, ο νόμος δεν εφαρμόζεται επί παραβιάσεων της ελληνικής νομοθεσίας, που δεν ενσωματώνουν ενωσιακό δίκαιο.
Επιπλέον και κατ΄ εφαρμογή των διατάξεων της Οδηγίας, ο νόμος, στο άρθρο 5, εξαιρεί ρητώς από το πεδίο εφαρμογής του αναφορές παραβιάσεων που άπτονται ζητημάτων άμυνας ή ασφάλειας, την προστασία των διαβαθμισμένων πληροφοριών, την προστασία του δικηγορικού και του ιατρικού απορρήτου, το απόρρητο των δικαστικών διασκέψεων ή άλλων διαδικασιών που από την κείμενη νομοθεσία ορίζονται ως απόρρητες, τους κανόνες ποινικής δικονομίας, την άσκηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων, που αφορούν στην παροχή συμβουλών από τους εκπροσώπους τους ή τις συνδικαλιστικές ενώσεις τους κ.λπ..
Ιδιαίτερης σημασίας είναι η διεύρυνση στο άρθρο 6 του Ν. 4990/2022 του προσωπικού πεδίου εφαρμογής του νόμου στους εργαζόμενους του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα, τους υποψήφιους, νυν και πρώην, τους απασχολούμενους με συμβάσεις παροχής ανεξάρτητων υπηρεσιών, μετόχους και πρόσωπα της διοικήσεως, ακόμη και εθελοντές.
Ο Ν. 4990/2022 δεν αποτελεί έναν γενικό νόμο για την καταγγελία της διαφθοράς, ενσωματώνει την Οδηγία 2019/1937/Ε.Ε. και ως εκ τούτου περιορίζεται μόνο στις επιταγές του ενωσιακού νομοθέτη. Συνεπώς, δεν αναφέρεται εν γένει σε παραβιάσεις της εσωτερικής νομοθεσίας, αλλά του ενωσιακού δικαίου. Αποτελεί, εντούτοις, ένα χρήσιμο προπαρασκευαστικό εργαλείο για την αντίστοιχη νομοθέτηση περιπτώσεων αναφοράς παραβιάσεων της εσωτερικής νομοθεσίας.
Επίπεδα αναφοράς
Ο νόμος καθιερώνει δύο επίπεδα αναφοράς, το εσωτερικό και το εξωτερικό.
Α. Εσωτερική αναφορά. Στο εσωτερικό επίπεδο αναφέρονται παραβάσεις στα αρμόδια στελέχη του οργανισμού, στον οποίο εργάζονται οι αναφέροντες, τα οποία μπορούν να συμβάλλουν καλύτερα στην έγκαιρη και αποτελεσματική αντιμετώπιση των κινδύνων για το δημόσιο συμφέρον από τις εν λόγω παραβιάσεις. Σε αυτό το πλαίσιο της εσωτερικής αναφοράς ο νόμος επιβάλλει σε φορείς του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα που απασχολούν άνω των πενήντα υπαλλήλων την υποχρέωση να συστήσουν διαδικασίες εσωτερικής αναφοράς σχετικά με παραβιάσεις του ενωσιακού δικαίου, καθώς και να ορίσουν Υπεύθυνο Παραλαβής και Παρακολούθησης των σχετικών Αναφορών (Υ.Π.Π.Α.).
Η διαδικασία υποβολής, παραλαβής και παρακολουθήσεως των εσωτερικών αναφορών έχει ορισθεί, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 10 του Ν. 4990/2022 ως εξής:
Η εσωτερική αναφορά υποβάλλεται προφορικώς ή γραπτώς, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας ηλεκτρονικής πλατφόρμας, η οποία ενδείκνυται για χρήση και είναι προσβάσιμη και σε άτομα με αναπηρία και λειτουργεί στον διαδικτυακό τόπο του δημόσιου ή ιδιωτικού φορέα.
Η προφορική αναφορά είναι δυνατό να υποβληθεί μέσω τηλεφώνου ή άλλων συστημάτων φωνητικών μηνυμάτων, καθώς και μέσω προσωπικής συναντήσεως με τον Υ.Π.Π.Α., εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, κατόπιν αιτήσεως του αναφέροντος προσώπου.
Οι Υ.Π.Π.Α. παραλαμβάνουν τις αναφορές σχετικά με παραβιάσεις και βεβαιώνουν την παραλαβή της αναφοράς στον αναφέροντα εντός προθεσμίας επτά εργάσιμων ημερών από την ημέρα παραλαβής. Εφόσον η αναφορά είναι ακατάληπτη, υποβάλλεται καταχρηστικά, δεν αφορά παραβίαση του ενωσιακού δικαίου ή δεν συντρέχουν σοβαρές ενδείξεις για τέτοια παραβίαση, οι Υ.Π.Π.Α. δύνανται να περατώνουν τη διαδικασία, θέτοντας τη σχετική αναφορά στο αρχείο. Η σχετική απόφαση αρχειοθέτησης κοινοποιείται στον αναφέροντα, ο οποίος έχει το δικαίωμα επανυποβολής στην Εθνική Αρχή Διαφάνειας (Ε.Α.Δ.) με τη διαδικασία του εξωτερικού διαύλου αναφοράς.
Οι Υ.Π.Π.Α. παρακολουθούν τις αναφορές και βρίσκονται σε επικοινωνία με τον αναφέροντα και, εφόσον απαιτείται, ζητούν περαιτέρω πληροφορίες από αυτόν. Επιπλέον, προβαίνουν στις απαραίτητες ενέργειες, προκειμένου να επιληφθούν της αναφοράς τα αρμόδια όργανα του φορέα ή οι αρμόδιοι κατά περίπτωση φορείς και ενημερώνουν σχετικά τον αναφέροντα για τις ενέργειες που αναλήφθηκαν.
Η διαδικασία ενός υπόχρεου ιδιωτικού φορέα για την παρακολούθηση των εσωτερικών αναφορών του Ν. 4990/2022 δύναται να ενσωματώνει και την πολιτική για τη διαχείριση εσωτερικών καταγγελιών για περιστατικά βίας και παρενόχλησης του άρθρου 10 του Ν.4808/2021 . Στην περίπτωση αυτή, η διαδικασία υποδοχής και εξέτασης τέτοιων καταγγελιών θα εντάσσεται στη γενικότερη διαδικασία των εσωτερικών αναφορών, ενώ θα προβλέπεται η υποβολή τους μέσω του εσωτερικού διαύλου αναφορών του Ν. 4990/2022. Εντούτοις, η ένταξη της πολιτικής για τη διαχείριση εσωτερικών καταγγελιών για περιστατικά βίας και παρενόχλησης στη διαδικασία για την παρακολούθηση των εσωτερικών αναφορών θα πρέπει να λαμβάνει χώρα με την τήρηση των προϋποθέσεων του άρθρου 9 του Ν. 4808/2021 .
Οι Υ.Π.Π.Α. έχουν τις εξής επιπλέον αρμοδιότητες, βάσει της παρ. 2 του άρθρου 10 του Ν. 4990/2022 : Αρχικά, παρέχουν τις κατάλληλες πληροφορίες σχετικά με τη δυνατότητα υποβολής αναφοράς εντός του φορέα και κοινοποιούν τις σχετικές πληροφορίες σε εμφανές σημείο του φορέα. Επιπλέον, παρέχουν σαφείς και εύκολα προσβάσιμες πληροφορίες για τις διαδικασίες υπό τις οποίες οι αναφορές μπορούν να υποβληθούν στην Ε.Α.Δ. και κατά περίπτωση σε δημόσιους φορείς ή θεσμικά και λοιπά όργανα ή οργανισμούς της Ε.Ε., ενώ τέλος, σχεδιάζουν και συντονίζουν επιμορφωτικές δράσεις.
Στον ιδιωτικό τομέα οι Υ.Π.Π.Α. μπορεί να είναι είτε εργαζόμενοι του φορέα, είτε τρίτα πρόσωπα, αναφέρονται απευθείας στο ανώτατο διοικητικό όργανο του φορέα και έχουν τουλάχιστον μονοετή θητεία, που μπορεί να καταγγελθεί μόνο για σπουδαίο λόγο. Επιπρόσθετα, εφόσον εκτελούν και άλλα καθήκοντα, πρέπει να διασφαλίζεται ότι η άσκηση των καθηκόντων αυτών δεν επηρεάζει την ανεξαρτησία τους και δεν οδηγεί σε σύγκρουση συμφερόντων σε σχέση με τις αρμοδιότητές τους, κατά την παρ. 3 του άρθρου 10 του Ν. 4990/2022 .
Σύμφωνα με την παρ.1 του άρθρου 9 του Ν. 4990/2022 :
«οι φορείς του ιδιωτικού τομέα που απασχολούν ταυτόχρονα πενήντα (50) ή περισσότερους εργαζομένους, ανεξάρτητα από τη φύση των δραστηριοτήτων τους και τη διάρκεια της απασχόλησης εκάστου των εργαζομένων εντός του έτους, ορίζουν Υ.Π.Π.Α. σχετικά με παραβιάσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος».
Περαιτέρω, η παρ. 3 ορίζει ότι: «οι φορείς του ιδιωτικού τομέα που απασχολούν λιγότερους από πενήντα (50) εργαζομένους δύνανται να ορίζουν Υ.Π.Π.Α.». Η παρ. 2 αναφέρει ότι: η υποχρέωση ορισμού Υ.Π.Π.Α. διατηρείται για δύο (2) ημερολογιακά έτη μετά από το έτος κατά το οποίο ο φορέας συμπλήρωσε τον αριθμό των πενήντα (50) απασχολουμένων».
Ο μη ορισμός Υ.Π.Π.Α. από υπόχρεους ιδιωτικούς φορείς συνεπάγεται επιβολή προστίμου, από την Επιθεώρηση Εργασίας ή τον αρμόδιο εποπτικό φορέα, σύμφωνα με την παρ. 13 του άρθρου 9 του Ν. 4990/2022 . Η προστασία του Ν. 4990/2022 ενεργοποιείται, κατά το άρθρο 7, για τους αναφέροντες παραβιάσεις, εφόσον, κατά τον χρόνο της αναφοράς είχαν βάσιμους λόγους να θεωρούν ότι οι πληροφορίες σχετικά με της αναφερόμενες παραβιάσεις ήταν αληθείς και εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του νόμου. Οι αναφέροντες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του νόμου δικαιούνται προστασίας, όταν υποβάλλουν την αναφορά είτε εσωτερικά, είτε εξωτερικά ή με δημόσια αποκάλυψη, καθώς και όταν προβούν σε αναφορά στα οικεία θεσμικά και λοιπά όργανα και οργανισμούς της Ε.Ε.. Πρόσωπα, τα οποία προέβησαν σε εσωτερική ή εξωτερική αναφορά ή σε δημόσια αποκάλυψη σχετικά με παραβιάσεις ανωνύμως και στη συνέχεια ταυτοποιήθηκαν και υφίστανται αντίποινα, δικαιούνται ομοίως προστασίας.
Β. Εξωτερική αναφορά. Σύμφωνα με τα άρθρα 11 και 12 του Ν. 4990/2022 , τα πρόσωπα που αναφέρουν παραβιάσεις του ενωσιακού δικαίου μπορούν είτε να επανυποβάλλουν στον εξωτερικό δίαυλο αναφοράς αναφορές που ήδη έχουν κατατεθεί σε εσωτερικούς διαύλους, είτε να υποβάλλουν τις αναφορές τους απευθείας στον εξωτερικό δίαυλο αναφοράς.
Ως ενιαίος εξωτερικός δίαυλος αναφοράς για όλες τις κατηγορίες αναφορών, ανεξαρτήτως είδους ή φορέα, καθιερώνεται από τον νόμο η Εθνική Αρχή Διαφάνειας (Ε.Α.Δ.). Η Ε.Α.Δ. προβαίνει στην παραλαβή και διαχείριση αναφορών, που κατατίθενται ενώπιόν της, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, το οποίο δεν δύναται να υπερβαίνει τους τρεις μήνες ή τους έξι μήνες σε ειδικώς αιτιολογημένες περιπτώσεις, ενώ κοινοποιεί στα αναφέροντα πρόσωπα το τελικό αποτέλεσμα των ερευνών που κινήθηκαν από την αναφορά. Η Ε.Α.Δ. υποχρεούται να διασφαλίζει κατάλληλα μέτρα παρακολούθησης, μεταξύ άλλων, για την αξιολόγηση της ακρίβειας των ισχυρισμών που διατυπώνονται στην αναφορά και την αντιμετώπιση των αναφερόμενων παραβιάσεων με έναρξη εσωτερικής διερευνήσεως, δίωξης ή αγωγής για την ανάκτηση κονδυλίων ή άλλο κατάλληλο μέσο έννομης προστασίας. Εναλλακτικά, η Ε.Α.Δ. δύναται να παραπέμπει την αναφορά σε άλλη αρμόδια Αρχή για τη διερεύνηση της αναφερόμενης παραβίασης, διασφαλίζοντας την κατάλληλη παρακολούθηση της αναφοράς εκ μέρους της εν λόγω Αρχής.
Η Ε.Α.Δ. υποχρεούται να αναρτά στον διαδικτυακό της τόπο σε διακριτό, εύκολα αναγνωρίσιμο και προσβάσιμο τμήμα πληροφορίες, μεταξύ άλλων, σχετικά με τη διαδικασία υποβολής αναφοράς, τις ενέργειες παρακολουθήσεως και τις προϋποθέσεις προστασίας των αναφερόντων προσώπων.
Κυρώσεις
Σύμφωνα με το άρθρο 23 του Ν. 4990/2022 , οποιοδήποτε πρόσωπο παρεμποδίζει την υποβολή αναφοράς, προβαίνει σε αντίποινα ή παραβιάζει την εμπιστευτικότητα της ταυτότητας αναφέροντος τιμωρείται με ποινή φυλάκισης και χρηματική ποινή. Αναφέροντες που εν γνώσει τους προέβησαν σε ψευδείς αναφορές ή ψευδείς δημόσιες αποκαλύψεις τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον δύο ετών και χρηματική ποινή. Σε υπόχρεους φορείς προς όφελος ή για λογαριασμό των οποίων λαμβάνουν χώρα παραβάσεις του νόμου επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο από δέκα χιλιάδες μέχρι πεντακόσιες χιλιάδες ευρώ.
Εν κατακλείδι
Βασική επιδίωξη είναι η έγκαιρη και ολοκληρωμένη ενημέρωση των επιχειρήσεων για το κανονιστικό πλαίσιο, ώστε όχι μόνο να συμμορφωθούν στις κανονιστικές απαιτήσεις, αλλά κυρίως να εξελίξουν την εταιρική τους κουλτούρα σε μια κατεύθυνση (πιο) ανοιχτής επικοινωνίας και να καρπωθούν πολλαπλά οφέλη. Επίσης, είναι σημαντικό να επιταχυνθούν οι απαιτούμενες ενέργειες, όχι μόνο για να δώσουν κρίσιμες διευκρινίσεις σε διάφορα ζητήματα που προβληματίζουν τις επιχειρήσεις, αλλά και για να συμβάλουν στην ολοκλήρωση του πλαισίου και κατ΄ επέκταση στην ουσιαστική εφαρμογή των προβλέψεων του νόμου. Σε διαφορετική περίπτωση θα έχει θεσπιστεί ένα πρόσθετο κανονιστικό βάρος για τις επιχειρήσεις, δίχως θετικό αντίκτυπο.
Το κείμενο αποτελεί απόσπασμα από το ομότιτλο άρθρο του κ. Βασιλείου Παπαβασιλείου που δημοσιεύθηκε στο τεύχος Ιανουαρίου 2025 του περιοδικού Epsilon7. Στο πλήρες άρθρο, μεταξύ άλλων, γίνεται αναφορά και στην εμπιστευτικότητα και προστασία προσωπικών δεδομένων, στα μέτρα για την προστασία έναντι αντιποίνων και στο πώς ωφελούνται οι επιχειρήσεις.